Tου Ρούντι Ρινάλντι
Ενώ η κυβέρνηση Τσίπρα και οι δανειστές πρωταγωνιστούν στο show των ημερών, ένα πιο μόνιμο και πραγματικό θέμα επιζητά απαντήσεις: Ποιες είναι οι αντιδράσεις που συμβαίνουν ή αναμένονται, ποιο το πνεύμα που επικρατεί στην κοινωνία και στις τάξεις του ταλαιπωρημένου λαού;
Ο περισσότερος κόσμος μοιάζει σαν να το έχει πάρει απόφαση: Η κατάσταση θα χειροτερεύσει, τα μέτρα των 9 δισ. τελικά θα φορτωθούν, συντάξεις και δημόσιος πλούτος θα ψαλιδιστούν, η κυβέρνηση θα συνεχίσει να προχωρά «από επιτυχία σε επιτυχία». Δεν έχει πλέον αυταπάτες, ούτε ίσως ελπίδα για κάτι καλύτερο, αλλά δεν αδιαφορεί, ανησυχεί και προβληματίζεται.
Το πιο ευαίσθητο τμήμα του λαού, αναστοχαζόμενο θέτει το ερώτημα: «Εγώ τι μπορώ να κάνω;». Μοιάζει να επιλέγει την αποστασιοποίηση από την πολιτική, αλλά ακριβέστερα πρόκειται -όπως τόνισε ο Γ. Τσούτσιας στην πρόσφατη εκδήλωση του Δρόμου- για «παράκαμψη της πολιτικής διαδικασίας, τάση αποδέσμευσης από τα χθεσινά διλήμματα και ξαναστάθμισης της κατάστασης από την αρχή».
Με πολλαπλούς τρόπους, σε ένα τμήμα της κοινωνίας εκδηλώνεται διάθεση δοτικότητας και θετικότητας που δεν εξαντλείται στις «καλές στιγμές» που εξέπληξαν τους πάντες (δημοψήφισμα, Προσφυγικό κ.λπ.) αλλά και στην αναζήτηση, με πιο υπόγειες διαδικασίες, μορφών συλλογικότητας και νέου μείγματος πολιτικής δραστηριοποίησης. Το κλίμα της μιζέριας εγκαταλείπεται σιγά-σιγά από ένα τμήμα κόσμου που, παρακάμπτοντας την κεντρική πολιτική σκηνή, γιατί τη θεωρεί σημαδεμένη και εν πολλοίς μπλοκαρισμένη, αναζητά διέξοδο προς άλλες κατευθύνσεις. Παρέες που συζητούν, πολιτιστικές δραστηριότητες, διανοητικές περιπλανήσεις, συνεταιριστικά εγχειρήματα, παρακολούθηση εξειδικευμένων τομέων για λύσεις σε παραγωγικά ζητήματα και εμπειρίες, είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ο κόσμος αυτός δεν ενδιαφέρεται καθόλου για γενικές καταγγελίες, ενώ ο κλασικός πολιτικός λόγος φαντάζει εντελώς απωθητικός.
Οι λύσεις ευκολίας και οι αυταπάτες έδωσαν τη θέση τους σε επίγνωση των δυσκολιών κάθε απελευθερωτικής προσπάθειας καθώς και σε μια ανησυχία για το τι έρχεται μετά, αφού τα γεωπολιτικά ζητήματα έχουν κρούσει ήδη τον κώδωνα του κινδύνου και όλοι διαπιστώνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη ζώνη του πολέμου και των συνεπειών του.
Το δυναμικό αυτό, που αριθμεί εκατοντάδες χιλιάδες προβληματιζόμενων και ενεργών ανθρώπων στη χώρα, δεν μπορεί να συγκινηθεί από αυτά που του προσφέρει -και όπως τα προσφέρει- ο πολιτικός κόσμος, δεν μπορεί να κινητοποιηθεί στo πλαίσιo που δραστηριοποιούνται συνδικαλιστικοί φορείς και κομματικές παρατάξεις στους διάφορους χώρους. Πόσοι, για παράδειγμα, ανταποκρίνονται στα καλέσματα για κινητοποιήσεις ενάντια στα νέα μέτρα ή για την Πρωτομαγιά; Αγώνες που μοιάζουν εικονικοί, αφού δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στην ΓΣΕΕ, ούτε και στα κόμματα που κάθε τόσο καλούν σε ακτιβισμούς και άλλες ενέργειες.
Για παράδειγμα, 1,5 εκατομμύρια άνεργοι και ίσως άλλοι τόσοι νέοι σε δουλειές του ποδαριού, ανασφάλιστοι και χωρίς δικαιώματα, εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα που έχουν να πληρωθούν μήνες, πόσο εύκολο είναι να «νοιαστούν» για το Ασφαλιστικό; Για ποια ασφάλιση, όταν ξέρουν το περιβάλλον στο οποίο ήδη υπάρχουν και φυσικά σκέφτονται ακόμα και το μεροκάματο που θα χάσουν, όσοι το έχουν. Μια θάλασσα ανθρώπων είναι πολύ μακριά από τα κόμματα και το συνδικαλισμό, δεν πιστεύουν σε αυτά. Αφού, λοιπόν, δεν αποτελούν δεξαμενή ψηφοφόρων του κόμματος ή της παράταξης, θα περιπέσουν στην αδιαφορία του επίσημου πολιτικού και συνδικαλιστικού κόσμου…
Οι κοινοτυπίες των «συγκροτήσεων» στο χώρο της Αριστεράς και οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες και λογικές (ξεχωριστές συγκεντρώσεις, διεκδικητισμός και οικονομισμός αντί συνολικής πρότασης, μετάθεση λύσεων στο χώρο του φαντασιακού μιας επανάστασης που κάποτε θα γίνει, αδιαφορία για την κοινωνία και πολιτικαντισμός για αναπαραγωγή γραφειοκρατιών) είναι καταδικασμένες σε αποτυχία και βάλτωμα. Τι προτείνουν συνήθως; Μια συγκέντρωση και μια πορεία, μια 48ωρη όταν έρθουν τα νομοσχέδια στη Βουλή, μια «απεργία διαρκείας» στα ΜΜΕ που κρατά λίγα 24ωρα για να σπάσει πανηγυρικά στη συνέχεια, μετάθεση των πρωτομαγιάτικων κινητοποιήσεων για τις 8 Μαΐου, ημέρα Κυριακή… Και βέβαια, λέξεις όπως ξεσηκωμός και ανατροπή σε όλες τις πτώσεις. Στην πραγματικότητα, το μυαλό των επιτελείων δεν είναι σε κάποιον αγώνα, αλλά στις εκλογές. Αν θα γίνουν, τι ποσοστό θα πάρει ο καθένας και τι θα καταφέρει κάθε υποψήφιος. Μιζέρια στο τετράγωνο ή στον κύβο.
Κι όμως, η πραγματική κατάσταση και οι διεργασίες που γίνονται υποδηλώνουν, αν «διαβαστούν», πως υπάρχει η «υλική και κοινωνική βάση» για ένα διαφορετικό, πιο συνολικό πολιτικό κίνημα διεξόδου. Υπάρχουν σημάδια πως στις αναταράξεις που έρχονται, δημιουργούνται όροι -τόσο ως καταστάλαγμα πείρας όσο και ως αποτέλεσμα παρεμβάσεων- να εκδηλωθούν όχι απλές στοιχειακές αντιδράσεις αλλά και δείγματα ενδιαφερόντων εγχειρημάτων με εμβέλειά κατά πολύ μεγαλύτερη από τα σημερινά δεδομένα.
Το ζήτημα είναι πώς θα εκφραστεί, πώς θα πάρει μέρος, μέσα από ποιες διαδικασίες, ποιους στόχους, ποια προτάγματα, ποια πολιτική αυτή η ίδια η κοινωνική βάση που απωθείται, σπρώχνεται στην έξοδο, συντρίβεται από τις πολιτικές που σήμερα εφαρμόζονται. Μόνο η δική της είσοδος στη σκηνή, με τις μορφές του μαζικού λαϊκού κινήματος και ανατρέποντας ποδηγετήσεις και καπελώματα, ακηδεμόνευτη, μπορεί να δώσει διέξοδο και λύσεις. Μόνο που αυτό δεν προκύπτει αυθόρμητα και με αυτοματισμούς. Χρειάζονται σηματοδοτήσεις και διεργασίες που να επενδύουν τα πάντα σε αυτήν την «είσοδο».
Από τη μια, ένα υπηρετικό πολιτικό προσωπικό που πρέπει να δικαιολογήσει και να περάσει όλα όσα οι δανειστές διατάζουν. Από την άλλη, μια κοινωνία που, σωστά, τα αντιμετωπίζει ως αυτό που είναι: μέτρα διάλυσης της χώρας και της υπόστασης της κοινωνίας. Το χάσμα ανάμεσα στις δύο καταστάσεις προσδιορίζει τη βαθύτερη ουσία της πολιτικής κρίσης που βιώνουμε στην Ελλάδα των μνημονίων.
Η κυβέρνηση Τσίπρα αντέγραψε όλα όσα έκαναν οι παλιοί μνημονιακοί σχηματισμοί και πρόσθεσε απλώς μια πινελιά κεντροαριστερής ρητορικής. Πινελιά αναγκαία (όχι βέβαια ικανή) για να δικαιολογήσει τη συνθηκολόγηση και να συγκαλύψει τη βουλιμία μιας παρέας που ξαφνικά γαντζώθηκε στην κυβερνητική εξουσία. Τείνει όμως να αντιγράψει τις άλλες κυβερνήσεις που πέρασαν και σε κάτι άλλο, στο χρόνο παραμονής τους στην εξουσία που καταγράφεται από το 2010 κοντά στα 1,5 με 2 χρόνια.
Τώρα, με την πλάτη στον τοίχο, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις να καταγράφουν τη Ν.Δ. πρώτο κόμμα και τον ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και τον Αλ. Τσίπρα προσωπικά) σε γρήγορη φθορά, καταστρώνει διάφορους σχεδιασμούς για να διασκεδάσει την κατάσταση. Το πιο αστείο είναι ότι παρουσιάζει όλα όσα κάνει ως «επιτυχία», την κατάσταση ανθηρή και τις εξελίξεις τελείως αισιόδοξες. «Παιδιά χαρά γεμάτα», που λένε, παρέα βέβαια με ουκ ολίγους πρώην ΠΑΣΟΚους που πλάκωσαν και κυριεύουν θέσεις στον κρατικό μηχανισμό. Αυτοί ξέρουν τη δουλειά καλά…
Οι δανειστές, βέβαια, δεν θα κάνουν καμιά χάρη στον Τσίπρα. Ας τους έχει εξυπηρετήσει όσο κανείς, αφού περνούν τόσα μέτρα χωρίς μεγάλες αντιδράσεις. Για αυτούς βαραίνουν κι άλλα πράγματα κι όχι ποιος αναλώσιμος θα υπάρχει να πηγαίνει στο Χίλτον για οδηγίες. Για παράδειγμα, γιατί το θέμα του χρέους να το ανοίξουν με τη σημερινή και όχι με μια επόμενη κυβέρνηση, αφού πρώτα προωθήσουν όσα θέλουν; Χρωστάνε τίποτα στον σημερινό ένοικο του Μαξίμου;
Ο τελευταίος παίζει ένα θέατρο πάνω στις υποτιθέμενες αντιθέσεις των θεσμών, οι βασικοί παράγοντες των οποίων τον αδειάζουν καθημερινά. Ενώ εκείνος «καταγγέλλει» το ΔΝΤ, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί στην Ουάσιγκτον διαπιστώνουν ότι πρέπει να περάσουν τα μέτρα-«κάβα». Οι ΗΠΑ στηρίζουν το ΔΝΤ, ενώ ο Ομπάμα (όπως και ο Ντράγκι τελευταία) προβαλλόταν σαν μεγάλος φίλος της Ελλάδας. Ζητά από τον φίλο Τουσκ Σύνοδο Κορυφής και παίρνει πανηγυρικά «πόρτα». Διαδίδει ότι θα πάει για πολιτική διαπραγμάτευση φτάνοντας πιθανόν σε πρόωρες εκλογές ή δημοψήφισμα και οι δανειστές γελάνε γιατί δεν τους ενοχλούν τα τερτίπια του και γνωρίζουν καλά τη φθορά του. Αυτοί τον κρατούν κι όχι εκείνος αυτούς…
Δρόμος της Αριστεράς
Σκίτσο : Η διαπραγμάτευση συνεχίζεται του Β.Παπαβασιλείου |
Ο λαός ξανασταθμίζει τα πράγματα και αναζητεί διεξόδους πέρα και κόντρα στα… κλασικά
Ενώ η κυβέρνηση Τσίπρα και οι δανειστές πρωταγωνιστούν στο show των ημερών, ένα πιο μόνιμο και πραγματικό θέμα επιζητά απαντήσεις: Ποιες είναι οι αντιδράσεις που συμβαίνουν ή αναμένονται, ποιο το πνεύμα που επικρατεί στην κοινωνία και στις τάξεις του ταλαιπωρημένου λαού;
Ο περισσότερος κόσμος μοιάζει σαν να το έχει πάρει απόφαση: Η κατάσταση θα χειροτερεύσει, τα μέτρα των 9 δισ. τελικά θα φορτωθούν, συντάξεις και δημόσιος πλούτος θα ψαλιδιστούν, η κυβέρνηση θα συνεχίσει να προχωρά «από επιτυχία σε επιτυχία». Δεν έχει πλέον αυταπάτες, ούτε ίσως ελπίδα για κάτι καλύτερο, αλλά δεν αδιαφορεί, ανησυχεί και προβληματίζεται.
Το πιο ευαίσθητο τμήμα του λαού, αναστοχαζόμενο θέτει το ερώτημα: «Εγώ τι μπορώ να κάνω;». Μοιάζει να επιλέγει την αποστασιοποίηση από την πολιτική, αλλά ακριβέστερα πρόκειται -όπως τόνισε ο Γ. Τσούτσιας στην πρόσφατη εκδήλωση του Δρόμου- για «παράκαμψη της πολιτικής διαδικασίας, τάση αποδέσμευσης από τα χθεσινά διλήμματα και ξαναστάθμισης της κατάστασης από την αρχή».
Με πολλαπλούς τρόπους, σε ένα τμήμα της κοινωνίας εκδηλώνεται διάθεση δοτικότητας και θετικότητας που δεν εξαντλείται στις «καλές στιγμές» που εξέπληξαν τους πάντες (δημοψήφισμα, Προσφυγικό κ.λπ.) αλλά και στην αναζήτηση, με πιο υπόγειες διαδικασίες, μορφών συλλογικότητας και νέου μείγματος πολιτικής δραστηριοποίησης. Το κλίμα της μιζέριας εγκαταλείπεται σιγά-σιγά από ένα τμήμα κόσμου που, παρακάμπτοντας την κεντρική πολιτική σκηνή, γιατί τη θεωρεί σημαδεμένη και εν πολλοίς μπλοκαρισμένη, αναζητά διέξοδο προς άλλες κατευθύνσεις. Παρέες που συζητούν, πολιτιστικές δραστηριότητες, διανοητικές περιπλανήσεις, συνεταιριστικά εγχειρήματα, παρακολούθηση εξειδικευμένων τομέων για λύσεις σε παραγωγικά ζητήματα και εμπειρίες, είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ο κόσμος αυτός δεν ενδιαφέρεται καθόλου για γενικές καταγγελίες, ενώ ο κλασικός πολιτικός λόγος φαντάζει εντελώς απωθητικός.
Από την ευκολία στην επίγνωση
Οι λύσεις ευκολίας και οι αυταπάτες έδωσαν τη θέση τους σε επίγνωση των δυσκολιών κάθε απελευθερωτικής προσπάθειας καθώς και σε μια ανησυχία για το τι έρχεται μετά, αφού τα γεωπολιτικά ζητήματα έχουν κρούσει ήδη τον κώδωνα του κινδύνου και όλοι διαπιστώνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη ζώνη του πολέμου και των συνεπειών του.
Το δυναμικό αυτό, που αριθμεί εκατοντάδες χιλιάδες προβληματιζόμενων και ενεργών ανθρώπων στη χώρα, δεν μπορεί να συγκινηθεί από αυτά που του προσφέρει -και όπως τα προσφέρει- ο πολιτικός κόσμος, δεν μπορεί να κινητοποιηθεί στo πλαίσιo που δραστηριοποιούνται συνδικαλιστικοί φορείς και κομματικές παρατάξεις στους διάφορους χώρους. Πόσοι, για παράδειγμα, ανταποκρίνονται στα καλέσματα για κινητοποιήσεις ενάντια στα νέα μέτρα ή για την Πρωτομαγιά; Αγώνες που μοιάζουν εικονικοί, αφού δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στην ΓΣΕΕ, ούτε και στα κόμματα που κάθε τόσο καλούν σε ακτιβισμούς και άλλες ενέργειες.
Για παράδειγμα, 1,5 εκατομμύρια άνεργοι και ίσως άλλοι τόσοι νέοι σε δουλειές του ποδαριού, ανασφάλιστοι και χωρίς δικαιώματα, εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα που έχουν να πληρωθούν μήνες, πόσο εύκολο είναι να «νοιαστούν» για το Ασφαλιστικό; Για ποια ασφάλιση, όταν ξέρουν το περιβάλλον στο οποίο ήδη υπάρχουν και φυσικά σκέφτονται ακόμα και το μεροκάματο που θα χάσουν, όσοι το έχουν. Μια θάλασσα ανθρώπων είναι πολύ μακριά από τα κόμματα και το συνδικαλισμό, δεν πιστεύουν σε αυτά. Αφού, λοιπόν, δεν αποτελούν δεξαμενή ψηφοφόρων του κόμματος ή της παράταξης, θα περιπέσουν στην αδιαφορία του επίσημου πολιτικού και συνδικαλιστικού κόσμου…
Η πεπατημένη κόντρα στην υπαρκτή βάση
Οι κοινοτυπίες των «συγκροτήσεων» στο χώρο της Αριστεράς και οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες και λογικές (ξεχωριστές συγκεντρώσεις, διεκδικητισμός και οικονομισμός αντί συνολικής πρότασης, μετάθεση λύσεων στο χώρο του φαντασιακού μιας επανάστασης που κάποτε θα γίνει, αδιαφορία για την κοινωνία και πολιτικαντισμός για αναπαραγωγή γραφειοκρατιών) είναι καταδικασμένες σε αποτυχία και βάλτωμα. Τι προτείνουν συνήθως; Μια συγκέντρωση και μια πορεία, μια 48ωρη όταν έρθουν τα νομοσχέδια στη Βουλή, μια «απεργία διαρκείας» στα ΜΜΕ που κρατά λίγα 24ωρα για να σπάσει πανηγυρικά στη συνέχεια, μετάθεση των πρωτομαγιάτικων κινητοποιήσεων για τις 8 Μαΐου, ημέρα Κυριακή… Και βέβαια, λέξεις όπως ξεσηκωμός και ανατροπή σε όλες τις πτώσεις. Στην πραγματικότητα, το μυαλό των επιτελείων δεν είναι σε κάποιον αγώνα, αλλά στις εκλογές. Αν θα γίνουν, τι ποσοστό θα πάρει ο καθένας και τι θα καταφέρει κάθε υποψήφιος. Μιζέρια στο τετράγωνο ή στον κύβο.
Κι όμως, η πραγματική κατάσταση και οι διεργασίες που γίνονται υποδηλώνουν, αν «διαβαστούν», πως υπάρχει η «υλική και κοινωνική βάση» για ένα διαφορετικό, πιο συνολικό πολιτικό κίνημα διεξόδου. Υπάρχουν σημάδια πως στις αναταράξεις που έρχονται, δημιουργούνται όροι -τόσο ως καταστάλαγμα πείρας όσο και ως αποτέλεσμα παρεμβάσεων- να εκδηλωθούν όχι απλές στοιχειακές αντιδράσεις αλλά και δείγματα ενδιαφερόντων εγχειρημάτων με εμβέλειά κατά πολύ μεγαλύτερη από τα σημερινά δεδομένα.
Το ζήτημα είναι πώς θα εκφραστεί, πώς θα πάρει μέρος, μέσα από ποιες διαδικασίες, ποιους στόχους, ποια προτάγματα, ποια πολιτική αυτή η ίδια η κοινωνική βάση που απωθείται, σπρώχνεται στην έξοδο, συντρίβεται από τις πολιτικές που σήμερα εφαρμόζονται. Μόνο η δική της είσοδος στη σκηνή, με τις μορφές του μαζικού λαϊκού κινήματος και ανατρέποντας ποδηγετήσεις και καπελώματα, ακηδεμόνευτη, μπορεί να δώσει διέξοδο και λύσεις. Μόνο που αυτό δεν προκύπτει αυθόρμητα και με αυτοματισμούς. Χρειάζονται σηματοδοτήσεις και διεργασίες που να επενδύουν τα πάντα σε αυτήν την «είσοδο».
Χειρισμοί με την κοινωνία απέναντι
Από τη μια, ένα υπηρετικό πολιτικό προσωπικό που πρέπει να δικαιολογήσει και να περάσει όλα όσα οι δανειστές διατάζουν. Από την άλλη, μια κοινωνία που, σωστά, τα αντιμετωπίζει ως αυτό που είναι: μέτρα διάλυσης της χώρας και της υπόστασης της κοινωνίας. Το χάσμα ανάμεσα στις δύο καταστάσεις προσδιορίζει τη βαθύτερη ουσία της πολιτικής κρίσης που βιώνουμε στην Ελλάδα των μνημονίων.
Η κυβέρνηση Τσίπρα αντέγραψε όλα όσα έκαναν οι παλιοί μνημονιακοί σχηματισμοί και πρόσθεσε απλώς μια πινελιά κεντροαριστερής ρητορικής. Πινελιά αναγκαία (όχι βέβαια ικανή) για να δικαιολογήσει τη συνθηκολόγηση και να συγκαλύψει τη βουλιμία μιας παρέας που ξαφνικά γαντζώθηκε στην κυβερνητική εξουσία. Τείνει όμως να αντιγράψει τις άλλες κυβερνήσεις που πέρασαν και σε κάτι άλλο, στο χρόνο παραμονής τους στην εξουσία που καταγράφεται από το 2010 κοντά στα 1,5 με 2 χρόνια.
Τώρα, με την πλάτη στον τοίχο, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις να καταγράφουν τη Ν.Δ. πρώτο κόμμα και τον ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και τον Αλ. Τσίπρα προσωπικά) σε γρήγορη φθορά, καταστρώνει διάφορους σχεδιασμούς για να διασκεδάσει την κατάσταση. Το πιο αστείο είναι ότι παρουσιάζει όλα όσα κάνει ως «επιτυχία», την κατάσταση ανθηρή και τις εξελίξεις τελείως αισιόδοξες. «Παιδιά χαρά γεμάτα», που λένε, παρέα βέβαια με ουκ ολίγους πρώην ΠΑΣΟΚους που πλάκωσαν και κυριεύουν θέσεις στον κρατικό μηχανισμό. Αυτοί ξέρουν τη δουλειά καλά…
Οι δανειστές, βέβαια, δεν θα κάνουν καμιά χάρη στον Τσίπρα. Ας τους έχει εξυπηρετήσει όσο κανείς, αφού περνούν τόσα μέτρα χωρίς μεγάλες αντιδράσεις. Για αυτούς βαραίνουν κι άλλα πράγματα κι όχι ποιος αναλώσιμος θα υπάρχει να πηγαίνει στο Χίλτον για οδηγίες. Για παράδειγμα, γιατί το θέμα του χρέους να το ανοίξουν με τη σημερινή και όχι με μια επόμενη κυβέρνηση, αφού πρώτα προωθήσουν όσα θέλουν; Χρωστάνε τίποτα στον σημερινό ένοικο του Μαξίμου;
Ο τελευταίος παίζει ένα θέατρο πάνω στις υποτιθέμενες αντιθέσεις των θεσμών, οι βασικοί παράγοντες των οποίων τον αδειάζουν καθημερινά. Ενώ εκείνος «καταγγέλλει» το ΔΝΤ, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί στην Ουάσιγκτον διαπιστώνουν ότι πρέπει να περάσουν τα μέτρα-«κάβα». Οι ΗΠΑ στηρίζουν το ΔΝΤ, ενώ ο Ομπάμα (όπως και ο Ντράγκι τελευταία) προβαλλόταν σαν μεγάλος φίλος της Ελλάδας. Ζητά από τον φίλο Τουσκ Σύνοδο Κορυφής και παίρνει πανηγυρικά «πόρτα». Διαδίδει ότι θα πάει για πολιτική διαπραγμάτευση φτάνοντας πιθανόν σε πρόωρες εκλογές ή δημοψήφισμα και οι δανειστές γελάνε γιατί δεν τους ενοχλούν τα τερτίπια του και γνωρίζουν καλά τη φθορά του. Αυτοί τον κρατούν κι όχι εκείνος αυτούς…
Δρόμος της Αριστεράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου