Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020

Ενας πλανήτης-καμίνι

Τάσος Σαραντής


Η δραματική αλλαγή από τόπο σε τόπο στους καύσωνες που έχουμε ζήσει τα τελευταία 70 χρόνια και η ραγδαία αύξηση του αριθμού αυτών των γεγονότων είναι σαφείς δείκτες ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι παρούσα και επιταχύνεται» Σάρα Πέρκινς-Κιρκπάτρικ, ερευνήτρια στο Κέντρο Ερευνών για την Κλιματική Αλλαγή στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας

Ανησυχητική αύξηση καυσώνων από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα


Η πρώτη ολοκληρωμένη επιστημονική παγκόσμια αξιολόγηση για τους καύσωνες αποκαλύπτει ότι σχεδόν σε κάθε μέρος του κόσμου οι καύσωνες αυξάνονται σε συχνότητα και διάρκεια από τη δεκαετία του 1950.

Για παράδειγμα αποδείχτηκε ότι η Μεσόγειος βιώνει μια δραματική άνοδο στους καύσωνες όταν αναλύθηκαν στοιχεία σε βάθος 70ετίας. Από το 1950-2017 στη Μεσόγειο καταγράφτηκε αύξηση των καυσώνων κατά περίπου 2,5 περισσότερες μέρες ανά δεκαετία. Ωστόσο αυτή η τάση από το 1980 έως το 2017 αυξήθηκε σε 6,4 μέρες ανά δεκαετία. Η νότια Αυστραλία γνώρισε κατά μέσο όρο επιπλέον μία μέρα υψηλών θερμοκρασιών ανά δεκαετία από το 1950. Και το τροπικό δάσος του Αμαζονίου έχει δει επιπλέον 5,5 ημέρες με καύσωνα ανά δεκαετία από το 1950.

Επιπλέον ζέστη


Στη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Nature Communications, οι επιστήμονες εισήγαγαν μια νέα μέθοδο μέτρησης, τη «σωρευτική θερμότητα», η οποία μετρά με πόση επιπλέον θερμότητα μπορεί να συμβάλει ένας καύσωνας. Όπως διαπιστώθηκε, στη χειρότερη περίοδο καυσώνων στη νοτιοανατολική Αυστραλία το 2009 προστέθηκε επιπλέον θερμότητα 80 βαθμών Κελσίου. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό εξηγεί στον ιστότοπο Conversation η Σάρα Πέρκινς-Κιρκπάτρικ, ερευνήτρια στο Κέντρο Ερευνών για την Κλιματική Αλλαγή στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας.

Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι μια συγκεκριμένη τοποθεσία είχε ένα όριο θερμότητας τους περίπου 30 βαθμούς Κελσίου. Η επιπλέον ζέστη σε μια μέρα όπου οι θερμοκρασίες φτάνουν τους 35 βαθμοί Κελσίου θα ήταν πέντε βαθμοί. Εάν ο καύσωνας κρατήσει για τρεις μέρες και όλες οι μέρες έφτασαν τους 35 βαθμούς, τότε η σωρευτική θερμότητα για αυτό το συμβάν θα ήταν 15 βαθμοί Κελσίου.

Κατά περιόδους που επικράτησαν ισχυρά κύματα καύσωνα, η δυτική Ρωσία ψήθηκε με επιπλέον πάνω από 240 βαθμούς Κελσίου, η Μεσόγειος και η Σιβηρία έχουν βιώσει και οι δύο εποχές όπου τα κύματα θερμότητας συνεισέφεραν με επιπλέον 200 βαθμούς Κελσίου, ενώ όταν η Αλάσκα βίωσε τη χειρότερη θερμή εποχή της δέχτηκε 150 βαθμούς επιπλέον θερμότητα. Ίσως δεν αποτελεί έκπληξη, όμως πολλές από τις χειρότερες εποχές με καύσωνες στον κόσμο, όπως μετράται από τη σωρευτική θερμότητα, έχουν υπάρξει από το 2000, με τη συντριπτική πλειονότητα να συμβαίνει από τη δεκαετία του 1980.

Από τη δεκαετία του 1950 ο υδράργυρος σχεδόν σε όλες οι περιοχές του πλανήτη ανεβαίνει σημαντικά από την επιπλέον θερμότητα που παράγεται από τους καύσωνες. Στη βόρεια και νότια Αυστραλία η θερμοκρασία κατά τη διάρκεια των καυσώνων έχει αυξηθεί κατά 2-3 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία. Αυτό είναι παρόμοιο με άλλες περιοχές, όπως η δυτική Βόρεια Αμερική και ο Αμαζόνιος. Η Αλάσκα, η Βραζιλία και η δυτική Ασία ωστόσο έχουν επιπλέον θερμότητας 4 έως 5 βαθμούς ανά δεκαετία, ενώ σε τμήματα της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής η τάση είναι έως 10 βαθμοί ανά δεκαετία. Και για τη συντριπτική πλειονότητα του πλανήτη οι χειρότεροι καύσωνες σημειώθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια.

Επιβεβαίωση


Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως σε ό,τι αφορά τους καύσωνες η μόνη μέτρηση που δεν παρουσιάζει αύξηση είναι η έντασή τους, η οποία μετρά τη μέση θερμοκρασία κατά την εκδήλωσή τους και η οποία έχει αλλάξει λίγο από το 1950. Αυτό όμως δεν οφείλεται στο γεγονός ότι η κλιματική αλλαγή έχει σταματήσει ή επειδή οι καύσωνες δεν γίνονται πιο θερμοί. Πρόκειται για το αποτέλεσμα μιας μαθηματικής ιδιοτροπίας. Αυτό συμβαίνει επειδή σε παγκόσμιο επίπεδο βλέπουμε περισσότερες θερμές μέρες και οι καύσωνες διαρκούν περισσότερο. Όταν η μέση θερμοκρασία μετράται σε μεγαλύτερης διάρκειας καύσωνες, τυχόν μεταβολές στην έντασή της είναι σχεδόν μη ανιχνεύσιμες. Με άλλα λόγια, ενώ όλες οι μέρες της υπερβολικής ζέστης κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα πρέπει να υπερβαίνουν ένα σχετικά ακραίο θερμοκρασιακό όριο, μερικές μέρες θα υπερβούν αυτό το όριο σε μικρότερο βαθμό από άλλες. Αυτό μειώνει τον συνολικό μέσο όρο.

Ωστόσο, όταν εξετάζουμε τις αλλαγές στη σωρευτική θερμότητα, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Η υπερβολική θερμότητα -όχι ο μέσος όρος- που βιώνεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές του πλανήτη είναι αυτό που μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία, τις υποδομές και τα οικοσυστήματά του.

Η περιφερειακή ανάλυση των δεδομένων έδειξε επίσης πώς διαφέρουν οι τάσεις. Περιοχές όπως ο Αμαζόνιος, η βορειοανατολική Βραζιλία, η δυτική Ασία και η Μεσόγειος αντιμετωπίζουν ραγδαίες αλλαγές στην εμφάνιση των καυσώνων, ενώ περιοχές όπως η νότια Αυστραλία και η βόρεια Ασία εξακολουθούν να βλέπουν αλλαγές, αλλά με βραδύτερο ρυθμό. Ωστόσο, ανεξάρτητα από το αν αυτές οι αλλαγές είναι γρήγορες ή αργές, φαίνεται αναπόφευκτο ότι τα ευάλωτα κράτη με τις λιγότερες υποδομές θα πληγούν περισσότερο από την έντονη ζέστη.

«Οι επιστήμονες του κλίματος έχουν προβλέψει εδώ και καιρό ότι ένα σαφές σημάδι της υπερθέρμανσης του πλανήτη θα μπορούσε να φανεί με μια αλλαγή στην εμφάνιση των καυσώνων» γράφει η Πέρκινς-Κιρκπάτρικ. «Η δραματική αλλαγή από τόπο σε τόπο στους καύσωνες που έχουμε ζήσει τα τελευταία 70 χρόνια και η ραγδαία αύξηση του αριθμού αυτών των γεγονότων είναι σαφείς δείκτες ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι παρούσα και επιταχύνεται».

Πηγή: efsyn.gr



Τάσος Σαραντής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου