Γιάννης Κιμπουρόπουλος
Από τον Δρόμο της Αριστεράς
Απόπειρα
συνθετικής ανάγνωσης όσων διαδραματίζονται μεταξύ Αθηνών και Βρυξελλών,
πολιτικών και οικονομικών τζακιών, αστικών και λαϊκών σαλονιών, με
φόντο την προεδρική εκλογή
Τελικά, αποδεικνύεται ότι το timing της προεδρικής εκλογής δεν είναι διόλου τυχαίο. Όχι μόνο για τους λόγους που έχουν ήδη αναδειχθεί -η δέσμευση της χώρας και της επόμενης κυβέρνησης στην παράταση του μνημονίου και στον «οδικό χάρτη» της προληπτικής γραμμής ECCL-, αλλά και για λόγους πολύ πιο γήινους. Αυτές τις μέρες, εκατομμύρια Έλληνες ψηφοφόροι, μαζεμένοι σε γιορτινά οικογενειακά και φιλικά τραπέζια, ασχολούνται με το παρασκήνιο της προεδρικής εκλογής και τα μετεκλογικά σενάρια με την ίδια ελαφρότητα (ή βαρύτητα) που συζητούν τα κουτσομπολιά της γειτονιάς, τις εξελίξεις στα σόγια, τα παντρολογήματα, τους χωρισμούς, τους έρωτες, τις αγωνίες των παιδιών που μεγαλώνουν διαψεύδοντας ή επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες των γονιών τους. Μεταξύ χοιρινού, οινοποσίας και τηλεοπτικής αποχαύνωσης.
Η πολιτική συζήτηση κυριαρχεί σ’ αυτές τις γιορτινές συνάξεις. Αλλά, δεν υπάρχει τίποτε πιο βολικό για τους «σεφ» της παραπολιτικής μαγειρικής από το γεγονός ότι η κοινωνία είναι απορροφημένη στην γιορταστική ραστώνη, γύρω απ’ τα τζάκια που πνίξανε σε νέφη αιθαλομίχλης τις πόλεις. Το τι θα συμβεί τη Δευτέρα στη Βουλή είναι απλώς ένα συναρπαστικό θέαμα που οι πολίτες θεωρούν αδύνατο να επηρεάσουν. Η γενίκευση και επέκταση αυτής της στάσης στο εγγύς εκλογικό μας μέλλον καταλήγει στην κυριαρχία της ανάθεσης της πολιτικής λύσης σε «σωτήρες». Απ’ αυτή την άποψη δεν είναι και τόσο παράδοξο το εύρημα των δημοσκοπήσεων, για τις οποίες έχουμε κάθε λόγο να είμαστε καχύποπτοι, ότι η πλειοψηφία της κοινής γνώμης είναι κατά των πρόωρων εκλογών. Πιθανότατα ισχύει, στο βαθμό που η λογική της ανάθεσης συνοδεύεται από μια βαθιά συντηρητική αντίληψη αποφυγής της πολιτικής και κοινωνικής «περιπέτειας» που συνεπάγονται οι εκλογές. Και ποιος έχει αμφιβολία ότι η επικείμενη πολιτική αλλαγή έχει κάτι αναπόφευκτα και απρόβλεπτα περιπετειώδες;
Το «καθεστώς», λοιπόν, κάνει παιχνίδι μόνο του. Ευτυχώς για μας, σε συνθήκες κατακερματισμού και έντονων διαφοροποιήσεων στην τακτική. Οι εξωτερικές συνιστώσες του καθεστώτος -οι δανειστές και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι- επέβαλαν μεν τον οδικό χάρτη της δέσμευσης οποιασδήποτε επόμενης κυβέρνησης σε νέο μνημόνιο, αλλά ταυτόχρονα επέτρεψαν στον Σαμαρά να κάνει μόνος το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Υπέθεσαν ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια μεταβατική λύση, ανάλογη με αυτή που επικράτησε στο μεταίχμιο 2011 και 2012 -κυβερνήσεις Πικραμένου και Παπαδήμου-, η οποία προϋπέθεσε μια πρωτοφανή ταξική συσπείρωση του εγχωρίου κατεστημένου, οικονομικού και πολιτικού, αλλά και μια μεγάλη θυσία: την πολιτική εξαφάνιση του Γ. Παπανδρέου και την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.
Αλλά το 2014 δεν είναι 2012, κατά το κλισέ που ακούγεται και γράφεται συχνά το τελευταίο διάστημα. Πράγματι δεν είναι, αλλά γιατί προφανέστατα ο Σαμαράς και η ηγετική ομάδα του Μαξίμου δεν θέλουν να θυσιαστούν στον βωμό μιας «εθνικής» λύσης για το σύστημα εξουσίας. Ο Σαμαράς προτιμά να ρισκάρει μια παρένθεση ΣΥΡΙΖΑ, παρά να γίνει ο ίδιος παρένθεση στη Ν.Δ. Χωρίς αυτό να αποκλείει ότι θα εξαντλήσει τα περιθώρια διεμβολισμού ανεξάρτητων, ΑΝΕΛ και ΔΗΜΑΡ για μια ψηφοφορία – έκπληξη τη Δευτέρα. Ωστόσο, το μόνο πειστικό αντάλλαγμα που θα μπορούσε να προσφέρει είναι μια ρητή ημερομηνία εκλογών. Πράγμα που, εντέλει, καταλήγει σε παίγνιο μηδενικού αθροίσματος. Ο πολιτικός χρόνος είναι κρίσιμος για όλους και κάθε εβδομάδα που κερδίζεται είναι πολύτιμη. Η ολική ρευστοποίηση του κομματικού συστήματος διαλύει πολιτικές οντότητες από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί ευκαιρίες.
Ο «συμβιβασμός των Βρυξελλών», στο Eurogroup της 8ης Δεκεμβρίου, ήταν ο καμβάς που πρόσφεραν οι δανειστές στο ελληνικό κατεστημένο να συσπειρωθεί στη στρατηγική του απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Η συσπείρωση αυτή, όμως, αποδείχθηκε αδύνατη στο πεδίο της τακτικής, γιατί πολύ απλά κάθε συνιστώσα του κατεστημένου έχει ως προτεραιότητα να σώσει το τομάρι της στην απρόβλεπτη «επόμενη μέρα». Ο διασυρμένος στη στρατηγική «εξόδου από το Μνημόνιο» Α. Σαμαράς έχει ως προτεραιότητα να παραμείνει η βασική πολιτική εφεδρεία για το κατεστημένο, ο πολιτικός πόλος που θα διεξαγάγει αποτελεσματικό «πόλεμο» απέναντι στην επόμενη κυβέρνηση και θα συντομεύσει την «παρένθεσή» της. Ο Ε. Βενιζέλος και ο Γ. Παπανδρέου έχουν ως προτεραιότητα τον ανταγωνισμό για την επικράτηση στον μικρόκοσμο του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ. Το Ποτάμι επείγεται να κατοχυρώσει κοινοβουλευτικά τον ρόλο του συστημικού πασπαρτού. Διαφοροποιημένους «αντισυστημικούς» ρόλους διεκδικούν στο μετεκλογικό σκηνικό το ΚΚΕ, οι ΑΝΕΛ, η ναζιστική Χ.Α. Η κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση επηρεάζει, ριζικά, την αριθμητική του σχηματισμού κυβέρνησης από τον νικητή -αλλά χωρίς αυτοδυναμία- των εκλογών.
Αυτή είναι η ιδιομορφία της συγκυρίας. Ενώ το κομματικό σύστημα, σχεδόν στο σύνολό του, είναι προσανατολισμένο στη διέξοδο των εκλογών, το βαθύ σύστημα εξουσίας, τραυματισμένο και αποδιοργανωμένο από την υφεσιακή καταστροφή, ήθελε να κερδηθεί κρίσιμος χρόνος. Το αποτέλεσμα είναι ένας διχασμός τακτικής στο αστικό μπλοκ, που ίσως ερμηνεύει τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους «μέσα» και στους «έξω», τους οικονομικούς παράγοντες και τους βασικούς πολιτικούς εκφραστές τους. Τα σενάρια για μεταβατικές λύσεις, κυβερνήσεις ειδικού σκοπού, διευκολυντικούς ελιγμούς στο θέμα της προεδρικής εκλογής και τα παρεμφερή, που με πείσμα απέκλεισε ο Σαμαράς, είχαν πολύ συγκεκριμένους υποβολείς. Οι τραπεζίτες που αναρωτιούνται αν θα είναι στο τιμόνι των κρατικών τραπεζών σε δυο μήνες, τα επιχειρηματικά λόμπι που χρειάζονται χρόνο για να εξαφανίσουν ή να εξωραΐσουν τους σκελετούς στις ντουλάπες των τραπεζικών δανείων, το μιντιακό καρτέλ που εξαρτάται πλήρως από το τραπεζικό, οι μνηστήρες ή ιδιοκτήτες, ήδη, της ληστρικά πωλούμενης δημόσιας περιουσίας, οι προμηθευτές και εργολάβοι που περιμένουν τις «εμπροσθοβαρείς» εκταμιεύσεις του νέου ΕΣΠΑ και, γύρω από αυτούς, ένα συνονθύλευμα από επιχειρηματικές «μαφίες» και τροφίμους του Πρυτανείου, όλοι απαιτούν χρόνο για να δημιουργήσουν νέες πολιτικές σταθερές και να αποσαφηνίσουν τη στρατηγική τους και έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.
Η πιο συγκροτημένη και συμπυκνωμένη έκφραση της ταξικής αγωνίας του αστικού μπλοκ πέρασε στα ψιλά. Ήταν η ανακοίνωση-διακήρυξη του ΣΕΒ που απαιτούσε προ ημερών «εθνική συνεννόηση», «εθνική στρατηγική», «εθνικό οδικό χάρτη πολιτικών στόχων» – το επίθετο «εθνικός» χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον σ’ αυτή την ανακοίνωση. Ο ΣΕΒ βάζει στο τετράπτυχο του «εθνικού οδικού χάρτη» τους εξής στόχους: μια εθνική επιτροπή υψηλών προδιαγραφών για τη διαπραγμάτευση του χρέους, τη συμφωνία των κομμάτων για τη συνταγματική αναθεώρηση, τη δέσμευση των πολιτικών δυνάμεων στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πολιτικών (ρευστότητα από την ΕΚΤ και ΕΣΠΑ) για την ανάπτυξη με βάση την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Σ’ αυτό το λιτό μανιφέστο της συλλογικής έκφρασης της αστικής ελίτ εμπεριέχονται τόσο οι διαχωριστικές γραμμές από την τακτική Σαμαρά, όσο και οι πιθανές γέφυρες συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, σ’ αυτό το τετράπτυχο «εθνικών» στόχων έχει εξαφανιστεί ο βαθιά ταξικός χαρακτήρας της μνημονιακής απορρύθμισης του ελληνικού καπιταλισμού, που μπορεί να είχε θύματα και αρκετούς καπιταλιστές, αλλά διέσωσε έναν σκληρότερο πυρήνα τους, με όρεξη για δυναμική επανεκκίνηση και συμμετοχή στο επικείμενο νέο γύρο λεηλασίας της χώρας και του πλούτου της.
Τελικά, αποδεικνύεται ότι το timing της προεδρικής εκλογής δεν είναι διόλου τυχαίο. Όχι μόνο για τους λόγους που έχουν ήδη αναδειχθεί -η δέσμευση της χώρας και της επόμενης κυβέρνησης στην παράταση του μνημονίου και στον «οδικό χάρτη» της προληπτικής γραμμής ECCL-, αλλά και για λόγους πολύ πιο γήινους. Αυτές τις μέρες, εκατομμύρια Έλληνες ψηφοφόροι, μαζεμένοι σε γιορτινά οικογενειακά και φιλικά τραπέζια, ασχολούνται με το παρασκήνιο της προεδρικής εκλογής και τα μετεκλογικά σενάρια με την ίδια ελαφρότητα (ή βαρύτητα) που συζητούν τα κουτσομπολιά της γειτονιάς, τις εξελίξεις στα σόγια, τα παντρολογήματα, τους χωρισμούς, τους έρωτες, τις αγωνίες των παιδιών που μεγαλώνουν διαψεύδοντας ή επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες των γονιών τους. Μεταξύ χοιρινού, οινοποσίας και τηλεοπτικής αποχαύνωσης.
Η ανάθεση και η «περιπέτεια»
Η πολιτική συζήτηση κυριαρχεί σ’ αυτές τις γιορτινές συνάξεις. Αλλά, δεν υπάρχει τίποτε πιο βολικό για τους «σεφ» της παραπολιτικής μαγειρικής από το γεγονός ότι η κοινωνία είναι απορροφημένη στην γιορταστική ραστώνη, γύρω απ’ τα τζάκια που πνίξανε σε νέφη αιθαλομίχλης τις πόλεις. Το τι θα συμβεί τη Δευτέρα στη Βουλή είναι απλώς ένα συναρπαστικό θέαμα που οι πολίτες θεωρούν αδύνατο να επηρεάσουν. Η γενίκευση και επέκταση αυτής της στάσης στο εγγύς εκλογικό μας μέλλον καταλήγει στην κυριαρχία της ανάθεσης της πολιτικής λύσης σε «σωτήρες». Απ’ αυτή την άποψη δεν είναι και τόσο παράδοξο το εύρημα των δημοσκοπήσεων, για τις οποίες έχουμε κάθε λόγο να είμαστε καχύποπτοι, ότι η πλειοψηφία της κοινής γνώμης είναι κατά των πρόωρων εκλογών. Πιθανότατα ισχύει, στο βαθμό που η λογική της ανάθεσης συνοδεύεται από μια βαθιά συντηρητική αντίληψη αποφυγής της πολιτικής και κοινωνικής «περιπέτειας» που συνεπάγονται οι εκλογές. Και ποιος έχει αμφιβολία ότι η επικείμενη πολιτική αλλαγή έχει κάτι αναπόφευκτα και απρόβλεπτα περιπετειώδες;
Το «καθεστώς», λοιπόν, κάνει παιχνίδι μόνο του. Ευτυχώς για μας, σε συνθήκες κατακερματισμού και έντονων διαφοροποιήσεων στην τακτική. Οι εξωτερικές συνιστώσες του καθεστώτος -οι δανειστές και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι- επέβαλαν μεν τον οδικό χάρτη της δέσμευσης οποιασδήποτε επόμενης κυβέρνησης σε νέο μνημόνιο, αλλά ταυτόχρονα επέτρεψαν στον Σαμαρά να κάνει μόνος το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Υπέθεσαν ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια μεταβατική λύση, ανάλογη με αυτή που επικράτησε στο μεταίχμιο 2011 και 2012 -κυβερνήσεις Πικραμένου και Παπαδήμου-, η οποία προϋπέθεσε μια πρωτοφανή ταξική συσπείρωση του εγχωρίου κατεστημένου, οικονομικού και πολιτικού, αλλά και μια μεγάλη θυσία: την πολιτική εξαφάνιση του Γ. Παπανδρέου και την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.
Εντός, εκτός παρενθέσεως
Αλλά το 2014 δεν είναι 2012, κατά το κλισέ που ακούγεται και γράφεται συχνά το τελευταίο διάστημα. Πράγματι δεν είναι, αλλά γιατί προφανέστατα ο Σαμαράς και η ηγετική ομάδα του Μαξίμου δεν θέλουν να θυσιαστούν στον βωμό μιας «εθνικής» λύσης για το σύστημα εξουσίας. Ο Σαμαράς προτιμά να ρισκάρει μια παρένθεση ΣΥΡΙΖΑ, παρά να γίνει ο ίδιος παρένθεση στη Ν.Δ. Χωρίς αυτό να αποκλείει ότι θα εξαντλήσει τα περιθώρια διεμβολισμού ανεξάρτητων, ΑΝΕΛ και ΔΗΜΑΡ για μια ψηφοφορία – έκπληξη τη Δευτέρα. Ωστόσο, το μόνο πειστικό αντάλλαγμα που θα μπορούσε να προσφέρει είναι μια ρητή ημερομηνία εκλογών. Πράγμα που, εντέλει, καταλήγει σε παίγνιο μηδενικού αθροίσματος. Ο πολιτικός χρόνος είναι κρίσιμος για όλους και κάθε εβδομάδα που κερδίζεται είναι πολύτιμη. Η ολική ρευστοποίηση του κομματικού συστήματος διαλύει πολιτικές οντότητες από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί ευκαιρίες.
Ο «συμβιβασμός των Βρυξελλών», στο Eurogroup της 8ης Δεκεμβρίου, ήταν ο καμβάς που πρόσφεραν οι δανειστές στο ελληνικό κατεστημένο να συσπειρωθεί στη στρατηγική του απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Η συσπείρωση αυτή, όμως, αποδείχθηκε αδύνατη στο πεδίο της τακτικής, γιατί πολύ απλά κάθε συνιστώσα του κατεστημένου έχει ως προτεραιότητα να σώσει το τομάρι της στην απρόβλεπτη «επόμενη μέρα». Ο διασυρμένος στη στρατηγική «εξόδου από το Μνημόνιο» Α. Σαμαράς έχει ως προτεραιότητα να παραμείνει η βασική πολιτική εφεδρεία για το κατεστημένο, ο πολιτικός πόλος που θα διεξαγάγει αποτελεσματικό «πόλεμο» απέναντι στην επόμενη κυβέρνηση και θα συντομεύσει την «παρένθεσή» της. Ο Ε. Βενιζέλος και ο Γ. Παπανδρέου έχουν ως προτεραιότητα τον ανταγωνισμό για την επικράτηση στον μικρόκοσμο του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ. Το Ποτάμι επείγεται να κατοχυρώσει κοινοβουλευτικά τον ρόλο του συστημικού πασπαρτού. Διαφοροποιημένους «αντισυστημικούς» ρόλους διεκδικούν στο μετεκλογικό σκηνικό το ΚΚΕ, οι ΑΝΕΛ, η ναζιστική Χ.Α. Η κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση επηρεάζει, ριζικά, την αριθμητική του σχηματισμού κυβέρνησης από τον νικητή -αλλά χωρίς αυτοδυναμία- των εκλογών.
Ζητείται χρόνος
Αυτή είναι η ιδιομορφία της συγκυρίας. Ενώ το κομματικό σύστημα, σχεδόν στο σύνολό του, είναι προσανατολισμένο στη διέξοδο των εκλογών, το βαθύ σύστημα εξουσίας, τραυματισμένο και αποδιοργανωμένο από την υφεσιακή καταστροφή, ήθελε να κερδηθεί κρίσιμος χρόνος. Το αποτέλεσμα είναι ένας διχασμός τακτικής στο αστικό μπλοκ, που ίσως ερμηνεύει τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους «μέσα» και στους «έξω», τους οικονομικούς παράγοντες και τους βασικούς πολιτικούς εκφραστές τους. Τα σενάρια για μεταβατικές λύσεις, κυβερνήσεις ειδικού σκοπού, διευκολυντικούς ελιγμούς στο θέμα της προεδρικής εκλογής και τα παρεμφερή, που με πείσμα απέκλεισε ο Σαμαράς, είχαν πολύ συγκεκριμένους υποβολείς. Οι τραπεζίτες που αναρωτιούνται αν θα είναι στο τιμόνι των κρατικών τραπεζών σε δυο μήνες, τα επιχειρηματικά λόμπι που χρειάζονται χρόνο για να εξαφανίσουν ή να εξωραΐσουν τους σκελετούς στις ντουλάπες των τραπεζικών δανείων, το μιντιακό καρτέλ που εξαρτάται πλήρως από το τραπεζικό, οι μνηστήρες ή ιδιοκτήτες, ήδη, της ληστρικά πωλούμενης δημόσιας περιουσίας, οι προμηθευτές και εργολάβοι που περιμένουν τις «εμπροσθοβαρείς» εκταμιεύσεις του νέου ΕΣΠΑ και, γύρω από αυτούς, ένα συνονθύλευμα από επιχειρηματικές «μαφίες» και τροφίμους του Πρυτανείου, όλοι απαιτούν χρόνο για να δημιουργήσουν νέες πολιτικές σταθερές και να αποσαφηνίσουν τη στρατηγική τους και έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.
Το μανιφέστο του ΣΕΒ
Η πιο συγκροτημένη και συμπυκνωμένη έκφραση της ταξικής αγωνίας του αστικού μπλοκ πέρασε στα ψιλά. Ήταν η ανακοίνωση-διακήρυξη του ΣΕΒ που απαιτούσε προ ημερών «εθνική συνεννόηση», «εθνική στρατηγική», «εθνικό οδικό χάρτη πολιτικών στόχων» – το επίθετο «εθνικός» χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον σ’ αυτή την ανακοίνωση. Ο ΣΕΒ βάζει στο τετράπτυχο του «εθνικού οδικού χάρτη» τους εξής στόχους: μια εθνική επιτροπή υψηλών προδιαγραφών για τη διαπραγμάτευση του χρέους, τη συμφωνία των κομμάτων για τη συνταγματική αναθεώρηση, τη δέσμευση των πολιτικών δυνάμεων στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πολιτικών (ρευστότητα από την ΕΚΤ και ΕΣΠΑ) για την ανάπτυξη με βάση την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Σ’ αυτό το λιτό μανιφέστο της συλλογικής έκφρασης της αστικής ελίτ εμπεριέχονται τόσο οι διαχωριστικές γραμμές από την τακτική Σαμαρά, όσο και οι πιθανές γέφυρες συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, σ’ αυτό το τετράπτυχο «εθνικών» στόχων έχει εξαφανιστεί ο βαθιά ταξικός χαρακτήρας της μνημονιακής απορρύθμισης του ελληνικού καπιταλισμού, που μπορεί να είχε θύματα και αρκετούς καπιταλιστές, αλλά διέσωσε έναν σκληρότερο πυρήνα τους, με όρεξη για δυναμική επανεκκίνηση και συμμετοχή στο επικείμενο νέο γύρο λεηλασίας της χώρας και του πλούτου της.
Από τον Δρόμο της Αριστεράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου