Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Από τον Δρόμο της Αριστεράς
Ενώ
συνεχίζεται η περιδίνηση για το GRexit, η ΕΚΤ επισπεύδει την ποσοτική
χαλάρωση μισού τρισ.- Άγνωστο αν θα περιλαμβάνει και την Ελλάδα
Ρητορικά, το ισοζύγιο τρομοκρατίας και εφησυχασμού ως προς το ενδεχόμενο του GRexit μεταξύ ευρωπαϊκών ηγεσιών, αναλυτών και αγορών γέρνει υπέρ του εφησυχασμού. Σ’ ένα βαθμό έπαιξε τον ρόλο του σ’ αυτό και η αιματηρή επίθεση στο Παρίσι, που βοηθάει τους Ευρωπαίους ηγέτες να βγουν από το κάδρο του «ελληνικού ζητήματος» και της αδέξιας διαχείρισής του. Αλλά, μεγαλύτερη σημασία φαίνεται ότι έχει ο τρόπος που κάθε χώρα του ευρώ «κοστολογεί» τις επιπτώσεις μιας εκούσιας ή ακούσιας εξόδου της Ελλάδας από την Eυρωζώνη. Για παράδειγμα, η ηχηρή αποδοκιμασία των ευρωπαϊκών παρεμβάσεων στις ελληνικές πολιτικές εξελίξεις από τον αυστριακό καγκελάριο Βέρνερ Φάιμαν απηχεί και τον φόβο της αυστριακής ελίτ ότι είναι απολύτως εκτεθειμένη σε ένα σοκ στην Ευρωζώνη σε σχέση με τους παραδοσιακούς εταίρους της στη Γερμανία. Και το ίδιο ισχύει για την πλειοψηφία των χωρών της Ευρωζώνης.
Την ίδια σημασία έχει και η παρατήρηση αναλυτών του χρηματοπιστωτικού lobby, ιδιαίτερα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ότι η Ευρωζώνη δεν αντέχει μια έξοδο χώρας και ιδιαίτερα της Ελλάδας, όχι γιατί αυτή έχει πια κάποια βαρύτητα ή γιατί είναι αβάσταχτο το κόστος του ελληνικού χρέους που έχουν επωμιστεί, αλλά γιατί η Ευρωζώνη στο σύνολό της βρίσκεται σε χειρότερο σημείο απ’ ό,τι πριν την εκδήλωση της ελληνικής κρίσης. Οι ενδείξεις που έδωσε αυτή την εβδομάδα είναι αρκετές: αρνητικός πληθωρισμός για πρώτη φορά από το 2009, ανεργία 11,5%, χρέος 91% του ΑΕΠ, το ευρώ στο χαμηλότερο επίπεδο ισοτιμίας εδώ και εννιά χρόνια- εξέλιξη που τα πλεονεκτήματά της στις εξαγωγές εξανεμίζονται από την παγκόσμια διάχυση του αποπληθωρισμού και της πτώσης της ζήτησης- και η οικονομία της στο κατώφλι μιας τρίτης ύφεσης μέσα σε έξι χρόνια. Η Eυρωζώνη γίνεται πάλι μια απειλή για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, ακόμη και για την αμερικανική, που απολαμβάνει τις προσωρινές δάφνες της ισχυρής της ανάκαμψης και του απογειωμένου δολαρίου της.
Η υγειονομική ζώνη που έχει στηθεί για να αποκλειστεί μια αναμετάδοση της ελληνικής κρίσης θα ήταν αποτελεσματική μόνο αν η αναταραχή ήταν εσωτερική υπόθεση της Ευρωζώνης. Αυτό δεν υπάρχει πια. Το πορτρέτο του Αλέξη Τσίπρα στα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου επισκιάζεται πλέον από αυτό του Μάριο Ντράγκι. Η ΕΚΤ πιέζεται από παντού να αποδείξει ότι «λεφτά υπάρχουν». Δηλαδή, να επισπεύσει το υπεσχημένο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, προχωρώντας στην αγορά και κρατικών ομολόγων.
Ωστόσο, το υπερόπλο του Μάριο Ντράγκι για τύπωμα χρήματος που θα φρενάρει τον αποπληθωρισμό, κρίνεται ανεπαρκές. Στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ, την περασμένη Τρίτη, μπήκε στο τραπέζι ο βασικός σχεδιασμός, που κατά τις διαρροές αφορά ένα ποσό 500 δισ. ευρώ. Το ποσό κρίνεται ισχνό, σε σχέση με τα 4,5 δισ. δολάρια που διέθεσε η FED μέσα σε πέντε χρόνια ή με το χρήμα που έκοψαν η Βρετανία και η Ιαπωνία .
Συν τοις άλλοις, η ηγεσία της ΕΚΤ πρέπει να πείσει και τη γερμανική ηγεσία γι’ αυτό. Πρέπει, επίσης, να έχει στα χέρια μια ευνοϊκή απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε -γερμανική, φυσικά- προσφυγή κατά του προηγούμενου προγράμματος αγοράς ομολόγων. Η σχετική δικαστική απόφαση αναμένεται την προσεχή Τετάρτη. Κι ακόμη, ο Μάριο Ντράγκι πρέπει να αποφασίσει αν το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, που κατά πάσα πιθανότητα αποφασίζεται οριστικά στις 22 του μηνός, τρεις μέρες πριν από τις ελληνικές εκλογές, θα χρησιμοποιηθεί ή όχι στον βρόμικο πόλεμο της πολιτικής παρέμβασης στην ελληνική εκλογική διαδικασία. Δηλαδή, αν θα συμπεριληφθούν ή όχι τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα αγορών.
Την περασμένη Τετάρτη, από τα γραφεία της Τράπεζας της Ελλάδος, διέρρευσαν πληροφορίες για τις αναφορές στην Ελλάδα κατά την τελευταία συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ, παρουσία και του Γ. Στουρνάρα, φυσικά. Η «διαρροή» περιείχε τρομοκρατικές προειδοποιήσεις ακόμη και περί διακοπής της παροχής ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες με ενέχυρο ελληνικά ομόλογα. Λίγο μετά, εκπρόσωπος της ΕΚΤ διέψευδε τις σχετικές πληροφορίες, διευκρινίζοντας ότι εφόσον υπάρχει παράταση του Μνημονίου μέχρι τις 28/2 και για όσο θα υπάρχει αυτό, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες. Αλλά αυτή η διάψευση δεν έδινε απάντηση στο αν θα προχωρήσει και σε απευθείας αγορά ελληνικών ομολόγων, στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης.
Την πιο ενδιαφέρουσα απάντηση στο ερώτημα αυτό την έδωσαν οι πληροφορίες που μετέδωσε το Bloomberg για τους σχεδιασμούς της ΕΚΤ. Κατά το πρακτορείο, η εξαίρεση των ελληνικών ομολόγων από την ποσοτική χαλάρωση θα γίνει βάσει του τεχνικού κριτηρίου της διαβάθμισης των ομολόγων. Όσα κρατικά ομόλογα έχουν πιστοληπτική αξιολόγηση κάτω του «investement grade», δηλαδή ΒΒΒ-, θα εξαιρεθούν. Δηλαδή, τα ελληνικά (Β), τα πορτογαλικά (ΒΒ) και τα κυπριακά (Β+). Αν μια τέτοια απόφαση ανακοινωθεί τρεις μέρες πριν από τις ελληνικές εκλογές (22/1), προφανώς θα προκαλέσει πολιτικό σεισμό. Αν αναβληθεί για τις 5 Μαρτίου κερδίζεται πολιτικός χρόνος για όλους. Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι χτες βράδυ ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες από την Φρανκφούρτη ανέφεραν ότι η ΕΚΤ θα κάνει εκτάκτως ανακοινώσεις τη Δευτέρα για τη διαδικασία της ποσοτικής χαλάρωσης, με τις ίδιες πληροφορίες να σημειώνουν ότι είναι ειλημμένη απόφαση η εξαίρεση Ελλάδας και Κύπρου. Αν τελικά οι πληροφορίες επιβεβαιωθούν, είναι προφανές ότι θα πρόκειται κυριολεκτικά για πολιτική βόμβα, μόλις δυο βδομάδες πριν τις εκλογές.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Εσθονός κεντρικός τραπεζίτης, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Άρντο Χάνσον, είπε φωναχτά τη σκέψη του (ίσως γιατί αυτό τον μήνα δεν έχει δικαίωμα ψήφου, βάσει των ιδιότυπων κανονισμών της ΕΚΤ): «Προσωπικά, θα έβρισκα προβληματική την ανακοίνωση ενός προγράμματος αγορών ομολόγων που θα περιλαμβάνει ελληνικά κυβερνητικά ομόλογα τον Ιανουάριο», δήλωσε, υποκαθιστώντας τη γερμανική ηγεσία στον ρόλο που έχουμε συνηθίσει.
Φυσικά, τα προβλήματα του Μ. Ντράγκι με τις γερμανικές αντιδράσεις δεν εξαντλούνται στη διαχείριση της Ελλάδας. Την ώρα που τα γερμανικά ομόλογα απολαμβάνουν το παγκόσμιο προνόμιο των αρνητικών επιτοκίων (-0,11% τα διετή), δηλαδή οι επενδυτές πληρώνουν για να τα έχουν, η γερμανική ηγεσία δεν θέλει επ’ ουδενί να πει στους ψηφοφόρους της ότι η νέα επιχείρηση διάσωσης της Ευρωζώνης θα αφαιρέσει κάτι από τα πλεονάσματα που συσσωρεύουν. Η εναλλακτική που σχεδιάζει η ηγεσία της ΕΚΤ είναι ένα σύστημα επιμερισμού της αγοράς κρατικού χρέους μεταξύ ΕΚΤ και κεντρικών τραπεζών-μελών της.
Δηλαδή, σε περίπτωση μιας κρατικής χρεοκοπίας, το κόστος του αθετημένου χρέους θα επιμεριστεί στις κεντρικές τράπεζες κατά την αναλογία συμμετοχής τους στο κεφάλαιο της ΕΚΤ. Ίσως αυτό δώσει επαρκή προσχήματα στη γερμανική ηγεσία να συναινέσει. Ίσως, πάλι, να ενισχύσει τις φωνές εκείνου του μέρους της γερμανικής ελίτ που αναρωτιέται, αν τα τεράστια οφέλη που αποκόμισε από το «γερμανικό» ευρώ μπορεί να τα εξασφαλίσει πια και χωρίς αυτό. Έτσι, την ώρα που η υπόλοιπη Ευρωζώνη θα περιδινείται γύρω από το πιθανό GRexit, το βαθύ γερμανικό κράτος θα επεξεργάζεται το plan B του για τη γερμανική έξοδο, το Dexit.
Ρητορικά, το ισοζύγιο τρομοκρατίας και εφησυχασμού ως προς το ενδεχόμενο του GRexit μεταξύ ευρωπαϊκών ηγεσιών, αναλυτών και αγορών γέρνει υπέρ του εφησυχασμού. Σ’ ένα βαθμό έπαιξε τον ρόλο του σ’ αυτό και η αιματηρή επίθεση στο Παρίσι, που βοηθάει τους Ευρωπαίους ηγέτες να βγουν από το κάδρο του «ελληνικού ζητήματος» και της αδέξιας διαχείρισής του. Αλλά, μεγαλύτερη σημασία φαίνεται ότι έχει ο τρόπος που κάθε χώρα του ευρώ «κοστολογεί» τις επιπτώσεις μιας εκούσιας ή ακούσιας εξόδου της Ελλάδας από την Eυρωζώνη. Για παράδειγμα, η ηχηρή αποδοκιμασία των ευρωπαϊκών παρεμβάσεων στις ελληνικές πολιτικές εξελίξεις από τον αυστριακό καγκελάριο Βέρνερ Φάιμαν απηχεί και τον φόβο της αυστριακής ελίτ ότι είναι απολύτως εκτεθειμένη σε ένα σοκ στην Ευρωζώνη σε σχέση με τους παραδοσιακούς εταίρους της στη Γερμανία. Και το ίδιο ισχύει για την πλειοψηφία των χωρών της Ευρωζώνης.
Παγκόσμιο βαρίδι η Eυρωζώνη
Την ίδια σημασία έχει και η παρατήρηση αναλυτών του χρηματοπιστωτικού lobby, ιδιαίτερα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ότι η Ευρωζώνη δεν αντέχει μια έξοδο χώρας και ιδιαίτερα της Ελλάδας, όχι γιατί αυτή έχει πια κάποια βαρύτητα ή γιατί είναι αβάσταχτο το κόστος του ελληνικού χρέους που έχουν επωμιστεί, αλλά γιατί η Ευρωζώνη στο σύνολό της βρίσκεται σε χειρότερο σημείο απ’ ό,τι πριν την εκδήλωση της ελληνικής κρίσης. Οι ενδείξεις που έδωσε αυτή την εβδομάδα είναι αρκετές: αρνητικός πληθωρισμός για πρώτη φορά από το 2009, ανεργία 11,5%, χρέος 91% του ΑΕΠ, το ευρώ στο χαμηλότερο επίπεδο ισοτιμίας εδώ και εννιά χρόνια- εξέλιξη που τα πλεονεκτήματά της στις εξαγωγές εξανεμίζονται από την παγκόσμια διάχυση του αποπληθωρισμού και της πτώσης της ζήτησης- και η οικονομία της στο κατώφλι μιας τρίτης ύφεσης μέσα σε έξι χρόνια. Η Eυρωζώνη γίνεται πάλι μια απειλή για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, ακόμη και για την αμερικανική, που απολαμβάνει τις προσωρινές δάφνες της ισχυρής της ανάκαμψης και του απογειωμένου δολαρίου της.
Η υγειονομική ζώνη που έχει στηθεί για να αποκλειστεί μια αναμετάδοση της ελληνικής κρίσης θα ήταν αποτελεσματική μόνο αν η αναταραχή ήταν εσωτερική υπόθεση της Ευρωζώνης. Αυτό δεν υπάρχει πια. Το πορτρέτο του Αλέξη Τσίπρα στα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου επισκιάζεται πλέον από αυτό του Μάριο Ντράγκι. Η ΕΚΤ πιέζεται από παντού να αποδείξει ότι «λεφτά υπάρχουν». Δηλαδή, να επισπεύσει το υπεσχημένο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, προχωρώντας στην αγορά και κρατικών ομολόγων.
Ωστόσο, το υπερόπλο του Μάριο Ντράγκι για τύπωμα χρήματος που θα φρενάρει τον αποπληθωρισμό, κρίνεται ανεπαρκές. Στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ, την περασμένη Τρίτη, μπήκε στο τραπέζι ο βασικός σχεδιασμός, που κατά τις διαρροές αφορά ένα ποσό 500 δισ. ευρώ. Το ποσό κρίνεται ισχνό, σε σχέση με τα 4,5 δισ. δολάρια που διέθεσε η FED μέσα σε πέντε χρόνια ή με το χρήμα που έκοψαν η Βρετανία και η Ιαπωνία .
Πειρασμός πολιτικού εκβιασμού
Συν τοις άλλοις, η ηγεσία της ΕΚΤ πρέπει να πείσει και τη γερμανική ηγεσία γι’ αυτό. Πρέπει, επίσης, να έχει στα χέρια μια ευνοϊκή απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε -γερμανική, φυσικά- προσφυγή κατά του προηγούμενου προγράμματος αγοράς ομολόγων. Η σχετική δικαστική απόφαση αναμένεται την προσεχή Τετάρτη. Κι ακόμη, ο Μάριο Ντράγκι πρέπει να αποφασίσει αν το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, που κατά πάσα πιθανότητα αποφασίζεται οριστικά στις 22 του μηνός, τρεις μέρες πριν από τις ελληνικές εκλογές, θα χρησιμοποιηθεί ή όχι στον βρόμικο πόλεμο της πολιτικής παρέμβασης στην ελληνική εκλογική διαδικασία. Δηλαδή, αν θα συμπεριληφθούν ή όχι τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα αγορών.
Την περασμένη Τετάρτη, από τα γραφεία της Τράπεζας της Ελλάδος, διέρρευσαν πληροφορίες για τις αναφορές στην Ελλάδα κατά την τελευταία συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ, παρουσία και του Γ. Στουρνάρα, φυσικά. Η «διαρροή» περιείχε τρομοκρατικές προειδοποιήσεις ακόμη και περί διακοπής της παροχής ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες με ενέχυρο ελληνικά ομόλογα. Λίγο μετά, εκπρόσωπος της ΕΚΤ διέψευδε τις σχετικές πληροφορίες, διευκρινίζοντας ότι εφόσον υπάρχει παράταση του Μνημονίου μέχρι τις 28/2 και για όσο θα υπάρχει αυτό, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες. Αλλά αυτή η διάψευση δεν έδινε απάντηση στο αν θα προχωρήσει και σε απευθείας αγορά ελληνικών ομολόγων, στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης.
Την πιο ενδιαφέρουσα απάντηση στο ερώτημα αυτό την έδωσαν οι πληροφορίες που μετέδωσε το Bloomberg για τους σχεδιασμούς της ΕΚΤ. Κατά το πρακτορείο, η εξαίρεση των ελληνικών ομολόγων από την ποσοτική χαλάρωση θα γίνει βάσει του τεχνικού κριτηρίου της διαβάθμισης των ομολόγων. Όσα κρατικά ομόλογα έχουν πιστοληπτική αξιολόγηση κάτω του «investement grade», δηλαδή ΒΒΒ-, θα εξαιρεθούν. Δηλαδή, τα ελληνικά (Β), τα πορτογαλικά (ΒΒ) και τα κυπριακά (Β+). Αν μια τέτοια απόφαση ανακοινωθεί τρεις μέρες πριν από τις ελληνικές εκλογές (22/1), προφανώς θα προκαλέσει πολιτικό σεισμό. Αν αναβληθεί για τις 5 Μαρτίου κερδίζεται πολιτικός χρόνος για όλους. Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι χτες βράδυ ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες από την Φρανκφούρτη ανέφεραν ότι η ΕΚΤ θα κάνει εκτάκτως ανακοινώσεις τη Δευτέρα για τη διαδικασία της ποσοτικής χαλάρωσης, με τις ίδιες πληροφορίες να σημειώνουν ότι είναι ειλημμένη απόφαση η εξαίρεση Ελλάδας και Κύπρου. Αν τελικά οι πληροφορίες επιβεβαιωθούν, είναι προφανές ότι θα πρόκειται κυριολεκτικά για πολιτική βόμβα, μόλις δυο βδομάδες πριν τις εκλογές.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Εσθονός κεντρικός τραπεζίτης, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Άρντο Χάνσον, είπε φωναχτά τη σκέψη του (ίσως γιατί αυτό τον μήνα δεν έχει δικαίωμα ψήφου, βάσει των ιδιότυπων κανονισμών της ΕΚΤ): «Προσωπικά, θα έβρισκα προβληματική την ανακοίνωση ενός προγράμματος αγορών ομολόγων που θα περιλαμβάνει ελληνικά κυβερνητικά ομόλογα τον Ιανουάριο», δήλωσε, υποκαθιστώντας τη γερμανική ηγεσία στον ρόλο που έχουμε συνηθίσει.
GRexit ή μήπως D-exit;
Φυσικά, τα προβλήματα του Μ. Ντράγκι με τις γερμανικές αντιδράσεις δεν εξαντλούνται στη διαχείριση της Ελλάδας. Την ώρα που τα γερμανικά ομόλογα απολαμβάνουν το παγκόσμιο προνόμιο των αρνητικών επιτοκίων (-0,11% τα διετή), δηλαδή οι επενδυτές πληρώνουν για να τα έχουν, η γερμανική ηγεσία δεν θέλει επ’ ουδενί να πει στους ψηφοφόρους της ότι η νέα επιχείρηση διάσωσης της Ευρωζώνης θα αφαιρέσει κάτι από τα πλεονάσματα που συσσωρεύουν. Η εναλλακτική που σχεδιάζει η ηγεσία της ΕΚΤ είναι ένα σύστημα επιμερισμού της αγοράς κρατικού χρέους μεταξύ ΕΚΤ και κεντρικών τραπεζών-μελών της.
Δηλαδή, σε περίπτωση μιας κρατικής χρεοκοπίας, το κόστος του αθετημένου χρέους θα επιμεριστεί στις κεντρικές τράπεζες κατά την αναλογία συμμετοχής τους στο κεφάλαιο της ΕΚΤ. Ίσως αυτό δώσει επαρκή προσχήματα στη γερμανική ηγεσία να συναινέσει. Ίσως, πάλι, να ενισχύσει τις φωνές εκείνου του μέρους της γερμανικής ελίτ που αναρωτιέται, αν τα τεράστια οφέλη που αποκόμισε από το «γερμανικό» ευρώ μπορεί να τα εξασφαλίσει πια και χωρίς αυτό. Έτσι, την ώρα που η υπόλοιπη Ευρωζώνη θα περιδινείται γύρω από το πιθανό GRexit, το βαθύ γερμανικό κράτος θα επεξεργάζεται το plan B του για τη γερμανική έξοδο, το Dexit.
Από τον Δρόμο της Αριστεράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου