Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015

Γλέζος, Μηλιός ή Βαρουφάκης;

Απόστολος Διαμαντής 


Μπαίνουμε σε ένα τρίμηνο όπου θα κριθούν τα πάντα: η σταθερότητα της κυβέρνησης, η σταθερότητα του ευρωσυστήματος, η πολιτική επιβίωση των κεντροδεξιών κυβερνήσεων στην Ευρώπη και, τέλος, η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, η οποία εξακολουθεί να μην είναι δεδομένη.

Το κουβάρι είναι ιδιαίτερα μπλεγμένο. Ωστόσο, υπάρχει πάντα ένας μίτος της Αριάδνης, μια κομβική παράμετρος, από την οποία εξαρτώνται και όλες οι υπόλοιπες. Εν προκειμένω η πολιτική παράμετρος: πόσο θα αντέξει η κυβέρνηση Σύριζα- Ανελ, αν θα καταρρεύσει η κυβέρνηση Ραχόι, εάν θα παγιωθεί η κυριαρχία του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία και του Φάραντζ στη Βρετανία και, τέλος, εάν συνεχιστεί η πτώση της δημοτικότητας των γερμανών χριστιανοδημοκρατών.

Αυτές θα είναι οι εξελίξεις που θα κρίνουν την πορεία του Ευρώ, αλλά και της Ελλάδας μέσα σ’ αυτό. Εάν τον Σεπτέμβριο ανατραπεί η κυβέρνηση Ραχόι στην Ισπανία, πράγμα που είναι και το πιθανότερο, τότε η ευρωζώνη θα μπει σε εντελώς αχαρτογράφητα νερά. Εφόσον ο Βαρουφάκης με ένα καρώ κασκόλ κατάφερε να εξαγριώσει τους Γερμανούς και τον Ντάισεμπλουμ και να αναστατώσει τον διεθνή Τύπο, μπορεί κανείς να φανταστεί τι πρόκειται να καταφέρει ο Ισπανός Ιγκλέσιας: πραγματικό πολιτικό πανικό. Εάν εμπεδωθεί, όπως όλα δείχνουν, η κυριαρχία της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, τότε ο πανικός θα κάνει τα σχέδια Ντράγκι για τόνωση της ρευστότητας και ανάπτυξη της ευρωζώνης να μοιάζουν με παιδικό όνειρο.

Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα ενόψει αυτών των σχεδόν βέβαιων εξελίξεων; Πρέπει να κερδίσει χρόνο, να περιμένει στη γωνία και να δημιουργήσει τις κατάλληλες πολιτικές συνθήκες στο εσωτερικό και το εξωτερικό, ούτως ώστε η Ελλάδα είτε να επωφεληθεί από μια αλλαγή της πολιτικής εντός της ευρωζώνης, είτε να είναι έτοιμη για την κατάρρευσή της και την επιστροφή στη δραχμή.

Επομένως οι ενστάσεις του Μανώλη Γλέζου είναι μεν θεμελιωμένες ως προς την πολιτική ηθική, πλην όμως δεν είναι αποτελεσματικές, δηλαδή δεν οδηγούν σε πράξη: τι ακριβώς έπρεπε να κάνει ο Βαρουφάκης; Να επιμείνει στο πρόγραμμα-γέφυρα και στην απουσία ελέγχου για 6 μήνες, κατά τους οποίους η Ελλάδα δεν θα πλήρωνε τα ομόλογα και θα εφήρμοζε το πρόγραμμά της πλήρως; Εάν επέμενε σ’ αυτό, τότε θα έπρεπε να έχει πολιτική απάντηση στη βέβαιη διακοπή ρευστότητας που θα ακολουθούσε. Και τέτοια απάντηση δεν έχει προς το παρόν: ο λαός δεν εξέλεξε τον Τσίπρα για να διακοπεί η τραπεζική ρευστότητα, τον εξέλεξε για να διαπραγματευτεί καλύτερα από τον Σαμαρά, εντός όμως της ευρωζώνης. Μπορεί αυτό να είναι μια illusion, και κατά τη γνώμη μου είναι, διότι εντός του ευρώ είναι απίθανο να δει κανείς πώς είναι δυνατόν να αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία, αλλά πάντως αυτή είναι η γενική λαϊκή εντολή προς το παρόν, η παραμονή στο ευρώ. Αυτό η κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να το αγνοήσει.

Και αυτό ακριβώς έπραξε η κυβέρνηση, κερδίζοντας πολύτιμο χρόνο, καθώς γνωρίζει πως σε μερικούς μήνες το τοπίο πιθανότατα θα είναι πιο ευνοϊκό για περαιτέρω ευελιξία, δηλαδή για ελάφρυνση και αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους. Η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να γίνει αυτή ο λαγός της αμφισβήτησης της γερμανικής ηγεμονίας. Διότι τότε θα έχει προσφέρει στη Γερμανία τον κατάλληλο αντίπαλο και μια εύκολη νίκη. Αντίθετα, η Ελλάδα θα πρέπει να αρκεστεί στο γεγονός ότι ήδη άνοιξε τον δρόμο γι’ αυτήν την αμφισβήτηση και να αφήσει το γήπεδο ελεύθερο για να συγκρουστούν οι μεγάλες ομάδες. Αυτή να παραμείνει ενεργός μεν, αλλά όχι εμπροσθοφυλακή. Η ενδιάμεση ερμηνεία του Γιάννη Μηλιού, ότι θα μπορούσε η κυβέρνηση να προϋπολογίσει και να αντιμετωπίσει τις απειλές Ντράγκι, δεν είναι ρεαλιστική, διότι δεν πρόκειται για απειλές, αλλά για ιστορικό προηγούμενο. Ο Ντράγκι θα προχωρούσε υποχρεωτικά σ’ αυτήν την κίνηση, όπως το έπραξε στην Κύπρο, διότι διαφορετικά θα έπρεπε να παραιτηθεί. Έτσι νομίζω πως έχουν τα πράγματα. Πρέπει να κερδηθεί χρόνος. Η διασφάλιση των συντάξεων, οι ρυθμίσεις των οφειλών προς κράτος και τράπεζες, η δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών και το χτύπημα των οικονομικών ελίτ που μονοπωλούν κρίσιμους τομείς, είναι βήματα αρκετά για να διασφαλίσουν την πολιτική σταθερότητα και να δώσουν στην κυβέρνηση χρόνο να κινηθεί.

Στο μεταξύ, ο Σόϊμπλε, ο Ντάϊζενμπλουμ και ο Ντράγκι, θα έχουν βρει άλλη ασχολία: θα ψάχνουν να βρουν τι ακριβώς θα πρέπει να πούν στον Ιγκλέσιας, στη Λεπέν και στον Φάραντζ. Θα έχουν μπόλικη δουλειά…

*Ο Απόστολος Διαμαντής είναι πανεπιστημιακός και συγγραφέας.

Protagon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου