Σπύρος Μανουσέλης
Ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ευρύτερη δυνατή διάδοση της επιστημονικής κουλτούρας θα έπρεπε να αναζητηθεί στην «αφ’ υψηλού» και επιλεκτική μεταφορά ορισμένων επιστημονικών πληροφοριών από τους λίγους (που γνωρίζουν) στους πολλούς (που αγνοούν), δηλαδή στη νεωτερική ιδέα και την πρακτική της επιστημονικής εκλαΐκευσης.
Η εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης έχει δημιουργήσει, στις μέρες μας, ένα βαθύτατο κοινωνικό χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που γνωρίζουν και αυτούς που αγνοούν τις επιστημονικές εξελίξεις. Η διάκριση αυτή, ανάμεσα στους λίγους μυημένους και τους πολλούς αμύητους, γεννά εκ των πραγμάτων έναν ιδιότυπο «επιστημονικό αναλφαβητισμό», ο οποίος οδηγεί τις, κατά τα άλλα, υπερεπιστημονικές και υπερτεχνολογικές κοινωνίες μας σ’ έναν νέου τύπου κοινωνικό σκοταδισμό.
Άραγε, η διάδοση της επιστημονικής παιδείας μέσω της αξιόπιστης και υπεύθυνης ενημέρωσης των πολιτών θα μπορούσε να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Κοινωνία, αντιστρέφοντας την κυρίαρχη αλλά καταστροφική τάση του αμοιβαίου αποκλεισμού τους;
Στο σημερινό άρθρο θα εξετάσουμε αν η συστηματική επιστημονική ενημέρωση -μέσω της διαρκούς επιμόρφωσης και της έγκυρης δημοσιογραφίας- θα μπορούσε να λειτουργήσει ως γέφυρα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Κοινωνία ή, ενδεχομένως, ως επικοινωνιακός διαμεσολαβητής που θα διευκολύνει τον εμφανώς ανεπαρκή διάλογο μεταξύ τους.
Πώς διαμορφώνεται -και από ποιους- η δημόσια εικόνα της επιστήμης; Πόσο επαρκώς ενημερωμένοι είναι οι μη ειδικοί πολίτες σε θέματα επιστήμης και πώς αντιμετωπίζουν τις πρωτοποριακές ανακαλύψεις της βασικής έρευνας και τις ανατρεπτικές τεχνολογικές εφαρμογές της;
Η ζωτική όσο ποτέ ανάγκη των σύγχρονων πολιτών για έγκυρη ενημέρωση και για προσωπική αποτίμηση των επιτευγμάτων και των εφαρμογών της τεχνοεπιστήμης προσκρούει σε δύο φαινομενικά ανυπέρβλητα εμπόδια: αφενός στη δυσκολία κατανόησης από το μη ειδικό κοινό των νέων επιστημονικών-τεχνολογικών κατακτήσεων και αφετέρου στις ατυχείς ή και σκοπίμως παραπλανητικές «εκλαϊκευτικές» στρατηγικές που συχνά υιοθετούνται από τους επίδοξους εκλαϊκευτές (ειδικούς δημοσιογράφους ή επιφανείς επιστήμονες).
Σε τελευταία ανάλυση, όμως, το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ευρύτερη δυνατή διάδοση της επιστημονικής γνώσης ίσως να είναι η ίδια η νεωτερική ιδέα και πρακτική της εκλαΐκευσης: η «αφ’ υψηλού» δηλαδή και επιλεκτική μεταφορά ορισμένων επιστημονικών πληροφοριών από τους λίγους (που γνωρίζουν) στους πολλούς (που αγνοούν).
Μια ευρύτατα αποδεκτή κοινωνική πρακτική, που, ενώ δεν επιλύει το πρόβλημα του επιστημονικού αναλφαβητισμού, οδηγεί μοιραία και σε νέες, ιδιαίτερα επικίνδυνες μορφές κοινωνικού αποκλεισμού.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να υπερβούμε τα επικοινωνιακά ή τα γνωσιακά αδιέξοδα του παρελθόντος, κυρίως όμως τον νέο επιστημονικό σκοταδισμό που συνεπάγεται η υποκριτικά δημοκρατική -αλλά στην πραγματικότητα ελιτίστικη- πρακτική της «εκλαΐκευσης» της επιστήμης.
Αραγε, η εκλαΐκευση, δηλαδή η «μετάφραση» στην καθημερινή γλώσσα του ιδιωματικού επιστημονικού λόγου, είναι όντως, όπως πολλοί ισχυρίζονται, η επαρκής συνθήκη για τη διάδοση της «δύσπεπτης» επιστημονικής σκέψης και την οικειοποίησή της από το ευρύ και μη ειδικό κοινό; Περισσότεροι από δυο αιώνες εξέλιξης των εκλαϊκευτικών πρακτικών υποδεικνύουν το αντίθετο: ότι αναμφίβολα πρόκειται για μια ελιτίστικη προσέγγιση, η οποία όχι μόνο υπονομεύει την ίδια την πράξη της επιστημονικής ενημέρωσης, αλλά και αδικεί καταφανώς τις γνωσιακές ικανότητες του μη ειδικού κοινού.
Ο,τι διαφοροποιεί την επιφανειακή «εκλαΐκευση» επιστημονικών πληροφοριών από την ουσιαστική «διάδοση» του επιστημονικού τρόπου σκέψης και την οικειοποίηση της επιστημονικής κουλτούρας δεν είναι μόνο το τι επιλέγουμε να γνωστοποιήσουμε αλλά και το πώς το παρουσιάζουμε στην κοινωνία. Συνεπώς, θα πρέπει να επενδύσουμε όχι στην απλοποίηση ή εκλαΐκευση αλλά στην ευρύτερη δυνατή διάδοση και οικειοποίηση του επιστημονικού τρόπου σκέψης.
Διόλου περίεργο, λοιπόν, ότι το αίτημα για ευρύτερη δυνατή διάδοση της επιστημονικής κουλτούρας αναδεικνύεται ως ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά-παιδαγωγικά στοιχήματα του εικοστού πρώτου αιώνα. Μόνο αν κερδηθεί αυτό το στοίχημα θα μπορέσει ίσως να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Κοινωνία που είναι καταστροφικό και για τις δυο.
Γιατί στην εποχή μας, ενώ αυτοχαρακτηρίζεται ως η «εποχή του επιστημονικού πολιτισμού» και της «οικονομίας της γνώσης», εξακολουθούν να πρυτανεύουν ο επιστημονικός αναλφαβητισμός, η ανορθολογική καχυποψία και ο φόβος απέναντι στις εξελίξεις και τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης;
Μια εύλογη εξήγηση είναι ότι οι νέες κοινωνικές σχέσεις και ανισότητες οικοδομούνται πάνω σ’ αυτόν ακριβώς τον κοινωνικά επιβεβλημένο επιστημονικό αναλφαβητισμό. Διότι, βέβαια, ακόμη και οι πλέον δύσπιστοι οφείλουν να παραδεχτούν ότι η σύγχρονη βιοπολιτική εξουσία εξαρτάται και, κυρίως, ασκείται από τις κοινωνικές ελίτ που κατέχουν, διαχειρίζονται και ελέγχουν την όντως εντυπωσιακή παραγωγή επιστημονικής γνώσης.
Πάντως, ο τεράστιος όγκος γνώσης που έχει συσσωρευτεί από τις λεγόμενες «φυσικές» επιστήμες και οι ασύλληπτες τεχνολογικές εφαρμογές αυτής της γνώσης δεν φαίνεται να είναι πλέον σε θέση ούτε να δικαιολογήσουν την, μέχρι πρόσφατα, αυταπόδεικτη αξία της επιστήμης, ούτε και νομιμοποιούν αυτομάτως τις τεχνολογικές εφαρμογές της.
Πράγματι, οι καταστροφικές για το περιβάλλον συνέπειες της ανεξέλεγκτης τεχνολογικής ανάπτυξης, οι γεωπολιτικές εφαρμογές της ατομικής ενέργειας, οι καταχρήσεις της βιοτεχνολογίας και της βιοϊατρικής θέτουν σε κρίση τα κυρίαρχα κοινωνικά μυθεύματα περί αειφόρου επιστημονικής ανάπτυξης και αμαυρώνουν την ωραιοποιημένη εικόνα των τεχνολογικών εφαρμογών της, αμφισβητώντας, πρώτη φορά, το νεωτερικό όνειρο της έλευσης ενός επίγειου «τεχνοεπιστημονικού παραδείσου»!
Γεγονός που, με τη σειρά του, θα έπρεπε να έχει επιβάλει στις σύγχρονες κοινωνίες μια εντελώς διαφορετική ενημερωτική-παιδαγωγική προσέγγιση της επιστημονικής γνώσης από την ψευδεπίγραφα «δημοκρατική» πρακτική της επιστημονικής εκλαΐκευσης. Κυρίως όμως, απαιτείται πλέον μια νέα ηθικο-πολιτική αξιολόγηση και διαύγαση των περίπλοκων σχέσεων της Επιστήμης με την Κοινωνία και τον Πολιτισμό.
Αντ’ αυτού, δημιουργείται από τα ΜΜΕ (αλλά και τα ειδικά περιοδικά) μια εσκεμμένα παραπλανητική και ουτοπική δημόσια εικόνα της τεχνοεπιστήμης: μια υπερβολικά απλοϊκή και ωραιοποιημένη εικόνα της επιστημονικής περιπέτειας, εύπεπτη από το ευρύ κοινό.
Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς το γεγονός ότι, σε μια εποχή βαθιάς οικονομικής και πολιτισμικής κρίσης, η μοναδική στρατηγική άμυνας που υιοθετούν οι «αγορές» είναι ο κοντόφθαλμος «επιστημονισμός»: ο μύθος δηλαδή ότι η επιστήμη ή η τεχνολογία, αργά ή γρήγορα, θα δώσουν τη «λύση» στα τρέχοντα οικολογικά και κοινωνικοοικονομικά μας αδιέξοδα. Μια λύση που, ωστόσο, προϋποθέτει και άρα επιβάλλει την ιδιωτικοποίηση και τη συστηματική υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της επιστημονικής έρευνας.
Αν, μάλιστα, προσθέσει κανείς σε αυτές τις κοινωνικές τάσεις και τη συστηματική αποδόμηση των γνωσιακών αρχών και των κριτηρίων αλήθειας της σύγχρονης επιστήμης από τη «μεταθετικιστική επιστημολογία», δηλαδή από τις θεμελιώδεις ανακαλύψεις που προέκυψαν από τη μελέτη της ιστορίας και της μεθοδολογίας των επιστημών, τότε διαπιστώνει ότι, στις μέρες μας, η διάψευση της τεχνοεπιστημονικής ουτοπίας και η απαξίωση του κοινωνικού μύθου της επιστήμης είναι πλήρεις.
Πράγματι, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, μια αρνητική συνέπεια των επιστημολογικών ανακαλύψεων ήταν ότι -μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο- οδήγησαν άθελά τους στη ριζική απαξίωση του επιστημονικού εγχειρήματος συνολικά, τροφοδοτώντας με επιχειρήματα τις πιο ακραίες μεταμοντέρνες -σκεπτικιστικές και αποδομητικές- ιδεολογίες.
Το παράδοξο με αυτά τα νέα κοινωνικά ιδεολογήματα είναι ότι, ενώ προγραμματικά επιχειρούν να αναδείξουν τα εγγενή όρια της «αντικειμενικότητας» της επιστημονικής γνώσης, ταυτόχρονα καταφεύγουν στην ανωτερότητα της επιστημονικής προσέγγισης σε μια απελπισμένη προσπάθεια να νομιμοποιήσουν τις εξόφθαλμα αντι-οικολογικές και απανθρωποποιητικές πρακτικές της νέας πλανητικής βιοεξουσίας.
Για δεύτερη χρονιά φέτος, μαζί με άλλες 25 χώρες (400 πόλεις), η Ελλάδα συμμετέχει στο Pint of Science: επί τρεις συνεχόμενες ημέρες (από τη Δευτέρα 20 έως την Τετάρτη 22 Μαΐου), περισσότεροι από 40 καταξιωμένοι Ελληνες επιστήμονες και ερευνητές θα εγκαταλείψουν για λίγο τον φιλήσυχο και υπερπροστατευτικό χώρο των εργαστηρίων τους για να εισβάλουν στο μάλλον ασυνήθιστο περιβάλλον των μπαρ, με στόχο να παρουσιάσουν στους μη ειδικούς σε θέματα επιστήμης θαμώνες τις τελευταίες κατακτήσεις της έρευνας στο ιδιαίτερο ερευνητικό τους πεδίο.
Η Επιστήμη, όπως γνωρίζουμε, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και επηρεάζει αποφασιστικά την καθημερινή ζωή όλων μας, εύλογα λοιπόν οι επιστημονικές εξελίξεις γεννούν προβληματισμούς, αγωνίες και δύσκολα ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις. Τόσο η κοινωνία όσο και η επιστημονική κοινότητα έχουν ανάγκη για εξωστρέφεια, διάλογο και ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους ώστε να μάθουν ο ένας από τον άλλο.
Με αυτό το σκεπτικό, αυτόν τον μήνα, ορισμένα δημοφιλή μπαρ θα προσφέρουν, εκτός από τα συνήθη ποτά και κάποιες μάλλον ασυνήθιστες επιστημονικές απολαύσεις.
Πράγματι, στο χαλαρό περιβάλλον κάποιων προκαθορισμένων μπαρ, οι (οινο)πνευματώδεις επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν μαζί με το αγαπημένο τους ποτό και μια σειρά από ενδιαφέρουσες ομιλίες από κάποιους καταξιωμένους αλλά μάλλον αντισυμβατικούς Ελληνες ειδικούς, οι οποίοι επέλεξαν να παρουσιάσουν σε πρώτο πρόσωπο ένα οικείο στους ίδιους και επίκαιρο για τους μη ειδικούς θαμώνες των μπαρ επιστημονικό θέμα, για το οποίο κατόπιν θα συζητήσουν εκτενώς με τους ακροατές και τις ακροάτριές τους.
Οι εκδηλώσεις αυτές εντάσσονται στον πρόσφατο αλλά διεθνώς καταξιωμένο θεσμό «Pint of Science», μια ιδιαίτερα δημοφιλή γιορτή της επιστήμης που, αυτό τον Μάιο, πραγματοποιείται ταυτόχρονα σε 400 διαφορετικές πόλεις του κόσμου, ενώ μόνο στην Ελλάδα θα πραγματοποιηθούν εκδηλώσεις σε 5 διαφορετικές πόλεις.
Το μυστικό της ευρύτατης αποδοχής και της επιτυχίας αυτής της γιορτής θα πρέπει να το αναζητήσουμε στη «μαγική» συνταγή που συνδυάζει τις αλκοολικές απολαύσεις στα μπαρ με την υψηλού επιπέδου επιστημονική ενημέρωση που, στις καλύτερες στιγμές της, αποδεικνύεται περισσότερο μεθυστική!
Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια ασυνήθιστη ετήσια γιορτή για την Επιστήμη, η οποία, ανά την υφήλιο, έχει εκλάβει τις διαστάσεις ενός πνευματικού κινήματος για τη διάδοση ορισμένων πολύ πρόσφατων και ανατρεπτικών επιστημονικών ιδεών, οι οποίες παρουσιάζονται στο ευρύ κοινό από τους ίδιους τους επιστήμονες, και όχι σε κάποια πανεπιστημιακή αίθουσα διαλέξεων αλλά στο οικείο περιβάλλον ενός μπαρ.
Ενα προγραμματικά αντισυμβατικό εγχείρημα που ξεκίνησε μόλις το 2012 από μια παρέα φίλων ερευνητών στα εργαστήρια του Imperial College στο Λονδίνο, οι οποίοι όντας πεπεισμένοι ότι τα μπαρ αποτελούν τον ιδανικό τόπο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν επίσης ιδανικό τόπο για τη διάδοση των επιστημονικών ιδεών και για να δώσουν την ευκαιρία να έλθουν πιο κοντά οι επιστήμονες με τους μη ειδικούς πολίτες μιας κοινωνίας.
Πράγματι, στο οικείο και ιδιαίτερα φιλικό περιβάλλον ενός μπαρ η μικρή ομάδα των Βρετανών ερευνητών επιχείρησε να υλοποιήσει το διαφωτιστικό όραμά της: τη διάδοση του πάθους για την επιστημονική γνώση όχι στο «αποστειρωμένο» ακαδημαϊκό περιβάλλον αλλά στα φιλόξενα μπαράκια, σε συνδυασμό πάντα με ένα απολαυστικό ποτό.
Μια προκλητική ιδέα που από το 2015 μετατράπηκε σε ετήσιο θεσμό για τον ολοένα και αυξανόμενο αριθμό χωρών που συμμετέχουν στο Pint of Science.
Πηγή: efsyn
Η Σφήκα: Επιλογές
Ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ευρύτερη δυνατή διάδοση της επιστημονικής κουλτούρας θα έπρεπε να αναζητηθεί στην «αφ’ υψηλού» και επιλεκτική μεταφορά ορισμένων επιστημονικών πληροφοριών από τους λίγους (που γνωρίζουν) στους πολλούς (που αγνοούν), δηλαδή στη νεωτερική ιδέα και την πρακτική της επιστημονικής εκλαΐκευσης.
Η εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης έχει δημιουργήσει, στις μέρες μας, ένα βαθύτατο κοινωνικό χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που γνωρίζουν και αυτούς που αγνοούν τις επιστημονικές εξελίξεις. Η διάκριση αυτή, ανάμεσα στους λίγους μυημένους και τους πολλούς αμύητους, γεννά εκ των πραγμάτων έναν ιδιότυπο «επιστημονικό αναλφαβητισμό», ο οποίος οδηγεί τις, κατά τα άλλα, υπερεπιστημονικές και υπερτεχνολογικές κοινωνίες μας σ’ έναν νέου τύπου κοινωνικό σκοταδισμό.
Άραγε, η διάδοση της επιστημονικής παιδείας μέσω της αξιόπιστης και υπεύθυνης ενημέρωσης των πολιτών θα μπορούσε να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Κοινωνία, αντιστρέφοντας την κυρίαρχη αλλά καταστροφική τάση του αμοιβαίου αποκλεισμού τους;
Στο σημερινό άρθρο θα εξετάσουμε αν η συστηματική επιστημονική ενημέρωση -μέσω της διαρκούς επιμόρφωσης και της έγκυρης δημοσιογραφίας- θα μπορούσε να λειτουργήσει ως γέφυρα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Κοινωνία ή, ενδεχομένως, ως επικοινωνιακός διαμεσολαβητής που θα διευκολύνει τον εμφανώς ανεπαρκή διάλογο μεταξύ τους.
Η παραπλανητική κοινωνική λειτουργία των τεχνοεπιστημονικών μυθευμάτων
Πώς διαμορφώνεται -και από ποιους- η δημόσια εικόνα της επιστήμης; Πόσο επαρκώς ενημερωμένοι είναι οι μη ειδικοί πολίτες σε θέματα επιστήμης και πώς αντιμετωπίζουν τις πρωτοποριακές ανακαλύψεις της βασικής έρευνας και τις ανατρεπτικές τεχνολογικές εφαρμογές της;
Η ζωτική όσο ποτέ ανάγκη των σύγχρονων πολιτών για έγκυρη ενημέρωση και για προσωπική αποτίμηση των επιτευγμάτων και των εφαρμογών της τεχνοεπιστήμης προσκρούει σε δύο φαινομενικά ανυπέρβλητα εμπόδια: αφενός στη δυσκολία κατανόησης από το μη ειδικό κοινό των νέων επιστημονικών-τεχνολογικών κατακτήσεων και αφετέρου στις ατυχείς ή και σκοπίμως παραπλανητικές «εκλαϊκευτικές» στρατηγικές που συχνά υιοθετούνται από τους επίδοξους εκλαϊκευτές (ειδικούς δημοσιογράφους ή επιφανείς επιστήμονες).
Σε τελευταία ανάλυση, όμως, το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ευρύτερη δυνατή διάδοση της επιστημονικής γνώσης ίσως να είναι η ίδια η νεωτερική ιδέα και πρακτική της εκλαΐκευσης: η «αφ’ υψηλού» δηλαδή και επιλεκτική μεταφορά ορισμένων επιστημονικών πληροφοριών από τους λίγους (που γνωρίζουν) στους πολλούς (που αγνοούν).
Μια ευρύτατα αποδεκτή κοινωνική πρακτική, που, ενώ δεν επιλύει το πρόβλημα του επιστημονικού αναλφαβητισμού, οδηγεί μοιραία και σε νέες, ιδιαίτερα επικίνδυνες μορφές κοινωνικού αποκλεισμού.
Ο εκλαϊκευτικός σκοταδισμός
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να υπερβούμε τα επικοινωνιακά ή τα γνωσιακά αδιέξοδα του παρελθόντος, κυρίως όμως τον νέο επιστημονικό σκοταδισμό που συνεπάγεται η υποκριτικά δημοκρατική -αλλά στην πραγματικότητα ελιτίστικη- πρακτική της «εκλαΐκευσης» της επιστήμης.
Αραγε, η εκλαΐκευση, δηλαδή η «μετάφραση» στην καθημερινή γλώσσα του ιδιωματικού επιστημονικού λόγου, είναι όντως, όπως πολλοί ισχυρίζονται, η επαρκής συνθήκη για τη διάδοση της «δύσπεπτης» επιστημονικής σκέψης και την οικειοποίησή της από το ευρύ και μη ειδικό κοινό; Περισσότεροι από δυο αιώνες εξέλιξης των εκλαϊκευτικών πρακτικών υποδεικνύουν το αντίθετο: ότι αναμφίβολα πρόκειται για μια ελιτίστικη προσέγγιση, η οποία όχι μόνο υπονομεύει την ίδια την πράξη της επιστημονικής ενημέρωσης, αλλά και αδικεί καταφανώς τις γνωσιακές ικανότητες του μη ειδικού κοινού.
Ο,τι διαφοροποιεί την επιφανειακή «εκλαΐκευση» επιστημονικών πληροφοριών από την ουσιαστική «διάδοση» του επιστημονικού τρόπου σκέψης και την οικειοποίηση της επιστημονικής κουλτούρας δεν είναι μόνο το τι επιλέγουμε να γνωστοποιήσουμε αλλά και το πώς το παρουσιάζουμε στην κοινωνία. Συνεπώς, θα πρέπει να επενδύσουμε όχι στην απλοποίηση ή εκλαΐκευση αλλά στην ευρύτερη δυνατή διάδοση και οικειοποίηση του επιστημονικού τρόπου σκέψης.
Διόλου περίεργο, λοιπόν, ότι το αίτημα για ευρύτερη δυνατή διάδοση της επιστημονικής κουλτούρας αναδεικνύεται ως ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά-παιδαγωγικά στοιχήματα του εικοστού πρώτου αιώνα. Μόνο αν κερδηθεί αυτό το στοίχημα θα μπορέσει ίσως να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Κοινωνία που είναι καταστροφικό και για τις δυο.
Γιατί στην εποχή μας, ενώ αυτοχαρακτηρίζεται ως η «εποχή του επιστημονικού πολιτισμού» και της «οικονομίας της γνώσης», εξακολουθούν να πρυτανεύουν ο επιστημονικός αναλφαβητισμός, η ανορθολογική καχυποψία και ο φόβος απέναντι στις εξελίξεις και τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης;
Μια εύλογη εξήγηση είναι ότι οι νέες κοινωνικές σχέσεις και ανισότητες οικοδομούνται πάνω σ’ αυτόν ακριβώς τον κοινωνικά επιβεβλημένο επιστημονικό αναλφαβητισμό. Διότι, βέβαια, ακόμη και οι πλέον δύσπιστοι οφείλουν να παραδεχτούν ότι η σύγχρονη βιοπολιτική εξουσία εξαρτάται και, κυρίως, ασκείται από τις κοινωνικές ελίτ που κατέχουν, διαχειρίζονται και ελέγχουν την όντως εντυπωσιακή παραγωγή επιστημονικής γνώσης.
Πάντως, ο τεράστιος όγκος γνώσης που έχει συσσωρευτεί από τις λεγόμενες «φυσικές» επιστήμες και οι ασύλληπτες τεχνολογικές εφαρμογές αυτής της γνώσης δεν φαίνεται να είναι πλέον σε θέση ούτε να δικαιολογήσουν την, μέχρι πρόσφατα, αυταπόδεικτη αξία της επιστήμης, ούτε και νομιμοποιούν αυτομάτως τις τεχνολογικές εφαρμογές της.
Επιστημονικοφανής ιδεολογία
Πράγματι, οι καταστροφικές για το περιβάλλον συνέπειες της ανεξέλεγκτης τεχνολογικής ανάπτυξης, οι γεωπολιτικές εφαρμογές της ατομικής ενέργειας, οι καταχρήσεις της βιοτεχνολογίας και της βιοϊατρικής θέτουν σε κρίση τα κυρίαρχα κοινωνικά μυθεύματα περί αειφόρου επιστημονικής ανάπτυξης και αμαυρώνουν την ωραιοποιημένη εικόνα των τεχνολογικών εφαρμογών της, αμφισβητώντας, πρώτη φορά, το νεωτερικό όνειρο της έλευσης ενός επίγειου «τεχνοεπιστημονικού παραδείσου»!
Γεγονός που, με τη σειρά του, θα έπρεπε να έχει επιβάλει στις σύγχρονες κοινωνίες μια εντελώς διαφορετική ενημερωτική-παιδαγωγική προσέγγιση της επιστημονικής γνώσης από την ψευδεπίγραφα «δημοκρατική» πρακτική της επιστημονικής εκλαΐκευσης. Κυρίως όμως, απαιτείται πλέον μια νέα ηθικο-πολιτική αξιολόγηση και διαύγαση των περίπλοκων σχέσεων της Επιστήμης με την Κοινωνία και τον Πολιτισμό.
Αντ’ αυτού, δημιουργείται από τα ΜΜΕ (αλλά και τα ειδικά περιοδικά) μια εσκεμμένα παραπλανητική και ουτοπική δημόσια εικόνα της τεχνοεπιστήμης: μια υπερβολικά απλοϊκή και ωραιοποιημένη εικόνα της επιστημονικής περιπέτειας, εύπεπτη από το ευρύ κοινό.
Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς το γεγονός ότι, σε μια εποχή βαθιάς οικονομικής και πολιτισμικής κρίσης, η μοναδική στρατηγική άμυνας που υιοθετούν οι «αγορές» είναι ο κοντόφθαλμος «επιστημονισμός»: ο μύθος δηλαδή ότι η επιστήμη ή η τεχνολογία, αργά ή γρήγορα, θα δώσουν τη «λύση» στα τρέχοντα οικολογικά και κοινωνικοοικονομικά μας αδιέξοδα. Μια λύση που, ωστόσο, προϋποθέτει και άρα επιβάλλει την ιδιωτικοποίηση και τη συστηματική υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της επιστημονικής έρευνας.
Αν, μάλιστα, προσθέσει κανείς σε αυτές τις κοινωνικές τάσεις και τη συστηματική αποδόμηση των γνωσιακών αρχών και των κριτηρίων αλήθειας της σύγχρονης επιστήμης από τη «μεταθετικιστική επιστημολογία», δηλαδή από τις θεμελιώδεις ανακαλύψεις που προέκυψαν από τη μελέτη της ιστορίας και της μεθοδολογίας των επιστημών, τότε διαπιστώνει ότι, στις μέρες μας, η διάψευση της τεχνοεπιστημονικής ουτοπίας και η απαξίωση του κοινωνικού μύθου της επιστήμης είναι πλήρεις.
Πράγματι, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, μια αρνητική συνέπεια των επιστημολογικών ανακαλύψεων ήταν ότι -μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο- οδήγησαν άθελά τους στη ριζική απαξίωση του επιστημονικού εγχειρήματος συνολικά, τροφοδοτώντας με επιχειρήματα τις πιο ακραίες μεταμοντέρνες -σκεπτικιστικές και αποδομητικές- ιδεολογίες.
Το παράδοξο με αυτά τα νέα κοινωνικά ιδεολογήματα είναι ότι, ενώ προγραμματικά επιχειρούν να αναδείξουν τα εγγενή όρια της «αντικειμενικότητας» της επιστημονικής γνώσης, ταυτόχρονα καταφεύγουν στην ανωτερότητα της επιστημονικής προσέγγισης σε μια απελπισμένη προσπάθεια να νομιμοποιήσουν τις εξόφθαλμα αντι-οικολογικές και απανθρωποποιητικές πρακτικές της νέας πλανητικής βιοεξουσίας.
Pint of Science: μια αντισυμβατική εικόνα της επιστήμης
Για δεύτερη χρονιά φέτος, μαζί με άλλες 25 χώρες (400 πόλεις), η Ελλάδα συμμετέχει στο Pint of Science: επί τρεις συνεχόμενες ημέρες (από τη Δευτέρα 20 έως την Τετάρτη 22 Μαΐου), περισσότεροι από 40 καταξιωμένοι Ελληνες επιστήμονες και ερευνητές θα εγκαταλείψουν για λίγο τον φιλήσυχο και υπερπροστατευτικό χώρο των εργαστηρίων τους για να εισβάλουν στο μάλλον ασυνήθιστο περιβάλλον των μπαρ, με στόχο να παρουσιάσουν στους μη ειδικούς σε θέματα επιστήμης θαμώνες τις τελευταίες κατακτήσεις της έρευνας στο ιδιαίτερο ερευνητικό τους πεδίο.
Η Επιστήμη, όπως γνωρίζουμε, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και επηρεάζει αποφασιστικά την καθημερινή ζωή όλων μας, εύλογα λοιπόν οι επιστημονικές εξελίξεις γεννούν προβληματισμούς, αγωνίες και δύσκολα ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις. Τόσο η κοινωνία όσο και η επιστημονική κοινότητα έχουν ανάγκη για εξωστρέφεια, διάλογο και ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους ώστε να μάθουν ο ένας από τον άλλο.
Με αυτό το σκεπτικό, αυτόν τον μήνα, ορισμένα δημοφιλή μπαρ θα προσφέρουν, εκτός από τα συνήθη ποτά και κάποιες μάλλον ασυνήθιστες επιστημονικές απολαύσεις.
Πράγματι, στο χαλαρό περιβάλλον κάποιων προκαθορισμένων μπαρ, οι (οινο)πνευματώδεις επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν μαζί με το αγαπημένο τους ποτό και μια σειρά από ενδιαφέρουσες ομιλίες από κάποιους καταξιωμένους αλλά μάλλον αντισυμβατικούς Ελληνες ειδικούς, οι οποίοι επέλεξαν να παρουσιάσουν σε πρώτο πρόσωπο ένα οικείο στους ίδιους και επίκαιρο για τους μη ειδικούς θαμώνες των μπαρ επιστημονικό θέμα, για το οποίο κατόπιν θα συζητήσουν εκτενώς με τους ακροατές και τις ακροάτριές τους.
Οι εκδηλώσεις αυτές εντάσσονται στον πρόσφατο αλλά διεθνώς καταξιωμένο θεσμό «Pint of Science», μια ιδιαίτερα δημοφιλή γιορτή της επιστήμης που, αυτό τον Μάιο, πραγματοποιείται ταυτόχρονα σε 400 διαφορετικές πόλεις του κόσμου, ενώ μόνο στην Ελλάδα θα πραγματοποιηθούν εκδηλώσεις σε 5 διαφορετικές πόλεις.
Η μεθυστική... επιστήμη
Το μυστικό της ευρύτατης αποδοχής και της επιτυχίας αυτής της γιορτής θα πρέπει να το αναζητήσουμε στη «μαγική» συνταγή που συνδυάζει τις αλκοολικές απολαύσεις στα μπαρ με την υψηλού επιπέδου επιστημονική ενημέρωση που, στις καλύτερες στιγμές της, αποδεικνύεται περισσότερο μεθυστική!
Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια ασυνήθιστη ετήσια γιορτή για την Επιστήμη, η οποία, ανά την υφήλιο, έχει εκλάβει τις διαστάσεις ενός πνευματικού κινήματος για τη διάδοση ορισμένων πολύ πρόσφατων και ανατρεπτικών επιστημονικών ιδεών, οι οποίες παρουσιάζονται στο ευρύ κοινό από τους ίδιους τους επιστήμονες, και όχι σε κάποια πανεπιστημιακή αίθουσα διαλέξεων αλλά στο οικείο περιβάλλον ενός μπαρ.
Ενα προγραμματικά αντισυμβατικό εγχείρημα που ξεκίνησε μόλις το 2012 από μια παρέα φίλων ερευνητών στα εργαστήρια του Imperial College στο Λονδίνο, οι οποίοι όντας πεπεισμένοι ότι τα μπαρ αποτελούν τον ιδανικό τόπο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν επίσης ιδανικό τόπο για τη διάδοση των επιστημονικών ιδεών και για να δώσουν την ευκαιρία να έλθουν πιο κοντά οι επιστήμονες με τους μη ειδικούς πολίτες μιας κοινωνίας.
Πράγματι, στο οικείο και ιδιαίτερα φιλικό περιβάλλον ενός μπαρ η μικρή ομάδα των Βρετανών ερευνητών επιχείρησε να υλοποιήσει το διαφωτιστικό όραμά της: τη διάδοση του πάθους για την επιστημονική γνώση όχι στο «αποστειρωμένο» ακαδημαϊκό περιβάλλον αλλά στα φιλόξενα μπαράκια, σε συνδυασμό πάντα με ένα απολαυστικό ποτό.
Μια προκλητική ιδέα που από το 2015 μετατράπηκε σε ετήσιο θεσμό για τον ολοένα και αυξανόμενο αριθμό χωρών που συμμετέχουν στο Pint of Science.
Πηγή: efsyn
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου