Του Ρούντι Ρινάλντι
Τα δυο κόμματα, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, για διαφορετικούς λόγους το καθένα θέλουν να εμφανίσουν την κατάσταση σαν να έχουμε φάει τον γάιδαρο και να έχει μείνει πλέον η ουρά…
Η κυβέρνηση προσπαθεί να αλλάξει το δυσμενές για αυτήν κλίμα, ρίχνοντας όλα τα βαριά χαρτιά στο τραπέζι. Επιδόματα, συντάξεις και κοινωνικά μερίσματα, συνταγματική αναθεώρηση, συμφωνία με την Εκκλησία και βέβαια «κάθαρση» με διώξεις και φυλακίσεις σημιτικών και δεξιών παραγόντων. Άρα, το μεγάλο κακό, τα «μνημόνια» (ο γάιδαρος), τέλειωσε και τώρα αρχίζει η «δημοκρατική επανάσταση» για να φράξει ο δρόμος στην ακροδεξιά παλινόρθωση που μας απειλεί.
Η Ν.Δ., ασκώντας ηπιότατη αντιπολίτευση και χωρίς μεγάλο ρεύμα, αρέσκεται να αναφέρεται στο τέλος του λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ που πλησιάζει. Τελειώνει λοιπόν το κακό όνειρο που είδαμε 3,5 χρόνια (να ο γάιδαρος κατ’ αυτήν) και είναι ζήτημα μερικών βδομάδων ή μηνών για να αποκατασταθεί η κανονικότητα.
Πρόκειται για ανέξοδες παραστάσεις πόλωσης και δημιουργίας ψευδοκλίματος, μακριά από δύο πραγματικότητες:
Πρώτον, από την καταβύθιση της κοινωνίας και την οικονομική ασφυξία που βιώνουν ευρύτατα στρώματα (η πολιτική των διάφορων έκτακτων επιδομάτων στους «πολύ αδύναμους» που κατά καιρούς εξαγγέλλονται, είναι φυσικά εντελώς ανίσχυρη να ανακουφίσει πραγματικά τον πληθυσμό και αγγίζει τα όρια της κοροϊδίας και της εξαπάτησης, μονιμοποιώντας την ένδεια).
Δεύτερο, από τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν γεωπολιτικές πιέσεις και εθνικές απειλές, οι οποίες μέρα με τη μέρα δυναμώνουν από όλες τις πλευρές. Το κουλούριασμα στην αγκαλιά του Αμερικάνου προστάτη, μόνο «Τρούμπες» της παλιάς εποχής μπορεί να τροφοδοτήσει. Μαζί με μια ακόμα πιο εκτεταμένη αποικιοποίηση και διαμελισμό της υπόστασης της χώρας. Να μην το καταλαβαίνει αυτό η «αριστερόστροφη» ιντελιγκέντσια μας, αυτό είναι παράξενο. Η εξουσιομανία των 40άρηδων που βρέθηκαν στο Μαξίμου, δείχνει πως γίνονται κυνικά επικίνδυνοι γιατί δεν διαθέτουν κανέναν ηθικό ενδοιασμό και κανένα έρμα –ηθικό, πατριωτικό, κοινωνικό κ.λπ.– φτάνει να παραμένουν μέσα στο παιχνίδι… Το ξεπούλημα της χώρας, η μετατροπή σε «Μπανανία» δεν τους ενοχλεί καθόλου. Αντίθετα, όλα παρουσιάζονται σαν νίκες της δημοκρατίας, της διαφορετικότητας, του ρεαλισμού ή της ευρωπαϊκής ιδέας.
Αυτές οι δύο πραγματικότητες, είναι οι ισχυροί μοχλοί μεγάλων εξελίξεων, τις οποίες έτσι κι αλλιώς το πολιτικό προσωπικό δεν μπορεί να ποδηγετήσει, να ελέγξει ή να κατευθύνει. Νομίζει ότι έχει την πρωτοβουλία, αλλά αυτό είναι μια ψευδαίσθηση και μόνο. Ο πολίτης ξέρει καλά: Δεν βρίσκει δουλειά το παιδί του, δεν φτάνει ο μισθός, αν υπάρχει, δεν προλαβαίνει να πληρώνει τους λογαριασμούς. Το μνημόνιο έληξε, αλλά το πλέγμα που έφτιαξε είναι εδώ και θα διαρκέσει για πολύ.
Από την άλλη, όλοι οι «ενδιαφερόμενοι» ξέρουν καλά ότι τώρα είναι η στιγμή, γιατί η χώρα είναι περισσότερο αδύναμη παρά ποτέ και προχωρούν τους σχεδιασμούς τους. Ευρωκρατία, ΗΠΑ, τούρκικος επεκτατισμός, αλλά και Αλβανία, ΠΓΔΜ, προβάλλουν διαρκώς αξιώσεις, μέσα από λόγια φιλίας ή και ανοιχτές απειλές. Επιβουλεύονται τμήματα της ελληνικής κυριαρχίας, προκαλούν και φοβερίζουν.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ιδωθεί η εκτέλεση του Κατσίφα την ημέρα της 28ης Οκτωβρίου από ειδικές δυνάμεις της Αλβανίας. Όπως και οι αναφορές Τούρκων επισήμων για τη «Γαλάζια πατρίδα» (ή και η πολύμηνη αιχμαλωσία των δύο Ελλήνων στρατιωτικών μέχρι πριν λίγο καιρό). Στη συνταγματική αναθεώρηση της ΠΓΔΜ, στο μεταξύ, παραμένουν άρθρα που δικαιολογούν τον αλυτρωτισμό. Η τουρκική προκλητικότητα μπορεί να συνδυαστεί με την αλβανική και τη σλαβομακεδονική και δεν είναι τυχαίο ότι κλιμακώνεται κάθε φορά που εντείνονται οι διαφορές με τα δύο γειτονικά κράτη, με τα οποία είναι γνωστές οι ειδικές σχέσεις της Άγκυρας.
Η ελληνική πολιτική είναι εξαφανισμένη, είναι απούσα, αντιφατική και μειοδοτική. Στην περίπτωση της εκτέλεσης Κατσίφα, έλαμψε δια της απουσίας της. Ούτε ένα διάβημα, μια επίσκεψη επίσημων, ένα μήνυμα στην οικογένεια, κάποια νότα στις αρχές της Αλβανίας. Αντίθετα, χρησιμοποιήθηκε η πολιτική και ιδεολογική τοποθέτηση του νεκρού σαν πρόσχημα για να μην κάνει τίποτα, ενώ γνώριζε και γνωρίζει ότι η υπόθεση έχει μεγάλα ερωτηματικά και η εκτέλεση έγινε προς εκφοβισμό και τρομοκράτηση της ελληνικής μειονότητας. Η ελληνική πλευρά εγκαταλείπει το ελληνικό στοιχείο στην τύχη του (όπως κάνει και με τον ελληνισμό της Κριμαίας) για να παίξουν οι εθνικιστές του Ράμα στη συγκεκριμένη περίπτωση τα δικά τους παιχνίδια. Ο κύριος Κοτζιάς, λέει, είχε έτοιμες τις συμφωνίες και με τα Τίρανα, αλλά δεν τον άφησαν να τις ολοκληρώσει, όπως έκανε με την Συμφωνία των Πρεσπών…
Νομίζει κανείς ότι η διαμάχη Καμμένου-Κοτζιά και η εκπαραθύρωση του δεύτερου, αποτελούν απλώς εσωτερική υπόθεση; Ας προσπεράσουμε τις πολύ σοβαρές καταγγελίες για την ανάμειξη του Σόρος στην ελληνική εξωτερική πολιτική (και όχι μόνο), το μπάχαλο αυτό της κυβέρνησης το εκτιμούν «φίλοι» στην περιοχή, όσο και οι μεγάλοι «σύμμαχοι» (ΗΠΑ, Ε.Ε.) που πασχίζουν για «επίλυση» και του Κυπριακού.
Αλλά ακόμα και το «εκκλησιαστικό», με τον χειρισμό της πρόσφατης συμφωνίας, δείχνει πως το παγκάρι και το παζάρι, η ΣΔΙΤ κράτους-Εκκλησίας και το «εκκλησιαστικό ΤΑΙΠΕΔ», παραγνωρίζουν και την ένδεια της κοινωνίας και τις εθνικές απειλές που διαπερνούν τη χώρα. Πρώτον, γιατί σωστά χαρακτηρίστηκε ως η βιαιότερη αλλαγή εργασιακού στάτους των 10.000 ιερέων που μεταβαίνουν σε μια άλλη υπόσταση, χωρίς πολλές διευκρινήσεις και εξασφαλίσεις. Δεύτερο, γιατί βαθαίνει η ρήξη με το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης και γιατί οι αλλαγές αφήνουν απ’ έξω περιοχές όπως η Βόρεια Ελλάδα, η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Ούτε διαχωρισμός ούτε τίποτα, ένας οικονομικός εναγκαλισμός και μια μεγάλη αναστάτωση, η οποία δεν θα επιφέρει θετικές επιπτώσεις. Το συνεχές βάθεμα διχαστικών καταστάσεων προς άγραν μικροπολιτικών και ψηφοθηρικών κερδών, δημιουργούν όλο και μεγαλύτερο κομφούζιο, από το οποίο θα επωφεληθούν τελικά οι «μεγάλοι παίκτες» και θα την πληρώσει ο λαός.
Από αυτό το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό κουβάρι, τι θα αναδειχθεί; Αυτό είναι ένα ανοιχτό ζήτημα επιδεχόμενο πολλών παρεμβάσεων και επιδράσεων. Το ιδεολογικό και πνευματικό κλίμα δεν ευνοεί έναν «αριστερόστροφο» ριζοσπαστισμό ανάθεσης και ρηχότητας. Δεν ευνοεί λύσεις ευκολίας. Γιατί απλούστατα, όσα δοκιμάζονται 3,5 χρόνια τώρα, ανοίγουν τον δρόμο σε μια συντηρητικοποίηση και «αποαριστεροποίηση» χωρίς διέξοδο και εν μέσω σύγχυσης. Και είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί δείχνει κάποιες αντοχές και ορισμένα αντανακλαστικά του λαού, το γεγονός ότι σε μια τέτοια συγκυρία δεν έχουν ενισχυθεί ιδιαίτερα οι ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις.
Όσοι νόμιζαν ότι πρόκειται για την ουρά του γαιδάρου, έκαναν λάθος. Δεν είναι ακριβώς η ουρά του… Χρειάζεται, όσο πιο γρήγορα γίνεται, να ανασκουμπωθούμε και να δούμε το «ελληνικό πρόβλημα» στην ολότητά του, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά. Να αναζητήσουμε μια διέξοδο που θα θυμίζει το «λεύτερη πατρίδα και πανανθρώπινη λευτεριά» στις σημερινές πολύπλοκες συνθήκες. Μια χειραφετητική πολιτική, η οποία θα πρέπει να δημιουργεί συνεχώς προϋποθέσεις για την απάντηση των ισχυρών διλλημάτων και προκλήσεων που παρουσιάζονται. Προς εκείνη τη μεριά θα πρέπει να στρέψουμε τη ματιά μας, και όχι στην «ουρά του γαιδάρου» που προσφέρουν οι ειδικοί του ραγιαδισμού και της «ευκαιρίας».
Πηγή: e-dromos.gr
Ρούντι Ρινάλντι: Σχετικά με τον Συντάκτη
Το εθνικό, το κοινωνικό και το πολιτικό κουβάρι
Τα δυο κόμματα, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, για διαφορετικούς λόγους το καθένα θέλουν να εμφανίσουν την κατάσταση σαν να έχουμε φάει τον γάιδαρο και να έχει μείνει πλέον η ουρά…
Η κυβέρνηση προσπαθεί να αλλάξει το δυσμενές για αυτήν κλίμα, ρίχνοντας όλα τα βαριά χαρτιά στο τραπέζι. Επιδόματα, συντάξεις και κοινωνικά μερίσματα, συνταγματική αναθεώρηση, συμφωνία με την Εκκλησία και βέβαια «κάθαρση» με διώξεις και φυλακίσεις σημιτικών και δεξιών παραγόντων. Άρα, το μεγάλο κακό, τα «μνημόνια» (ο γάιδαρος), τέλειωσε και τώρα αρχίζει η «δημοκρατική επανάσταση» για να φράξει ο δρόμος στην ακροδεξιά παλινόρθωση που μας απειλεί.
Η Ν.Δ., ασκώντας ηπιότατη αντιπολίτευση και χωρίς μεγάλο ρεύμα, αρέσκεται να αναφέρεται στο τέλος του λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ που πλησιάζει. Τελειώνει λοιπόν το κακό όνειρο που είδαμε 3,5 χρόνια (να ο γάιδαρος κατ’ αυτήν) και είναι ζήτημα μερικών βδομάδων ή μηνών για να αποκατασταθεί η κανονικότητα.
Πρόκειται για ανέξοδες παραστάσεις πόλωσης και δημιουργίας ψευδοκλίματος, μακριά από δύο πραγματικότητες:
Πρώτον, από την καταβύθιση της κοινωνίας και την οικονομική ασφυξία που βιώνουν ευρύτατα στρώματα (η πολιτική των διάφορων έκτακτων επιδομάτων στους «πολύ αδύναμους» που κατά καιρούς εξαγγέλλονται, είναι φυσικά εντελώς ανίσχυρη να ανακουφίσει πραγματικά τον πληθυσμό και αγγίζει τα όρια της κοροϊδίας και της εξαπάτησης, μονιμοποιώντας την ένδεια).
Δεύτερο, από τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν γεωπολιτικές πιέσεις και εθνικές απειλές, οι οποίες μέρα με τη μέρα δυναμώνουν από όλες τις πλευρές. Το κουλούριασμα στην αγκαλιά του Αμερικάνου προστάτη, μόνο «Τρούμπες» της παλιάς εποχής μπορεί να τροφοδοτήσει. Μαζί με μια ακόμα πιο εκτεταμένη αποικιοποίηση και διαμελισμό της υπόστασης της χώρας. Να μην το καταλαβαίνει αυτό η «αριστερόστροφη» ιντελιγκέντσια μας, αυτό είναι παράξενο. Η εξουσιομανία των 40άρηδων που βρέθηκαν στο Μαξίμου, δείχνει πως γίνονται κυνικά επικίνδυνοι γιατί δεν διαθέτουν κανέναν ηθικό ενδοιασμό και κανένα έρμα –ηθικό, πατριωτικό, κοινωνικό κ.λπ.– φτάνει να παραμένουν μέσα στο παιχνίδι… Το ξεπούλημα της χώρας, η μετατροπή σε «Μπανανία» δεν τους ενοχλεί καθόλου. Αντίθετα, όλα παρουσιάζονται σαν νίκες της δημοκρατίας, της διαφορετικότητας, του ρεαλισμού ή της ευρωπαϊκής ιδέας.
Αυτές οι δύο πραγματικότητες, είναι οι ισχυροί μοχλοί μεγάλων εξελίξεων, τις οποίες έτσι κι αλλιώς το πολιτικό προσωπικό δεν μπορεί να ποδηγετήσει, να ελέγξει ή να κατευθύνει. Νομίζει ότι έχει την πρωτοβουλία, αλλά αυτό είναι μια ψευδαίσθηση και μόνο. Ο πολίτης ξέρει καλά: Δεν βρίσκει δουλειά το παιδί του, δεν φτάνει ο μισθός, αν υπάρχει, δεν προλαβαίνει να πληρώνει τους λογαριασμούς. Το μνημόνιο έληξε, αλλά το πλέγμα που έφτιαξε είναι εδώ και θα διαρκέσει για πολύ.
Από την άλλη, όλοι οι «ενδιαφερόμενοι» ξέρουν καλά ότι τώρα είναι η στιγμή, γιατί η χώρα είναι περισσότερο αδύναμη παρά ποτέ και προχωρούν τους σχεδιασμούς τους. Ευρωκρατία, ΗΠΑ, τούρκικος επεκτατισμός, αλλά και Αλβανία, ΠΓΔΜ, προβάλλουν διαρκώς αξιώσεις, μέσα από λόγια φιλίας ή και ανοιχτές απειλές. Επιβουλεύονται τμήματα της ελληνικής κυριαρχίας, προκαλούν και φοβερίζουν.
Επικίνδυνο κομφούζιο
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ιδωθεί η εκτέλεση του Κατσίφα την ημέρα της 28ης Οκτωβρίου από ειδικές δυνάμεις της Αλβανίας. Όπως και οι αναφορές Τούρκων επισήμων για τη «Γαλάζια πατρίδα» (ή και η πολύμηνη αιχμαλωσία των δύο Ελλήνων στρατιωτικών μέχρι πριν λίγο καιρό). Στη συνταγματική αναθεώρηση της ΠΓΔΜ, στο μεταξύ, παραμένουν άρθρα που δικαιολογούν τον αλυτρωτισμό. Η τουρκική προκλητικότητα μπορεί να συνδυαστεί με την αλβανική και τη σλαβομακεδονική και δεν είναι τυχαίο ότι κλιμακώνεται κάθε φορά που εντείνονται οι διαφορές με τα δύο γειτονικά κράτη, με τα οποία είναι γνωστές οι ειδικές σχέσεις της Άγκυρας.
Η ελληνική πολιτική είναι εξαφανισμένη, είναι απούσα, αντιφατική και μειοδοτική. Στην περίπτωση της εκτέλεσης Κατσίφα, έλαμψε δια της απουσίας της. Ούτε ένα διάβημα, μια επίσκεψη επίσημων, ένα μήνυμα στην οικογένεια, κάποια νότα στις αρχές της Αλβανίας. Αντίθετα, χρησιμοποιήθηκε η πολιτική και ιδεολογική τοποθέτηση του νεκρού σαν πρόσχημα για να μην κάνει τίποτα, ενώ γνώριζε και γνωρίζει ότι η υπόθεση έχει μεγάλα ερωτηματικά και η εκτέλεση έγινε προς εκφοβισμό και τρομοκράτηση της ελληνικής μειονότητας. Η ελληνική πλευρά εγκαταλείπει το ελληνικό στοιχείο στην τύχη του (όπως κάνει και με τον ελληνισμό της Κριμαίας) για να παίξουν οι εθνικιστές του Ράμα στη συγκεκριμένη περίπτωση τα δικά τους παιχνίδια. Ο κύριος Κοτζιάς, λέει, είχε έτοιμες τις συμφωνίες και με τα Τίρανα, αλλά δεν τον άφησαν να τις ολοκληρώσει, όπως έκανε με την Συμφωνία των Πρεσπών…
Νομίζει κανείς ότι η διαμάχη Καμμένου-Κοτζιά και η εκπαραθύρωση του δεύτερου, αποτελούν απλώς εσωτερική υπόθεση; Ας προσπεράσουμε τις πολύ σοβαρές καταγγελίες για την ανάμειξη του Σόρος στην ελληνική εξωτερική πολιτική (και όχι μόνο), το μπάχαλο αυτό της κυβέρνησης το εκτιμούν «φίλοι» στην περιοχή, όσο και οι μεγάλοι «σύμμαχοι» (ΗΠΑ, Ε.Ε.) που πασχίζουν για «επίλυση» και του Κυπριακού.
Αλλά ακόμα και το «εκκλησιαστικό», με τον χειρισμό της πρόσφατης συμφωνίας, δείχνει πως το παγκάρι και το παζάρι, η ΣΔΙΤ κράτους-Εκκλησίας και το «εκκλησιαστικό ΤΑΙΠΕΔ», παραγνωρίζουν και την ένδεια της κοινωνίας και τις εθνικές απειλές που διαπερνούν τη χώρα. Πρώτον, γιατί σωστά χαρακτηρίστηκε ως η βιαιότερη αλλαγή εργασιακού στάτους των 10.000 ιερέων που μεταβαίνουν σε μια άλλη υπόσταση, χωρίς πολλές διευκρινήσεις και εξασφαλίσεις. Δεύτερο, γιατί βαθαίνει η ρήξη με το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης και γιατί οι αλλαγές αφήνουν απ’ έξω περιοχές όπως η Βόρεια Ελλάδα, η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Ούτε διαχωρισμός ούτε τίποτα, ένας οικονομικός εναγκαλισμός και μια μεγάλη αναστάτωση, η οποία δεν θα επιφέρει θετικές επιπτώσεις. Το συνεχές βάθεμα διχαστικών καταστάσεων προς άγραν μικροπολιτικών και ψηφοθηρικών κερδών, δημιουργούν όλο και μεγαλύτερο κομφούζιο, από το οποίο θα επωφεληθούν τελικά οι «μεγάλοι παίκτες» και θα την πληρώσει ο λαός.
Στην ολότητά του
Από αυτό το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό κουβάρι, τι θα αναδειχθεί; Αυτό είναι ένα ανοιχτό ζήτημα επιδεχόμενο πολλών παρεμβάσεων και επιδράσεων. Το ιδεολογικό και πνευματικό κλίμα δεν ευνοεί έναν «αριστερόστροφο» ριζοσπαστισμό ανάθεσης και ρηχότητας. Δεν ευνοεί λύσεις ευκολίας. Γιατί απλούστατα, όσα δοκιμάζονται 3,5 χρόνια τώρα, ανοίγουν τον δρόμο σε μια συντηρητικοποίηση και «αποαριστεροποίηση» χωρίς διέξοδο και εν μέσω σύγχυσης. Και είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί δείχνει κάποιες αντοχές και ορισμένα αντανακλαστικά του λαού, το γεγονός ότι σε μια τέτοια συγκυρία δεν έχουν ενισχυθεί ιδιαίτερα οι ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις.
Όσοι νόμιζαν ότι πρόκειται για την ουρά του γαιδάρου, έκαναν λάθος. Δεν είναι ακριβώς η ουρά του… Χρειάζεται, όσο πιο γρήγορα γίνεται, να ανασκουμπωθούμε και να δούμε το «ελληνικό πρόβλημα» στην ολότητά του, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά. Να αναζητήσουμε μια διέξοδο που θα θυμίζει το «λεύτερη πατρίδα και πανανθρώπινη λευτεριά» στις σημερινές πολύπλοκες συνθήκες. Μια χειραφετητική πολιτική, η οποία θα πρέπει να δημιουργεί συνεχώς προϋποθέσεις για την απάντηση των ισχυρών διλλημάτων και προκλήσεων που παρουσιάζονται. Προς εκείνη τη μεριά θα πρέπει να στρέψουμε τη ματιά μας, και όχι στην «ουρά του γαιδάρου» που προσφέρουν οι ειδικοί του ραγιαδισμού και της «ευκαιρίας».
Πηγή: e-dromos.gr
Ρούντι Ρινάλντι: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου