Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

Δεν βλέπω, δεν ακούω, δεν μιλάω

Του Παναγιώτη Πάντου* 


Κάπου στο εξωτικό Χαλάνδρι υπάρχει εδώ και δεκαετίες ένας καταυλισμός Τσιγγάνων. Δεν χρειάζεται κανείς να ζει στην περιοχή για να γνωρίζει αν έχει αποτελέσει σημείο κοινωνικών εντάσεων και αντιπαραθέσεων. Μπορεί να το φανταστεί χωρίς να έχει κανένα στοιχείο.

Εξίσου στα τυφλά θα μπορούσαν οι πάντες να εκτιμήσουν ότι οι κάτοικοί του έχουν αποτελέσει πολλαπλό στόχο ρατσιστικών επιθέσεων, όχι από οπλισμένους χρυσαυγίτες, αλλά από το ίδιο το κράτος του οποίου αποτελούν πολίτες. Κι όμως, αυτό χρειάζεται πάντα απόδειξη, συνοδεύεται από ένα «ναι μεν αλλά» κι από ένα «δεν ήξερα, δεν άκουσα», δείχνοντας πόσο λίγα πράγματα έχει πετύχει η κοινωνία μας στον τομέα της καταπολέμησης προκαταλήψεων και διακρίσεων.

Τις τελευταίες μέρες εκτυλίσσεται ένα ακόμη επεισόδιο. Η κυβέρνηση, διά του κρατικού περιφερειάρχη (αλήθεια, γιατί έχουμε τέτοιον, αφού πλέον υπάρχουν αιρετοί περιφερειάρχες;), επανέρχεται όχι για να συμβάλει στην εξομάλυνση ενός δύσκολου ζητήματος και για να στηρίξει τη νέα δημοτική αρχή ώστε να κάνει κάτι καλύτερο εκεί που η προηγούμενη (η δική της, βρε...) απέτυχε, αλλά για να προωθήσει την ακροδεξιά ατζέντα της.

Είναι προφανές ότι η επιλογή του χρόνου και του τόπου δεν είναι τυχαία: τα σαΐνια της Ν.Δ. σκέφτηκαν: «Ας δημιουργήσουμε με το καλημέρα πρόβλημα σε έναν αριστερό δήμαρχο, που μάλιστα αντιτίθεται στις μαζικές απολύσεις των εργαζομένων του δήμου του». Πολιτικάντηδες, άλλωστε, υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα.

Είναι βέβαια πολλά σκαλιά χαμηλότερα στην κλίμακα της ανθρώπινης κατάστασης αυτός που για να κάνει πολιτικό παιχνίδι στοχοποιεί έναν ήδη περιθωριοποιημένο πληθυσμό, αυτός που πιστεύει σε Έλληνες πολίτες πολλών κατηγοριών και -ακόμη χειρότερα- αυτός που θα ήθελε να εξαφανίσει ένα μέρος του πληθυσμού της χώρας από προσώπου γης. Γιατί, φυσικά, οι προτάσεις να μεταφερθούν οι τσιγγάνοι του Χαλανδρίου σε νέο καταυλισμό, χωρίς καν στοιχειώδεις συνθήκες και κυρίως σε ερημική τοποθεσία, χιλιόμετρα μακριά από τον κοντινότερο οικισμό, δεν παραπέμπουν παρά σε νέα Μακρονήσια.

Ακόμη κι έτσι, όμως, τέτοιοι τύποι θα υπάρχουν πάντα και ευτυχώς απέναντί τους θα βρίσκονται οι δημοκρατικοί πολίτες του Χαλανδρίου και δημοτικές αρχές σαν αυτή του Σ. Ρούσσου για να υπερασπιστούν τη συλλογική μας τιμή. Αυτό όμως που δεν είναι καθόλου απαραίτητο να υπάρχει είναι πολιτικά στελέχη που κάνουν τους Κινέζους. Γιατί, όταν οι κυβερνητικές υπηρεσίες προωθούν τον ρατσισμό, οι πολιτικοί δεν δικαιούνται να κρύβονται. Ιδίως όσοι θέλουν να έχουν αναφορά στον φιλελευθερισμό, όσοι μιλάνε για μεσαίους χώρους ή βγάζουν πύρινους λόγους ενάντια στον λαϊκισμό.

Στην περίπτωση του Χαλανδρίου δεν αναμετριούνται οι Μπαλτάκοι με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αναμετριέται η μετριοπαθής, δημοκρατική Δεξιά με τον εαυτό της. Δηλώνει αν έχει λόγο ύπαρξης ως διακριτό ρεύμα ή αν απλώς αποτελεί τον φερετζέ του σαμαρικού σκληρού ροκ. Από τον Σταύρο Θεοδωράκη ή τον Προκόπη Παυλόπουλο μέχρι τον λαλίστατο για ζητήματα Αυτοδιοίκησης Κυριάκο Μητσοτάκη, η σιωπή είναι συνενοχή.

* Ο Παναγιώτης Πάντος είναι πολιτικός επιστήμονας, μέλος του Δ.Σ. τoυ Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, www.mehrineoteras.wordpress.com.

Από την ΑΥΓΗ 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου