Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

Τα παράδοξα της διατροφικής... σωτηρίας μας

Σπύρος Μανουσέλης


Πώς νομιμοποιούνται οι ακραίες απόψεις του βεγκανισμού που, στο όνομα της ζωοφιλίας, επιχειρεί να επιβάλει την εξάλειψη κάθε μορφής εκμετάλλευσης των ζώων από τον άνθρωπο; Μια αναμφίβολα ευγενική ζωοφιλική πρόταση που, μέσω των απόλυτων φυτοφαγικών πρακτικών, επιδιώκει την οριστική εξάλειψη της κρεοφαγίας και άρα την παραγραφή της διαχρονικά παμφάγου συμπεριφοράς του ανθρώπινου είδους.

Για να διαγράψουμε, όμως, την κρεοφαγία από το μενού μας, θα πρέπει αυτή να είναι μια επίκτητη και όχι γενετικά καθορισμένη διατροφική συμπεριφορά. Κάτι που, δυστυχώς, δεν συνάδει με ό,τι γνωρίζουμε μέχρι σήμερα: η βιολογική μας προδιάθεση ήταν και παραμένει παμφάγος.

Πρόθεσή μας δεν είναι να υποτιμήσουμε τη μεγάλη διατροφική αξία της χορτοφαγίας ή να απαξιώσουμε τους δικαιολογημένους αγώνες των χορτοφάγων για μια πιο υγιή και λιγότερο καταστροφική για τα ζώα και το περιβάλλον ανθρώπινη διατροφική συμπεριφορά. Αμφισβητούμε, ωστόσο, τις δήθεν θαυματουργές επιπτώσεις που θα είχε η μαζική υιοθέτηση των ακραίων χορτοφαγικών πρακτικών που προτείνουν οι βέγκαν, επειδή αυτές δεν τεκμηριώνονται επιστημονικά.

Απελευθερωτικός βεγκανισμός ή διατροφικός ολοκληρωτισμός; (ΙΙ)



Τον εικοστό πρώτο αιώνα, εποχή πλανητικής διατροφικής αφθονίας, όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχουν την πολυτέλεια να διερωτώνται αν είναι απαραίτητο από βιολογική και δικαιολογημένο από ηθική-πολιτική άποψη να σκοτώνουμε ζώα και να τρεφόμαστε μ’ αυτά. Πάντως, η «επιλογή» των ανθρώπων υπέρ μιας αποκλειστικά χορτοφαγικής διατροφής, όταν δεν εξαρτάται από εξωγενείς γεωγραφικούς, οικολογικούς περιορισμούς ή από καθαρά ιατρικά αίτια, αποτελεί κατά κανόνα την πολιτισμική ή, ακριβέστερα, την ιδεοληπτική επιλογή ενός οργανισμού που, από βιολογικής κατασκευής, ήταν και παραμένει παμφάγος.

Απόδειξη αυτού του γεγονότος είναι ότι από πλήθος διατροφικών μελετών έχει διαπιστωθεί ότι η «σωστή υποθερμιδική δίαιτα», η δίαιτα δηλαδή που στηρίζεται κυρίως σε φυτικές και μόνο εν μέρει σε ζωικές τροφές, αυξάνει κατά μέσο όρο το προσδόκιμο ζωής. Οταν, όμως, η υποθερμιδική δίαιτα γίνεται μονομερής -αποκλειστικά φυτοφαγική ή κρεοφαγική-, τότε εμφανίζονται συχνά σοβαρές και μόνιμες διαταραχές της ισορροπίας του οργανισμού· διαταραχές που σχετίζονται με τις γνωστές «πολιτισμικές» παθήσεις: διαβήτη, καρδιαγγειακά ή εγκεφαλικά νοσήματα, ορισμένες νεοπλασίες, αλλά και με σοβαρές ψυχικές-νοητικές διαταραχές.

Εξάλλου, όλες οι σύγχρονες διατροφικές μελέτες, με τη συμβολή των νέων βιομετρικών, αναπαραστατικών και βιοχημικών τεχνικών, αναδεικνύουν την ανάγκη να υπάρχει σταθερή ισορροπία μεταξύ των ετερογενών «μακροτροφικών» παραγόντων (πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπη κ.ο.κ.) και των εξίσου σημαντικών «μικροτροφικών» παραγόντων (βιταμίνες, άλατα και διάφορα βιοδραστικά μόρια) που προσλαμβάνουμε μέσω της τροφής. Και συνεπώς την αποφασιστική σημασία που παίζει η ποικιλία διατροφής στην καλή ψυχοσωματική μας υγεία.

Χάρη σε αυτές τις έρευνες αναδεικνύεται και, για πρώτη φορά, τεκμηριώνεται επαρκώς το γεγονός ότι η αφομοίωση των απαραίτητων για τον ανθρώπινο οργανισμό διατροφικών στοιχείων διασφαλίζεται μόνο μέσω της ισορροπημένης κατανάλωσης τόσο φυτικών όσο και ζωικών τροφών.

Μάλιστα, από τη συνεργασία ειδικών διατροφολόγων με επιδημιολόγους προκύπτει ότι ορισμένα πρότυπα διατροφής -όπως π.χ. το μεσογειακό ή το ιαπωνικό- είναι πολύ πιο ισορροπημένα και επωφελή για την υγεία μας από τα αποκλειστικά κρεοφαγικά ή αποκλειστικά χορτοφαγικά πρότυπα διατροφής.

Το παράδοξο του κρέατος



Γιατί λοιπόν, παρ’ όλα αυτά, ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός ατόμων αισθάνεται αμηχανία και ενοχές όταν π.χ. καταναλώνει μια χοιρινή μπριζόλα; Σημειωτέον ότι τα άτομα αυτά δεν είναι εβραίοι ή μουσουλμάνοι, στους οποίους απαγορεύεται ρητά από τη θρησκεία τους η βρώση χοιρινού, αλλά άνθρωποι χωρίς θρησκευτικές προκαταλήψεις, που αδυνατούν να απολαύσουν ελεύθερα το κρέας ως τροφή, επειδή γνωρίζουν τις αφύσικες συνθήκες μαζικής εκτροφής, σφαγής και συντήρησης των ζώων από τις βιομηχανίες παραγωγής ζωικών τροφών.

Η δυσφορία των ανθρώπων για το κρέας ως τροφή αυξάνεται σημαντικά, όταν τα άτομα αυτά είναι πραγματικά φιλόζωα και δεν μπορούν να ανεχτούν την ιδέα κατανάλωσης ενός μικρού ή μεγάλου ζώου, το οποίο, αφού ανατράφηκε στις κάθε άλλο παρά φυσικές συνθήκες μιας μεγάλης κτηνοτροφικής φάρμας, τελικά σφαγιάσθηκε, για να γίνει ανθρώπινη τροφή.

Οσο περισσότερο ένα άτομο λατρεύει τις καλομαγειρεμένες ζωικές τροφές, ενώ ταυτόχρονα αγαπά τα ζώα, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το πρόβλημά του όποτε τρώει αυτό το είδος τροφής: πώς μπορεί, ενώ αγαπά τα ζώα, ταυτόχρονα να τρέφεται με αυτά; Και πώς να απολαύσει αυτή την τροφή, αν υποφέρει από τύψεις όταν την καταναλωνεί;

Πρόκειται για το έντονο ψυχολογικό και συνειδησιακό πρόβλημα που οι ειδικοί ψυχολόγοι περιγράφουν ως «παράδοξο του κρέατος»: όταν κάποιος ή κάποια, ενώ του αρέσει υπερβολικά το κρέας, δεν μπορεί να ανεχτεί τη σκέψη ότι ένα ζώο σφαγιάστηκε σκοπίμως για να καταλήξει στο πιάτο του.

Το παράδοξο του κρέατος κρίθηκε πρόσφατα ως ενδιαφέρον αντικείμενο επιστημονικής μελέτης, επειδή διαφωτίζει τη γνωστική ασυμφωνία μεταξύ των σκέψεων και των πράξεών μας, μια τυπικά ανθρώπινη κατάσταση που προκύπτει από τη συνήθη αδυναμία του νου μας να συμβιβάσει μεταξύ τους αντιθετικές αρχές. Γεγονός που, με τη σειρά του, δημιουργεί εμφανή ασυμφωνία ανάμεσα σε ό,τι βαθύτατα πιστεύουμε ή επιθυμούμε και σε αυτό που κάνουμε στην πραγματικότητα.

Οπως αποκαλύπτουν οι σχετικές έρευνες όσοι βιώνουν το παράδοξο του κρέατος επινοούν διάφορα γνωστικά-νοητικά κόλπα, ώστε τελικά να διαφοροποιούν τα ζώα που με βουλιμία καταβροχθίζουν από τα υπόλοιπα ζώα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι περισσότεροι άνθρωποι καταφέρνουν να μειώνουν τις ενοχλητικές ενοχές που γεννά η κρεοφαγική συμπεριφορά τους.

Ετσι, ο πιο συνηθισμένος τρόπος επίλυσης του παραδόξου του κρέατος είναι το να αγνοήσουμε το πρόβλημα. «Αυτή είναι η πρωταρχική στρατηγική: το να μη σκέφτεται κανείς καθόλου την προέλευση του κρέατος», υποστηρίζει ο ψυχολόγος Hank Rothgerber, στην πρωτοποριακή έρευνά του που δημοσιεύτηκε το 2015 στο ειδικό περιοδικό «Appetite» (τεύχος 84, σελ. 196-203).

Ενα άλλο νοητικό κόλπο για να μειώνουμε την ασυμφωνία της κρεοφαγίας με τα, κατά τ’ άλλα, φιλοζωικά μας αισθήματα, είναι να παραβλέπουμε το γεγονός ότι τα ζώα που καταλήγουν στο πιάτο μας ήταν ικανά να έχουν αισθήματα και άρα να νιώθουν πόνο. Με άλλα λόγια, ο νους μας, υποσυνείδητα, κάνει τα πάντα για μας πείσει ότι βλέπουμε μόνο ένα κομμάτι... κρέας!

Ωστόσο, ανάμεσα στα διάφορα νοητικά κόλπα και τα ψυχολογικά τεχνάσματα που επινοούμε για την επίλυση των ηθικών προβλημάτων της κρεοφαγικής συμπεριφοράς μας, η πιο ριζική και, φαινομενικά, η πιο αποτελεσματική «λύση» είναι η οριστική εξαφάνιση του προβλήματος: η υιοθέτηση δηλαδή της απόλυτης φυτοφαγίας που προτείνουν οι βέγκαν, η οποία, σε αντίθεση με τη συνήθη και την ήπια φυτοφαγία, θέλει να εξαλείψει όχι μόνο τα ζώα, αλλά και όλα τα προϊόντα των ζώων (γαλακτοκομικά, αυγά, μέλι κ.ά.) από την ανθρώπινη διατροφή.

Ως εναλλακτική στάση απέναντι σε τέτοιες διατροφικές ακρότητες, όσοι αρνούνται ή δεν μπορούν να ακολουθήσουν τη ριζική φυτοφαγική «λύση» των βεγκανιστών αναζητούν επίμονα περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη βιολογική ταυτότητα και κυρίως εγγυήσεις για τη φυσική εκτροφή του κρέατος που τρώνε.

Και μολονότι ενοχλούνται και αγωνίζονται μαζί με τους βέγκαν εναντίον της κακοποίησης των ζώων και τη μετατροπή τους σε βιολογικές μηχανές στην αλυσίδα της βιομηχανίας τροφής, αναγνωρίζουν και αποδέχονται την ανάγκη τους για ζωική τροφή. Μια βιολογική ανάγκη που, μολονότι οφείλουν να την ελέγχουν και να την περιορίζουν, δεν επιθυμούν -ούτε και πρέπει- να την απαλείψουν εντελώς.

Εξάλλου, είναι γνωστό ότι για τις περισσότερες βλαβερές συνέπειες από την υπερβολική κατανάλωση κρέατος δεν ευθύνεται το ίδιο το κρέας, αυτό καθεαυτό, αλλά ο βιομηχανικός τρόπος εκτροφής των ζώων.

Το πρόβλημα είναι η μαζική βιομηχανία του κρέατος, που στο όνομα του εύκολου και γρήγορου κέρδους αλλοιώνει και υποβαθμίζει την ποιότητα αυτής της τροφής, μετατρέποντάς την σε κάτι επικίνδυνο και δυνητικά ανθρωποκτόνο.

Η βεγκανική ουτοπία



Μεταξύ άλλων, το «παράδοξο του κρέατος» μας αποκαλύπτει την εγγενή και, εν πολλοίς, μη συνειδητή ψυχολογική μας προδιάθεση να αποδίδουμε επιλεκτικά ανθρώπινου τύπου ψυχικές ή συναισθηματικές ικανότητες στα ζώα με τα οποία ερχόμαστε σε επαφή.

Πρόκειται για το περίφημο και πολύ συνηθισμένο φαινόμενο του «ανθρωπομορφισμού»: η σχεδόν ακαταμάχητη τάση μας να προβάλλουμε -εντελώς αυθαίρετα- τις δικές μας ψυχικές ικανότητες και τα προσωπικά μας συναισθήματα σε ό,τι μας περιβάλλει: από τα έμβια όντα μέχρι τα άψυχα αντικείμενα με τα οποία ερχόμαστε σε επαφή.

Αναλογιστείτε, για παράδειγμα, πώς αντιδράμε όταν το αυτοκίνητο ή ο υπολογιστής μας «αρνείται» να εκτελέσει τις εντολές μας και «επιμένει» να κάνει αυτό που «θέλει».

Χάρη στην ενεργοποίηση του ίδιου νοητικού μηχανισμού, τα κατοικίδια ζώα με τα οποία σχετιζόμαστε στενά αποκτούν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και υποτίθεται ότι διαθέτουν απίστευτες ανθρώπινες ικανότητες. Πολύ συχνά, μάλιστα, στην κλίμακα των ψυχολογικών μας αξιών, τα ζωάκια «μας» μπορεί να έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα ακόμη και από τους ανθρώπους!

Συμβαίνει, όμως, συχνά τα ίδια άτομα που υποτίθεται ότι λατρεύουν τα ζώα να είναι κρεοφάγα, γεγονός που υποδεικνύει σαφώς ότι αυτοί οι άνθρωποι εφαρμόζουν στην περίπτωση της ζωοφαγίας τον ακριβώς αντίστροφο νοητικό μηχανισμό της «πραγμοποίησης», τη μετατροπή δηλαδή ενός μέχρι πρόσφατα έμβιου όντος σε ένα άψυχο αντικείμενο-τροφή, ένα κομμάτι κρέας.

Με άλλα λόγια, ασκώντας επιλεκτικά και κατά βούληση τέτοια κόλπα ψυχολογικής χειραγώγησης, μπορούμε κάλλιστα να επιβάλουμε εντελώς αυθαίρετα στην πραγματικότητα ό,τι κατά βάθος επιθυμούμε ή ό,τι μας συμφέρει!

Κάτι που θα έπρεπε να λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη από τους βέγκαν και όσους επιθυμούν διακαώς να αλλάξουν συθέμελα την ανθρώπινη διατροφική συμπεριφορά, όχι στο όνομα των πραγματικών βιολογικών μας αναγκών, όπως αυτές περιγράφονται αναλυτικά από την πολύχρονη επιστημονική έρευνα, αλλά βασιζόμενοι μόνο σε κοντόφθαλμες προσωπικές επιθυμίες ή στις ιδεολογικές προκαταλήψεις της εποχής τους.

Το να εμμένουμε, όπως οι βεγκανιστές, σε μονομερείς και αποκλειστικά κοινωνικές-πολιτισμικές εξηγήσεις σχετικά με τα βαθύτερα αίτια των διατροφικών απορρυθμίσεων της εποχής μας θα ισοδυναμούσε με εθελοτυφλία και θα μας εμπόδιζε να αποδεχτούμε τις πραγματικές διατροφικές ανάγκες του ανθρώπινου είδους ή να αναγνωρίσουμε τους βιοψυχολογικούς μηχανισμούς που εμπλέκονται στην εδραίωση κάποιων φαινομενικά αφύσικων, αλλά επίμονων και διαχρονικών διατροφικών συμπεριφορών μας.

Εχοντας παρουσιάσει, στα πρόσφατα άρθρα μας, μερικές από τις πιο σημαντικές βιοπολιτικές πρακτικές που στοχεύουν στην έλευση της μετα-ανθρώπινης κατάστασης, θεωρούμε ότι το (ψευδο-)δίλημμα «φυτοφαγία ή κρεοφαγία» και οι απανθρωποποιητικές πρακτικές που συνεπάγεται η αποδοχή τού ενός από τα δύο εντάσσονται στην κυρίαρχη προσπάθεια αλλοτρίωσης της ανθρώπινης φύσης απ’ ό,τι μέχρι σήμερα περιγράφαμε ως ανθρώπινη κατάσταση.

Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και η βεγκανική ουτοπία της αρμονικής συμβίωσης των χορτοφάγων ανθρώπων με τα υπόλοιπα έμβια όντα του πλανήτη -πολλά από τα οποία κάθε άλλο παρά χορτοφάγα είναι!- θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα χρήσιμο κοινωνικοπολιτικό μύθευμα, που αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για μια εναλλακτική βιοπολιτική διαχείρισης των διατροφικών και των οικολογικών μας προβλημάτων.

Πηγή: efsyn.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου