Του Ρούντι Ρινάλντι*
Στις προσεχείς εκλογές όλα δείχνουν ότι θα καταγραφεί ένα ρεύμα τιμωρίας και αλλαγής. Το ρεύμα αυτό θα τροφοδοτήσει μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ που η έκτασή της δεν μπορεί ακόμα να προβλεφθεί. Θα μπορούσε να ήταν σαρωτική, ουσιαστική, αν και εφόσον τα προηγούμενα δύο χρόνια είχαν δοθεί πιο σαφή δείγματα γραφής και κυρίως αν είχε συγκροτηθεί ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου.
Το παλιό πολιτικό-κομματικό σύστημα πνέει τα λοίσθια. Στην ουσία, είναι ανύπαρκτο. Ο δικομματισμός (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) έχει τελειώσει από το 2012, η διάλυση του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνεται, η ΔΗΜΑΡ διαλύθηκε μέσα σε λίγους μήνες, ενώ δημιουργούνται νέα μορφώματα, όπως το Ποτάμι, αμφίβολης διάρκειας και ρόλου. Η συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής προσκρούει στην τεραστίων διαστάσεων κρίση του σάπιου πολιτικού συστήματος και στην ευρεία του καταδίκη στη λαϊκή συνείδηση. Το γεγονός ότι συντηρητικά στρώματα σκέφτονται να εγκαταλείψουν την Ν.Δ. και να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποιεί το μέγεθος του κλυδωνισμού που έχει υποστεί το αντιπροσωπευτικό σύστημα στη χώρα μας με τη μορφή που το γνωρίζαμε. Αυτός είναι ο λόγος που ακυρώθηκε η αντι-αριστερή προπαγάνδα τρόμου και φόβου που είχε σχεδιάσει το νεοδημοκρατικό επιτελείο.
Η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, έδινε -και δίνει ακόμα- τη δυνατότητα μιας βαθιάς πολιτικής τομής, μιας σημαντικής μεταπολίτευσης του λαού, κατά την οποία όλοι οι όροι του πολιτικού πεδίου, του κράτους, της κοινωνίας θα τροποποιούνταν σε προοδευτική κατεύθυνση. Μια μεταπολίτευση που θα οδηγούσε στον εξοστρακισμό από την πολιτική σφαίρα όσων ευθύνονται για τη διάλυση της χώρας και το γονάτισμα της κοινωνίας, στο καθάρισμα όλου του κρατικού και διοικητικού μηχανισμού από την κόπρο του Αυγεία. Είναι όρος η διάλυση του σάπιου πολιτικού συστήματος για κάθε προοδευτικό βήμα της κοινωνίας. Αυτή η ανάγκη, που τόσο εμφατικά έφερε στην επιφάνεια το κίνημα των πλατειών, δεν αναδείχθηκε ως δυνατότητα και αναγκαιότητα τους τελευταίους μήνες.
Ας κάνουμε λίγο πιο σαφές το σημείο αυτό. Η αντιμετώπιση του μνημονιακού διαπλεκόμενου πολιτικού κόσμου και της τροϊκανής επικυριαρχίας, δεν εξαντλείται μέσα από την επίλυση της αντίθεσης Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και μόνο. Ο διπολισμός ή νέος δικομματισμός ανάμεσα στα δύο κόμματα εγκλωβίζει δυνάμεις και περιορίζει στόχους, γιατί απλώς η Ν.Δ. δεν είναι η μόνη μνημονιακή δύναμη, ούτε κυβέρνησε ποτέ μόνη της. Η ανάδειξή της σε αποκλειστικό αντίπαλο βοήθησε στην συσπείρωσή της (τα ποσοστά της είναι αρκούντως μεγάλα, ενώ θα μπορούσε να έχει σφυροκοπηθεί παντοιοτρόπως και να έχει απομονωθεί σε μέγιστο βαθμό) και τώρα ευελπιστεί, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, να παίξει κάποιο ρόλο.
Ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου, ένα αριστερό πολιτικό κίνημα θα όφειλε να μην αφήσει καμιά ανάσα σε όλους τους μνημονιακούς σχηματισμούς. Η μεταμνημονιακή Ελλάδα χρειάζεται κάθαρση και νέο πολιτικό σύστημα που σε τίποτα να μη μοιάζει με το σημερινό. Αυτό είναι που δεν βλέπουν οι διαφημιστικές, οι εταιρίες μετρήσεων, τα κανάλια και όλα τα πλοκάμια του παλιού πολιτικού συστήματος. Η παραμονή όλης της προεκλογικής ρητορικής απλώς και μόνο στο έδαφος της οικονομίας και ειδικότερα στο ερώτημα «πού θα βρείτε τα λεφτά και πώς θα πληρωθούν τα ομόλογα», αποσκοπεί να αφήσει στην άκρη το ζήτημα ποιος και πώς θα καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία.
Τώρα όλοι αναρωτιούνται πόσο πρώτος θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι διαφορά θα έχει από την Ν.Δ. και ποιο κόμμα θα είναι τρίτο. Η «τριτιά» μοιάζει λίγο σαν το βούτηγμα μέσα στο κρύο των νέων για να πιάσουν τον σταυρό στα Θεοφάνια. Ποιος θα τον πιάσει; Ποια θα ήταν η σημασία αυτών των δεδομένων μπροστά σε έναν περίπατο-χείμαρρο των λαϊκών δυνάμεων με μια σαρωτική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Αλλά γι’ αυτό χρειαζόταν το πολιτικό κίνημα που ποτέ δεν οικοδομήθηκε. Τι μένει; Μένει να γίνουν πολλά και σημαντικά.
Η εικόνα που σχηματίζεται δείχνει πως υπάρχουν αποθέματα και έντονη λαϊκή διάθεση για να μπει ένα τέρμα στο κακό. Αλλά εκφράζεται με έμμεσο τρόπο, διά της αντιπροσωπεύσης, διά της ανάθεσης. Τα «δώστε μας μεγάλη εντολή», τη «μαγική μέρα των εκλογών» και «εμείς θα διαπραγματευτούμε επάξια» μαζί με το «μην ανησυχείτε, όλα είναι υπό έλεγχο και θα πάνε καλά», δημιουργούν όρους υποστολής της αναγκαίας συμμετοχής και τόλμης που πρέπει να επιδειχθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Ζητούμενο μιας μεγάλης αλλαγής είναι η συνεχής παρουσία του λαϊκού παράγοντα και όχι η στιγμιαία έκφρασή του μέσα από την εκλογική διαδικασία. Αυτή ξεκλειδώνει απλά την πόρτα: Οι μνημονιακές δυνάμεις θα χάσουν τη διακυβέρνηση και η ευρωκρατία θα υποχρεωθεί σε κινήσεις και προσαρμογές στα νέα δεδομένα. Θα αντιδράσει, θα δυσκολέψει, θα υπαγορεύσει όρους, θα εκβιάσει, θα νουθετήσει, θα ρίξει γέφυρες, θα θολώσει τα νερά, θα πάρει πρωτοβουλίες, θα δημιουργήσει τετελεσμένα.
Η σχέση κοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής θα δοκιμαστεί σε διαφορετικές συντεταγμένες, όπου θα κονταροχτυπηθούν δύο διαφορετικές και ανταγωνιστικές κατευθύνσεις: Από τη μια, η κατεύθυνση βαθέματος και ουσιαστικοποίησης μιας μεταπολίτευσης που θα έχει λαϊκά χαρακτηριστικά, με την ορμητική συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Από την άλλη, η κατεύθυνση της συστημικής παλινόρθωσης με διαφορετικά μείγματα νεοφιλελεύθερης πολιτικής και απόντα το λαό (που θα παρακολουθεί απαθής όσα γίνονται κατά τη διαπραγμάτευση) και με μόνιμο ρεφρέν το «εφικτό και ρεαλιστικό».
Το περίεργο είναι ότι το καθησυχαστικό πνεύμα της πολιτικής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ από τις Ευρωεκλογές και ύστερα -προφανώς για να κερδηθούν ακροατήρια ή να ουδετεροποιηθούν αντίπαλες διαθέσεις-, αμβλύνει το ριζοσπαστισμό, την ανάγκη συμμετοχής και την τόλμη που χρειάζεται, και μεταθέτει σχεδόν τα πάντα στο πεδίο της διακυβέρνησης. Επειδή ο αντίπαλος (όχι ο Σαμαράς, αλλά η ευρωκρατία) μελέτησε 2 χρόνια την κατάσταση και τις εξελίξεις, θα προσπαθήσει με πολλούς τρόπους να παλινορθώσει τον συστημισμό και έτσι το «καθησυχαστικό πνεύμα» δεν τον τρομάζει.
Από την πρώτη στιγμή μιας αλλαγής, η κοινωνία και η πολιτική θα απαιτούν τις προϋποθέσεις μιας σύνθετης και βαθιάς διεξόδου της χώρας από την καθολική κρίση στην οποία τη βύθισαν. Οι μήνες που έρχονται είναι κρίσιμοι. Αυτό και μόνο υπαγορεύει την ανάγκη της λαϊκής δραστηριοποίησης και σίγουρα όχι μόνο την Κυριακή των εκλογών.
Κυρίως μετά! Χωρίς να υποχωρεί το πνεύμα ριζοσπαστισμού, συμμετοχής και τόλμης, με κάθε μέρος της κοινωνίας να παίζει πραγματικά το ρόλο του. Πολιτικό κίνημα, κοινωνική συνείδηση, δημοκρατική-πατριωτική αφύπνιση, πανευρωπαϊκή-διεθνική αλληλεγγύη. Αυτά έχει ανάγκη η χώρα και όχι μόνο μια διαχειριστική διακυβέρνηση στα όρια ανοχής των ευρωκρατών.
Το σενάριο δεν είναι γραμμένο και δεν το ξέρει κανείς!
* O Ρούντι Ρινάλντι είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ (www.rudirinaldi.gr)
Το εκλογικό ρεύμα και η κρισιμότητα των επόμενων μηνών
Στις προσεχείς εκλογές όλα δείχνουν ότι θα καταγραφεί ένα ρεύμα τιμωρίας και αλλαγής. Το ρεύμα αυτό θα τροφοδοτήσει μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ που η έκτασή της δεν μπορεί ακόμα να προβλεφθεί. Θα μπορούσε να ήταν σαρωτική, ουσιαστική, αν και εφόσον τα προηγούμενα δύο χρόνια είχαν δοθεί πιο σαφή δείγματα γραφής και κυρίως αν είχε συγκροτηθεί ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου.
Το παλιό πολιτικό-κομματικό σύστημα πνέει τα λοίσθια. Στην ουσία, είναι ανύπαρκτο. Ο δικομματισμός (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) έχει τελειώσει από το 2012, η διάλυση του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνεται, η ΔΗΜΑΡ διαλύθηκε μέσα σε λίγους μήνες, ενώ δημιουργούνται νέα μορφώματα, όπως το Ποτάμι, αμφίβολης διάρκειας και ρόλου. Η συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής προσκρούει στην τεραστίων διαστάσεων κρίση του σάπιου πολιτικού συστήματος και στην ευρεία του καταδίκη στη λαϊκή συνείδηση. Το γεγονός ότι συντηρητικά στρώματα σκέφτονται να εγκαταλείψουν την Ν.Δ. και να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποιεί το μέγεθος του κλυδωνισμού που έχει υποστεί το αντιπροσωπευτικό σύστημα στη χώρα μας με τη μορφή που το γνωρίζαμε. Αυτός είναι ο λόγος που ακυρώθηκε η αντι-αριστερή προπαγάνδα τρόμου και φόβου που είχε σχεδιάσει το νεοδημοκρατικό επιτελείο.
Η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, έδινε -και δίνει ακόμα- τη δυνατότητα μιας βαθιάς πολιτικής τομής, μιας σημαντικής μεταπολίτευσης του λαού, κατά την οποία όλοι οι όροι του πολιτικού πεδίου, του κράτους, της κοινωνίας θα τροποποιούνταν σε προοδευτική κατεύθυνση. Μια μεταπολίτευση που θα οδηγούσε στον εξοστρακισμό από την πολιτική σφαίρα όσων ευθύνονται για τη διάλυση της χώρας και το γονάτισμα της κοινωνίας, στο καθάρισμα όλου του κρατικού και διοικητικού μηχανισμού από την κόπρο του Αυγεία. Είναι όρος η διάλυση του σάπιου πολιτικού συστήματος για κάθε προοδευτικό βήμα της κοινωνίας. Αυτή η ανάγκη, που τόσο εμφατικά έφερε στην επιφάνεια το κίνημα των πλατειών, δεν αναδείχθηκε ως δυνατότητα και αναγκαιότητα τους τελευταίους μήνες.
Ο διπολισμός εγκλωβίζει
Ας κάνουμε λίγο πιο σαφές το σημείο αυτό. Η αντιμετώπιση του μνημονιακού διαπλεκόμενου πολιτικού κόσμου και της τροϊκανής επικυριαρχίας, δεν εξαντλείται μέσα από την επίλυση της αντίθεσης Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και μόνο. Ο διπολισμός ή νέος δικομματισμός ανάμεσα στα δύο κόμματα εγκλωβίζει δυνάμεις και περιορίζει στόχους, γιατί απλώς η Ν.Δ. δεν είναι η μόνη μνημονιακή δύναμη, ούτε κυβέρνησε ποτέ μόνη της. Η ανάδειξή της σε αποκλειστικό αντίπαλο βοήθησε στην συσπείρωσή της (τα ποσοστά της είναι αρκούντως μεγάλα, ενώ θα μπορούσε να έχει σφυροκοπηθεί παντοιοτρόπως και να έχει απομονωθεί σε μέγιστο βαθμό) και τώρα ευελπιστεί, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, να παίξει κάποιο ρόλο.
Ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου, ένα αριστερό πολιτικό κίνημα θα όφειλε να μην αφήσει καμιά ανάσα σε όλους τους μνημονιακούς σχηματισμούς. Η μεταμνημονιακή Ελλάδα χρειάζεται κάθαρση και νέο πολιτικό σύστημα που σε τίποτα να μη μοιάζει με το σημερινό. Αυτό είναι που δεν βλέπουν οι διαφημιστικές, οι εταιρίες μετρήσεων, τα κανάλια και όλα τα πλοκάμια του παλιού πολιτικού συστήματος. Η παραμονή όλης της προεκλογικής ρητορικής απλώς και μόνο στο έδαφος της οικονομίας και ειδικότερα στο ερώτημα «πού θα βρείτε τα λεφτά και πώς θα πληρωθούν τα ομόλογα», αποσκοπεί να αφήσει στην άκρη το ζήτημα ποιος και πώς θα καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία.
Τώρα όλοι αναρωτιούνται πόσο πρώτος θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι διαφορά θα έχει από την Ν.Δ. και ποιο κόμμα θα είναι τρίτο. Η «τριτιά» μοιάζει λίγο σαν το βούτηγμα μέσα στο κρύο των νέων για να πιάσουν τον σταυρό στα Θεοφάνια. Ποιος θα τον πιάσει; Ποια θα ήταν η σημασία αυτών των δεδομένων μπροστά σε έναν περίπατο-χείμαρρο των λαϊκών δυνάμεων με μια σαρωτική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Αλλά γι’ αυτό χρειαζόταν το πολιτικό κίνημα που ποτέ δεν οικοδομήθηκε. Τι μένει; Μένει να γίνουν πολλά και σημαντικά.
Καθησυχαστικό πνεύμα και ριζοσπαστισμός
Η εικόνα που σχηματίζεται δείχνει πως υπάρχουν αποθέματα και έντονη λαϊκή διάθεση για να μπει ένα τέρμα στο κακό. Αλλά εκφράζεται με έμμεσο τρόπο, διά της αντιπροσωπεύσης, διά της ανάθεσης. Τα «δώστε μας μεγάλη εντολή», τη «μαγική μέρα των εκλογών» και «εμείς θα διαπραγματευτούμε επάξια» μαζί με το «μην ανησυχείτε, όλα είναι υπό έλεγχο και θα πάνε καλά», δημιουργούν όρους υποστολής της αναγκαίας συμμετοχής και τόλμης που πρέπει να επιδειχθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Ζητούμενο μιας μεγάλης αλλαγής είναι η συνεχής παρουσία του λαϊκού παράγοντα και όχι η στιγμιαία έκφρασή του μέσα από την εκλογική διαδικασία. Αυτή ξεκλειδώνει απλά την πόρτα: Οι μνημονιακές δυνάμεις θα χάσουν τη διακυβέρνηση και η ευρωκρατία θα υποχρεωθεί σε κινήσεις και προσαρμογές στα νέα δεδομένα. Θα αντιδράσει, θα δυσκολέψει, θα υπαγορεύσει όρους, θα εκβιάσει, θα νουθετήσει, θα ρίξει γέφυρες, θα θολώσει τα νερά, θα πάρει πρωτοβουλίες, θα δημιουργήσει τετελεσμένα.
Η σχέση κοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής θα δοκιμαστεί σε διαφορετικές συντεταγμένες, όπου θα κονταροχτυπηθούν δύο διαφορετικές και ανταγωνιστικές κατευθύνσεις: Από τη μια, η κατεύθυνση βαθέματος και ουσιαστικοποίησης μιας μεταπολίτευσης που θα έχει λαϊκά χαρακτηριστικά, με την ορμητική συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Από την άλλη, η κατεύθυνση της συστημικής παλινόρθωσης με διαφορετικά μείγματα νεοφιλελεύθερης πολιτικής και απόντα το λαό (που θα παρακολουθεί απαθής όσα γίνονται κατά τη διαπραγμάτευση) και με μόνιμο ρεφρέν το «εφικτό και ρεαλιστικό».
Το περίεργο είναι ότι το καθησυχαστικό πνεύμα της πολιτικής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ από τις Ευρωεκλογές και ύστερα -προφανώς για να κερδηθούν ακροατήρια ή να ουδετεροποιηθούν αντίπαλες διαθέσεις-, αμβλύνει το ριζοσπαστισμό, την ανάγκη συμμετοχής και την τόλμη που χρειάζεται, και μεταθέτει σχεδόν τα πάντα στο πεδίο της διακυβέρνησης. Επειδή ο αντίπαλος (όχι ο Σαμαράς, αλλά η ευρωκρατία) μελέτησε 2 χρόνια την κατάσταση και τις εξελίξεις, θα προσπαθήσει με πολλούς τρόπους να παλινορθώσει τον συστημισμό και έτσι το «καθησυχαστικό πνεύμα» δεν τον τρομάζει.
Από την πρώτη στιγμή μιας αλλαγής, η κοινωνία και η πολιτική θα απαιτούν τις προϋποθέσεις μιας σύνθετης και βαθιάς διεξόδου της χώρας από την καθολική κρίση στην οποία τη βύθισαν. Οι μήνες που έρχονται είναι κρίσιμοι. Αυτό και μόνο υπαγορεύει την ανάγκη της λαϊκής δραστηριοποίησης και σίγουρα όχι μόνο την Κυριακή των εκλογών.
Κυρίως μετά! Χωρίς να υποχωρεί το πνεύμα ριζοσπαστισμού, συμμετοχής και τόλμης, με κάθε μέρος της κοινωνίας να παίζει πραγματικά το ρόλο του. Πολιτικό κίνημα, κοινωνική συνείδηση, δημοκρατική-πατριωτική αφύπνιση, πανευρωπαϊκή-διεθνική αλληλεγγύη. Αυτά έχει ανάγκη η χώρα και όχι μόνο μια διαχειριστική διακυβέρνηση στα όρια ανοχής των ευρωκρατών.
Το σενάριο δεν είναι γραμμένο και δεν το ξέρει κανείς!
* O Ρούντι Ρινάλντι είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ (www.rudirinaldi.gr)
Από τον Δρόμο της Αριστεράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου