Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

Από καρδιάς με την Ελένη Ζιώγα

Της Ελένης Ζάχαρη

Καλή εβδομάδα σε όλους μας ! Πάλι εδώ στη θέση μας κι επειδή δε μου αρέσει καθόλου το στημένο, το ξέρετε άλλωστε, θέλω να σας πω ολόψυχα, να αντέχετε με όλα όσα μας βρίσκουν καθημερινά και να ρίχνετε τα ματάκια σας στο «Λόγων Παίγνια» για να ανασαίνετε ελαφρύτερα! Τρέχουμε αδέρφια , τρέχουμεεεεε…

άααγχος…. γιατί καλά να τα γράφεις αλλά άντε να στηθείς και να μιλάς! Κι αν νομίζετε ότι υπάρχουν προετοιμασμένες ερωτήσεις.. κάνετε λάθος! Γιατί πώς θα τον κάνεις τον άλλο να νιώσει όμορφα και να νιώσεις κι εσύ;

Σήμερα σας έχω εδώ άλλη μια Κυρία, του θεάτρου, της τηλεόρασης, της μουσικής, του Γιάννη του Κότσιρα…- τι λέω μωρέ…- τραγούδια του έχει γράψει…

Μια κυρία, αγαπημένη, φίλη, με μεγάλα μάτια και υπέροχο χαμόγελο, με βαριά κληρονομιά, για όσους γνωρίζουν το βιογραφικό της, αλλά και σκέτη Επανάσταση!


Ελένη Ζιώγα και σας αφήνω να διαβάσετε όσα συζητήσαμε!

-Ελένη, σε καλωσορίζω στο "Λόγων Παίγνια" και στη στήλη μας, "Από Καρδιάς", για μια συνέντευξη - συζήτηση τη λέμε εμείς εδώ - με κείνα τα γνωρίσματα του καρδιακού λόγου, αυτού που βγαίνει απ' το περισσόν της καρδίας ημών....Είμαι πολύ χαρούμενη που αποδέχτηκες την πρόσκλησή μου και είσαι εδώ, κοντά μας! Ευχαριστώ!

-Κι εγώ, με χαρά μπαίνω στο καρδιακό σας λογοπαίγνιο...

-Σκέφτομαι να ξεκινήσουμε από τα παιδικά σου χρόνια. Πού γεννήθηκες και μεγάλωσες και πώς ήταν ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσες.

-Είμαι Αθηναία. Εδώ γεννήθηκα, εδώ έζησα. Μολονότι αγαπώ πολύ τις οικογενειακές μου καταβολές, την Ήπειρο και την Κωνσταντινούπολη, αισθάνομαι , ωστόσο, πως χρωστάω πολλά στην Αθηνούλα μας, αυτή την ταλαιπωρημένη πόλη, που μας έδωσε, η καημένη, την καρδιά της και της επιστρέψαμε την αχαριστία μας. Για σκεφτείτε το. Ενώ ο καθένας από μας, τους πρώτης, ή δεύτερης γενιάς Αθηναίους σέβεται και φυλάει στην καρδιά του τον τόπο της βαθιάς καταγωγής του, συνηθίζει να φέρεται βάναυσα στην πόλη που τον έθρεψε, που τον ανάστησε, που τον φιλοξενεί.

Αγαπώ πολύ την Αθήνα. Και εξ αιτίας των περιπλανώμενων γονιών μου, είχα την τύχη να γνωρίσω πολλές γειτονιές της, καθώς, σαν οικογένεια, συνηθίζαμε να μετακομίζουμε το αργότερο κάθε δύο χρόνια! Είναι γνωστό πια κι από το βιογραφικό μου ποιοι ήταν οι γονείς μου. Είμαι κόρη του θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ζιώγα, μιας ξεχωριστής και πολύτιμης φωνής της μεταπολεμικής δραματουργίας μας, και της Ελένης Σαράντη, μιας λεπταίσθητης πανίστριας. Βαριά κληρονομιά, θα μου πείτε, με το δίκιο σας, αλλά εγώ δεν την αισθάνθηκα ποτέ έτσι. Κατόρθωσα να την αγαπήσω. Να διαχωρίσω τον δρόμο μου, αλλά να συμφιλιωθώ με την αφετηρία μου. Τελικά , όσο και αν δεν έζησα σε ένα παραδοσιακό και συμβατικό οικογενειακό τοπίο, κέρδισα μια μεγάλη προίκα που μου έδωσαν γενναιόδωρα οι γονείς μου. Κέρδισα την ελευθερία. Κι αυτό το δώρο δεν το αλλάζω με καμία άλλη περιουσία. Απ' την Αθήνα των μέσων της δεκαετίας του ' 60 θυμάμαι το ημι-ισόγειο διαμέρισμά μας απέναντι από το άγαλμα του Τρούμαν, το θαυματουργό οικόπεδο με τα σκουπίδια επί της Βασιλέως Κωνσταντίνου, που τώρα έχει μεταλλαχθεί σε θλιβερό αλσύλλιο, αλλά τότε ήταν ένα ευφάνταστο σκηνικό για πολεμικά σενάρια, καθώς τα παιδιά χωριζόμαστε σε ομάδες και κονταροχυπιόμασταν λυσσαλέα μέρα νύχτα. Ήμουν πολύ κινητικό κορίτσι, ριψοκίνδυνο μέχρι βλακείας, χτυπούσα συχνά, αλλά όχι τόσο ώστε να καταλήγω σε νοσοκομεία, και το ίδιο χαρακτηριστικό με ακολουθεί, ευτυχώς ή δυστυχώς, έως σήμερα.

-Μ' αρέσει πολύ που αγαπάς την Αθήνα, μ' αρέσουν οι άνθρωποι που αγαπούν τον τόπο που μεγάλωσαν , έστω κι αν αυτός έχει στραπατσαριστεί από την αδιαφορία και την εγκατάλειψη. Έτσι νιώθω κι εγώ για τον δικό μου Πειραιά...Αγοροκόριτσο λοιπόν...

Δεν ρωτώ ακόμα για τους γονείς, αν και γνωρίζεις την αδυναμία μου για τον Βασίλη Ζιώγα, και παραμένω στην Αθήνα. Πολιτικά η Αθήνα πού βρίσκεται και πού η Ελένη Ζιώγα; Σπουδάζεις; Με τι ασχολείσαι στα τέλη της εφηβείας σου;

-Στα μέσα της εφηβείας μου, παρατάω το Αρσάκειο, φορτώνω τα έπιπλα του δωματίου μου - κρεβάτι, γραφείο, βιβλία- σ’ ένα τρίκυκλο και φεύγω με το αγόρι μου. Πηγαίνουμε μαζί σε ένα απίθανο Λύκειο της συμφοράς και πριν ακόμα το τελειώσουμε βρισκόμαστε παντρεμένοι -εγώ στα 17 μου- .

Στο σχολείο αυτό, που ένας Αλμοδοβάρ δεν φτάνει για να το περιγράψει, γνωρίζω , όσο και αν σας φαίνεται απίθανο, τον φιλόλογό μου, τον κύριο Ευθυμίου, που με πείθει να δώσω στο Πανεπιστήμιο. Στο μεταξύ σπουδάζω στο Ωδείο Αθηνών πιάνο και κλασικό τραγούδι και στα 19 μου έχω ήδη αποκτήσει την κόρη μου τη Μυρτώ. Μετά την γέννησή της έδωσα και μπήκα στη Φιλοσοφική. Στο μεταξύ οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, ενώ προηγουμένως έχει πέσει η Χούντα. Εγώ βρίσκομαι πολιτικά στους συνοδοιπόρους του Ρήγα -ποτέ δεν γράφτηκα γιατί ένοιωθα πως έτσι χάνω την ελευθερία μου- προσηλυτισμένη από έναν εφηβικό μου φίλο που πολύ αγαπούσα αλλά που αργότερα αυτοκτόνησε. Ήδη από το ’74 τρέχαμε στις πορείες της εύφορης χαράς, καθώς μαζευόμασταν ειρηνικά χιλιάδες κόσμου, σχεδόν κάθε βδομάδα, σαν να είχαμε ραντεβού, στα Προπύλαια και οδεύαμε παλλόμενοι και διαμαρτυρόμενοι για τα παρελθόντα- νομίζαμε!- πάθη μας μέχρι την Αμερικάνικη Πρεσβεία. Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει με λόγια αυτό που νοιώθαμε όλοι εμείς οι νέοι τότε. Όλα μπροστά μας ήταν ανοιχτά σαν ουρανός, ήμασταν σίγουροι για την ευτυχία που θα ερχόταν, για έναν κόσμο γεμάτο φαντασία, πραγματικά ελεύθερο από την υποκρισία . Αγαπιόμασταν αγνά. Ερωτευόμασταν αθώα . Ήμασταν τρυφεροί και ενωμένοι. -Ή έτσι μου φαινόταν-

-Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου ήσουν κατά κάποιο τρόπο παρούσα υποθέτω. Πόσο σε απογοητεύουν οι εξελίξεις που βιώνεις μετά απ' αυτό το "πανηγύρι" διαμαρτυρίας και επιθυμίας για κάτι καλύτερο; Ποια η στάση σου απέναντι σε ό,τι ακολούθησε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα;

-Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, ήμουν ακόμα στο Γυμνάσιο, πολύ μικρή για να συμμετέχω οργανικά, αλλά πολύ μεγάλη για να καταλαβαίνω, να συλλαμβάνω το όραμα που πλανιόταν σ’ όλη την Αθήνα, και μέσα στα σχολεία μας ακόμα. Θυμάμαι τότε, στο Αρσάκειο, ένα εξαιρετικά συντηρητικό, ακόμα και για εκείνη την εποχή, σχολείο, πώς κάποια από αυτές τις μέρες, μετατράπηκε η κοινή προσευχή, υπόκωφα στην αρχή και μετά εκρηκτικά, σε ένα σάλπισμα επανάστασης. Καθώς το " Πότε θα κάνει ξαστεριά" που άρχιζε να ψιθυρίζεται απ’ τα χείλια των μεγαλύτερων έπνιξε κυριολεκτικά καθώς μεγάλωνε στα στόματα όλων μας, τα απειλητικά λόγια της διευθύντριας. Θυμάμαι τα δάκρυά μας. Την ανάγκη μας να αλλάξουν όλα. Να σπάσει ο ζόφος που είχε καθίσει για επτά χρόνια, που έμοιαζαν με επτά αιώνες, πάνω απ’ τη χώρα μας. Την ζωτική μας ανάγκη. Κάτι αντίστοιχο, φαντάζομαι, αισθάνονται τώρα τα νέα παιδιά, μολονότι η απροκάλυπτη δικτατορία είναι κάτι πολύ πιο επιθετικό, τουλάχιστον εξωτερικά, απ’ αυτό το συγκαλυμμένο έγκλημα που συμβαίνει τώρα. Και τα δικαιώνω που ματώνουν μέσα τους. Ωστόσο, θα πω κάτι και ελπίζω να μην παρεξηγηθώ, πραγματικά πιστεύω, πως εν τέλει το δράμα που κορυφώνεται τώρα έκανε έναρξη στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, καθώς τα πρώτα οράματα των γενιών μας τότε, άρχισαν διαδοχικά να υποσκελίζονται από την επέλαση των βαρβάρων, δηλαδή από τον ευτελισμό του αρχικού οράματος της ελευθερίας, σε πεζή, πεζότατη, δολοφονική ευζωία... Χρόνο με το χρόνο μεταμορφωθήκαμε σε μια κοινωνία μπον βιβέρ, άσχετα αν προσπάθησαν κάποιοι να βάλουν φρένο σ’ αυτή την κατηφόρα της απανθρωπιάς. Φευ. Καμιά φωνή λογικής δεν εισακουγόταν. Τα ΜΜΕ δεν ευνοούσαν, φυσικά, κάτι τέτοιο, καθώς κυνηγούσαν κι αυτά την ουρά του κέρδους και των διαφημιστών. Σ’ αυτά τα χρόνια, έγινε ένα έγκλημα πολύ μεγαλύτερο, κατά τη γνώμη μου, από το σημερινό και ας μη θεωρηθώ εστέτ γι’ αυτή μου την άποψη. Σ’ αυτά τα χρόνια πέθανε η ψυχή μας. Χάσαμε τον Έλληνα . Χάσαμε τον άνθρωπο. Χάσαμε τη χαρά. Δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε. Δεν κάνουμε πια έρωτα, κάνουμε σεξ. Όπως ο σοσιαλισμός ξέπεσε σε "ιμιτασιόν καπιταλισμό" έτσι και το γυναικείο κίνημα ξέπεσε σε "ιμιτασιόν τεστοστερόνη", ή στην αποθέωση της βίζιτας. Κάνουμε παιδιά και τα αναθέτουμε για υιοθεσία στις οθόνες. Κοιτάζουμε τον άλλον μόνο σαν λογαριασμό στην τράπεζα. Δεν αγαπάμε. Θέλετε κάτι περισσότερο απ’ αυτό; Ξεχάσαμε να αγαπάμε. Ποιος φταίει γι’ αυτό; Όπως λέει και ο Σαββόπουλος: "Φταίει κι ο λυράρης, φταίει, όμως, κι ο ίδιος ο λαός που είναι μαραζιάρης..." Τώρα , νομοτελειακά πληρώνουμε το νόμισμα αυτής της αφροσύνης. Εύχομαι, πραγματικά το εύχομαι, με όλη τη δύναμη της καρδιάς μου το εύχομαι, να έρθει γρήγορα η κάθαρση!

-Ξέρεις πως οι απόψεις μας συγκλίνουν και εδώ και σε βαθύτερα θέματα κι αν θέλαμε να πάμε πιο βαθιά, με όσες διαφωνίες προκαλέσουμε, η Χούντα ήταν ένα ωραία στημένο παιχνίδι που οδήγησε με τον πλέον "ανώδυνο" τρόπο στο "Μπουκάλι"...Δεν ξέρω ποιοι και πόσο θα αντέξουν να αντιστέκονται ακόμα.. Μια και ανέφερα το "Μπουκάλι", από τα αγαπημένα μου έργα του Βασίλη Ζιώγα - είχα τη μεγάλη τύχη να παίξω με μια ερασιτεχνική ομάδα, το έργο αυτό- , να μιλήσουμε και γι' αυτή την τόσο ξεχωριστή οικογένεια στην οποία μεγαλώνεις και σίγουρα παίρνεις τις βάσεις για να γίνεις ένα φιλελεύθερο και σκεπτόμενο άτομο.

-Χαίρομαι που ακούω ότι έπαιξες στο "Μπουκάλι". Για τον πατέρα μου ήταν ένα από τα πιο αγαπημένα του έργα. Όσο για την οικογενειακή ατμόσφαιρα, Ελένη μου, νομίζω ότι είπα μερικά πράγματα πιο πάνω. Αλλά αν θέλεις περισσότερες λεπτομέρειες , μπορώ να σου πω ακόμα ότι, εμείς τα παιδιά αυτών των ιδιόμορφων γονιών, ζήσαμε με ειλικρίνεια και τις καλές και τις κακές στιγμές, χορτάσαμε πνευματική τροφή - ενώ απ’ την άλλη όχι !-, και νοιώσαμε στο πετσί μας το μαρτύριο του καλλιτέχνη, και ιδιαίτερα του ανήσυχου, σκεπτόμενου καλλιτέχνη των μεθεορτίων του υπαρξισμού και της αμφισβήτησης. Καθώς αυτός παραδέρνει στα θραύσματα της ψυχής και της ζωής του, καθώς αρνείται την παραδοχή κάθε σύμβασης και σπάει μονίμως στεγανά για να βρει την αλήθεια. Καθώς αρνείται τον Θεό όπως του τον έμαθαν και φωνάζει ως άλλος απελπισμένος Ζαρατούστρα σ’ αυτόν το Θεό που αρνείται να τον σώσει με μια νέα Επιφάνεια. Όλα αυτά που τώρα τα μεταφράζω σε νοήματα, ίσως και λίγο ακραία, ήταν ωστόσο μια ζέουσα καθημερινότητα. Μολονότι εμείς σαν παιδιά δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτε άλλο εκτός από το να παρακολουθούμε σιωπηλά και μουτρωμένα τους αγώνες των γονιών μας. Έκρυβαν όμως αυτοί οι αιματηροί αγώνες τόση συγκινητική αθωότητα , τόση αληθινή αυτοθυσία, τόση σκοτεινή ελπίδα - σκοτεινή γιατί δεν είχε καμιά απολύτως βεβαιότητα- που δεν μπορούσαν παρά να μας συνηθίσουν στο τολμηρό και στο σπάνιο της ζώσας ψυχής.

-Ελένη, πότε παίρνεις την απόφαση να ασχοληθείς με το Θέατρο και τη στιχουργική; - Όσο για τα υπόλοιπα, θα επανέλθω....

-Αυτό έγινε αφού πέρασε καιρός που προσπάθησα να κερδίσω παντοιοτρόπως τα προς το ζην και να σταθώ στα πόδια μου, για μένα και το παιδί μου, μετά τον χωρισμό μου- και τον θάνατο αργότερα -του πρώτου μου άντρα. Έκανα πολλές και διαφορετικές δουλειές, στην ουσία ό,τι μου βρισκόταν, στην αρχή από ανάγκη, μετά από ανάγκη και τσαντίλα για την τέχνη, που πάντα είχα μέσα μου να με στοιχειώνει, και που πάντα ήθελα να αποταχθώ, προφανώς για να μην πάθω τα ίδια με τους γονείς μου...(γέλια) . Ωστόσο και τη μουσική συνέχιζα κρυφά και ψιλοέγραφα- την αγάπη μου για την υποκριτική δεν τόλμησα να την εκφράσω γιατί ήταν για μένα πολυτέλεια. Μόλις γνώρισα τον δεύτερο άντρα μου το Νίκο (Κουτελιδάκη, γύρω στα τριάντα μου, η ανάγκη μου να εκφραστώ καλλιτεχνικά βρήκε τρόπο να ξεσπάσει, απλούστατα γιατί βρήκα ώμο να γείρω, και ψυχή να με καταλάβει. Τα παράτησα όλα και ξεχύθηκα στο στίβο χωρίς διάκριση και απλώς όπως ερχόταν τα πράγματα. Και τα πράγματα ήρθαν καταιγιστικά και όμορφα και λυτρωτικά.

-Λύτρωση η Τέχνη, Ελένη, ή ένα αβάσταχτο μαρτύριο; τα πρότυπα που είχες έδειχναν να βασανίζονται φορές φορές από αυτή, ή μήπως είναι η στιγμή που συνωμοτεί το Σύμπαν -κατά τον Κοέλιο- ή που ο Θεός αποφασίζει να δείξει τον δρόμο φέρνοντας και τον κατάλληλο σύντροφο - συνοδοιπόρο;

-Και λύτρωση και μαρτύριο. Άλλωστε για την πρώτη είναι αναγκαστική προϋπόθεση το δεύτερο.

Η Τέχνη είναι ακριβώς αυτό. Η διαρκής εναλλαγή του μαρτυρίου με τη λύτρωση, καθώς κορυφώνεται αργά και πεισματικά η πορεία προς την αλήθεια. Το ευτύχημα είναι μέσα απ’ αυτόν τον παράξενο δρόμο των ακραίων εναλλαγών να έχει κατορθώσει κανείς προς το τέλος να πλησιάσει τον ποθούμενο προορισμό. Αλλιώς μένει μονάχα ο πόνος και η γεύση της ματαιότητας. Όσο για τη συνωμοσία του Σύμπαντος - με την έννοια της Συμπαντικής Αυτοαλήθειας, δηλαδή του Θεού - για το καλό μας, αυτό είναι η μοναδική πραγματικότητα. Ο Θεός πάντα συνωμοτεί για το καλό μας, αρκεί να μπορούμε να το αντιληφθούμε. Και να αρπάξουμε την ευκαιρία με όλο μας το είναι όταν μας χτυπάει την πόρτα. Τώρα, όσο πιο κοντά στο Θεό βρίσκεται κανείς, τόσο πιο συχνά ακούει αυτό το ευεργετικό χτύπημα. Οι Άγιοι μάλλον "ξεκουφαίνονται" ...(γέλια). Εγώ είμαι εξαιρετικά βαρύκοη -έως θεόκουφη! - με ορισμένες όμως σωτήριες διαλείψεις (γέλια).

-Είσαι ένας άνθρωπος που η Τέχνη δεν τον έκλεισε μέσα στο "Εγώ" μ' αυτόν τον αυτιστικό τρόπο που βλέπουμε σε πολλούς καλλιτέχνες, οι οποίοι αρχίζουν ν' αναζητούν την Αλήθεια σε παραθρησκευτικές οργανώσεις, ιδεολογήματα κλπ. Φαντάζομαι ότι έχεις "χτυπηθεί" στις προσωπικές σου αναζητήσεις για να μπορείς να διακρίνεις έννοιες όπως «ολοκλήρωση μέσα στην αγάπη του άλλου ανθρώπου», «ταπείνωση που σε οδηγεί στην κατάκτηση του υψηλού», «αγάπη για τον κόσμο» , που σε άλλους φαίνεται παράνοια καθώς δεν έχει καμία υλική τουλάχιστον ανταμοιβή.

Ξέρω πως μπαίνουμε σε χωράφια δύσκολα τώρα αλλά, δεν είδα ποτέ και να διστάζεις να μιλήσεις γι' αυτά....Πέρασες από φάσεις άρνησης του Θεού; Προσωπικά, έχω περάσει κι αν δεν είχα ισχυρά αντίβαρα θα είχα εξελιχθεί, και στο λέω μετά λόγου γνώσεως, και σε πολέμιο....

-Μιλώντας για πορεία προς την αλήθεια, ο δρόμος του μαρτυρίου για μένα ήταν ακριβώς αυτός. Η άρνηση του Θεού. Αυτή η άρνηση, δανεισμένη απ’ τον μηδενισμό, ή στην καλύτερη περίπτωση, τον αγνωστικισμό, των καλλιτεχνικών ρευμάτων του 20ου αιώνα, που μου έδινε αρχικά την αυταπάτη της ελευθερίας, έγινε παράλληλα η τιμωρία μου. Ωστόσο, ακόμα κι εκείνη την εποχή, όπως συνειδητοποίησα αργότερα, ό,τι έγραφα περιλάμβανε ένα είδος βιωμένης θεολογίας. Σ’ αυτό μάλλον συνέτεινε η αγάπη μου για τους απλούς καλούς ανθρώπους και η διαρκής διείσδυση της περιέργειάς μου στο βάθος του ψυχισμού τους. Αυτόν τον ψυχισμό αποκρυπτογραφούσα και μετέφερα στα τραγούδια μου, ακόμα και στα τηλεοπτικά μου σενάρια. Η λύτρωση έφτασε με την παραδοχή της Πίστης, με τρόπο που θα τον περιέγραφα θαυματουργικό. Δεν έχει σημασία και δεν ενδιαφέρει εδώ τι ακριβώς εννοώ, γιατί ο καθένας μπορεί να δώσει τη δική του ερμηνεία στο γεγονός. Σημασία έχει, και εδώ είναι το θαύμα, ότι εγώ έδωσα αυτήν ακριβώς την ερμηνεία. Άλλωστε η Πίστη είναι προσωπική. Στον καθένα μας εμφανίζεται και βιώνεται με μοναδικό και αναντικατάστατο τρόπο. Από κει και πέρα έρχεται άλλο μαρτύριο, απόλυτα ασφαλές όμως. Να κατορθώσει κανείς να συμφιλιώσει τον παλιό με τον νέο εαυτό, να εξακοντίσει την ψυχή του σε άλλα σύμπαντα, να κυνηγήσει μια ελευθερία διαφορετική, άγνωστη, παράξενη, παράλογη, αλλά ταυτόχρονα τόσο γνωστή, απλή και λογική. Την ελευθερία των αντινομιών και του παράδοξου της αγάπης.

-Έτσι είναι ακριβώς, πρόκειται για το χώρο όπου η λογική περιττεύει αλλά δεν είναι ο χώρος του παράλογου. Είναι η περιοχή, ας πούμε, όπου το Υπέρ - λόγον δρα με τρόπο μυστικό και ξεχωριστό για καθέναν από εμάς.

Και φεύγω - με βαριά καρδιά είναι αλήθεια από αυτό το κομμάτι της συζήτησης - για να έρθουμε στην πορεία τη θεατρική του τώρα και στις δουλειές που ετοιμάζεις. Ας ξεκινήσουμε από την τελευταία. Την αγαπημένη πολλών Κυρία Έλεν!

- «Το Μυστικό της Κυρίας Έλεν» είναι μια από σκηνής εξομολόγηση. Ένας μονόλογος όπου μια γυναίκα μας ανοίγει την «αυλαία» στην πολυκύμαντη και ηρωική ζωή της, που διατρέχει όλα τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας της Ελλάδας κατά τον 20ο αιώνα, αλλά και στην ιδιόμορφη σχέση της με τον συγγραφέα γιο της, του οποίου την αγωνιώδη πάλη για την ανακάλυψη της αλήθειας στο υπαρξιακό ερωτηματικό του θανάτου η ίδια δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει.

Η σπάνια αυτή γυναίκα, που ξεκίνησε σαν φτωχοκόριτσο στα Γιάννενα του 1914, και η οποία κατάφερε να γίνει επιτυχημένη αισθητικός, ήταν η ενσάρκωση της θεληματικής προσωπικότητας. Γι’ αυτό πολέμησε παλικαρίσια με τα δυσανάλογα για τη φύση της, αλλά και τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της εποχής της, εμπόδια, που δεν έπαυαν να ορθώνονται μπροστά της σε όλη τη διάρκεια της ζωής της σαν ένα είδος τυραννικής νομοτέλειας.

Στην ουσία εδώ εκμυστηρεύομαι μια αληθινή οικογενειακή ιστορία, εκείνη της γιαγιάς μου και του πατέρα μου. Το κείμενο είναι βασισμένο στο μυθιστόρημα του πατέρα μου «Όπως τα κούρντισες Θέ’ μου». Για εκείνον, το μυθιστόρημα, που έγραψε μετά το θάνατο της μητέρας του, ήταν ένας φόρος τιμής, μια χειρονομία αγάπης, αλλά ταυτόχρονα και ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με το πιο σημαντικό ίσως πρόσωπο της ζωής του. Τώρα ήρθε η σειρά μου να αποτίσω το δικό μου φόρο τιμής στον πατέρα μου, συμπληρώνοντας την ιστορία όπως την έζησα εγώ με τη σειρά μου, και μάλιστα ερμηνεύοντας η ίδια το ρόλο της συνονόματης γιαγιάς μου.

Η παράσταση, που ανέβηκε για πρώτη φορά το Δεκέμβριο στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και σε σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη, επαναλαμβάνεται τον Μάϊο που μας έρχεται στον ίδιο χώρο. Τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι του Κωνσταντίνου Ζαμάνη, η μουσική της Ευανθίας Ρεμπούτσικα και οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου. Βοηθός σκηνοθέτη ο Μιχάλης Κωνσταντινίδης. Παίζει ακόμα- για να ολοκληρωθεί η οικογενειακή υπόθεση- η κόρη μου η Μυρτώ (Καρέκου).

-Πραγματικά οικογενειακή υπόθεση...Ελένη, για να πάμε προς το κλείσιμο αυτής της συζήτησης - εγώ δεν θα το ήθελα στο λέω - θα σου δώσω κάποιες ερωτήσεις και θα μου δίνεις σύντομες, όσο γίνεται, απαντήσεις. Συμφωνείς;

-Βεβαίως.

-Ωραία...Συγγραφείς και ποιητές που αγάπησες.

-Είναι αμέτρητοι :Ντοστογιέφσκι, Μαρκές, Τσέχωφ, Σέξπηρ, Στρίντμπεργκ, Μπέκετ, Παπαδιαμάντης, Σεφέρης, Καβάφης, Ελύτης, Ρίτσος, Καρούζος , Σαχτούρης, Έμιλυ Ντίκινσον, Ρεμπό, Καρυωτάκης και μύριοι όσοι άλλοι... Στο επιστέγασμα οι Ψαλμοί του Δαυίδ, το Άσμα Ασμάτων, και αρκετοί από τους Βυζαντινούς ποιητές... Η αγάπη μου για τα έργα του πατέρα μου, περιττό ν’ αναφερθεί εδώ... Επίσης είναι και πολλοί που ξεχνάω... Δεν αναφέρθηκα, βέβαια, σε ζώντες λογοτέχνες για αποφυγή παρεξηγήσεων.

-Ηθοποιοί που σε σημάδεψαν!

-Ο Όρσον Ουέλς, ο κατά Σμοχτουνόφσκι Άμλετ, ο Μπράντο και από τους ζώντες κινηματογραφικούς η Μέριλ Στρηπ . Είναι και πολλοί άλλοι, και ακόμα περισσότεροι Έλληνες. Ωστόσο και πάλι αισθάνομαι ότι αδικώ πολλούς που τώρα δεν έρχονται στη μνήμη μου. Ιδιαίτερα ανάμεσα στους Άγγλους θεατρικούς ηθοποιούς που δανείζονται ενίοτε στην εικόνα και από κει καταφέρνουμε να τους μάθουμε, δεν έχεις ποιόν να πρωτοδιαλέξεις. Παράδειγμα η Μάγκι Σμιθ.

-Υπάρχουν ρόλοι που η Ελένη Ζιώγα θα ήθελε να ερμηνεύσει στην θεατρική πορεία της;

-Δεν ονειρεύτηκα ποτέ ρόλους. Αγαπώ πρώτα τους συγγραφείς και ύστερα τους ρόλους. Θα έλεγα ότι θα μ’ ενδιέφερε οποιοσδήποτε ρόλος σε ένα έργο ενός αγαπημένου μου συγγραφέα. Με την προϋπόθεση ότι θα είναι και ο σκηνοθέτης αγαπημένος μου (γέλια). Θέλω να εμπιστεύομαι τον εαυτό μου στους σκηνοθέτες. Είναι ταξίδι με εκπλήξεις. Αποφεύγεις τα στερεότυπα της υποκριτικής.

-Υπάρχουν πράγματα που φοβάσαι;

-Ο φόβος. Μόνο τον φόβο φοβάμαι. Αν απαλλαγεί κανείς από τον φόβο δεν έχει πια τίποτα να φοβάται (γέλια). Αν κοιτάξουμε με λεπτομέρεια μέσα μας θα δούμε ότι είμαστε πολιορκημένοι από αμέτρητους φόβους σε όλες τις μορφές και τις εντάσεις.

Νομίζω, πραγματικά, ότι ο Παράδεισος ισοδυναμεί με την απουσία φόβου.

-Ποια πράγματα ονειρεύεσαι και ποθείς;

-Ποθώ την ένωσή μου με τους άλλους. Θα ήθελα να μπορούσα να βλέπω ίσια στον πυρήνα της ψυχής τους, εκεί που όλοι μας μοιάζουμε... Αλλά ξέρω πως δεν θα συμβεί ποτέ. Τουλάχιστον σ’ αυτή τη ζωή.

-Ελένη, μπορώ να σε χαρακτηρίσω ανεπιφύλακτα με τον τίτλο ενός δικού σου τηλεοπτικού έργου … "alma libre"..... Σ' ευχαριστώ που άνοιξες την καρδιά σου και που μίλησες με την ευθύτητα μιας ελεύθερης ψυχής! Να είσαι καλά με τα αγαπημένα σου πρόσωπα και να κάνεις πάντα τα πράγματα που ποθεί η ψυχούλα σου! Για μένα, για το "Από Καρδιάς", για το «Λόγων Παίγνια», η χαρά και η τιμή της παρουσίας σου εδώ ήταν μεγάλη! Ευχαριστώ ολόψυχα για τούτο το άνοιγμα!

-Κι εγώ για την ευκαιρία που μου έδωσες να μιλήσω ελεύθερα. Όπως τραβάει η ψυχή μου. Δεν συμβαίνει συχνά αυτό.

Σ’ ευχαριστώ.

Για καλύτερη ανάγνωση επιλέξτε την λειτουργία "πλήρης οθόνη",κάτω αριστερά


Από το Λόγων Παίγνια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου