Από διότι
“Πρέπει να δώσω αξία στη ζωή μου. Την ώρα του θανάτου μου πρέπει να αξίζω τα δάκρυα της μάνας μου”. Μ΄ αυτό το στίχο ο ποιητής καταθέτει έναν υψηλό κώδικα ζωής, στον οποίο η τιμή και η δικαίωση της ανθρώπινης ύπαρξης περνά μέσα από την αντίσταση και τον αγώνα για τα μεγάλα και τα σημαντικά.
Η μάνα που δώρισε τη ζωή έχει και τον πήχη για να μετρήσει την αξία της. Σ’ αυτή θέλει να λογοδοτήσει ο ποιητής, σ αυτή θέλει και να ξαναγυρίσει κλείνοντας τον κύκλο της ζωής του. Η Μάνα σύμβολο. Ενσάρκωση της δύναμης της ζωής αλλά ενσάρκωση και της πατρίδας, της πάντα μαχόμενης και πάντα αντιστεκόμενης Πατρίδας. Της ηρωικής Παλαιστίνης.
Αυτός είναι ο ποιητής. Ο Μαχμούντ Νταρουίς. Η ψυχή της Παλαιστίνης, ο ποιητής των αγωνιζόμενων όπου γης, των αδικαίωτων “ελεύθερων πολιορκημένων”, που ετοιμάζονται διαρκώς για την έξοδό τους. Γεννήθηκε σ ένα μικρό χωριό της Γαλιλαίας το 1941 κι εκεί έζησε τα πρώτα του χρόνια μέχρι που, όπως γράφει ο ίδιος «Οι πυροβολισμοί μέσα στην καλοκαιρινή νύχτα του 1948 στο ήσυχο χωριό Αλ Μπιρουά δεν ξεχώριζαν μεγάλους και μικρούς. Ήμουν δεν ήμουν έξι χρονών. Έτρεξα προς τους λόφους με τις μελανές ελιές, περπατώντας και έρποντας. Μετά από μια νύχτα αίματος, τρόμου και δίψας, βρεθήκαμε σε μια χώρα που λεγόταν Λίβανος».
Όταν θα γυρίσει πίσω τίποτα δε θα είναι όπως πριν. Εκεί που ήταν το χωριό του υπήρχε τώρα ένα εβραϊκό κιμπούτς κι αυτός, οι γονείς του, τ αδέλφια του και οι φίλοι του, όλοι τους πια, θα ‘ναι «προσωρινά απόντες», Ισραηλινοί πολίτες που δεν έχουν δικαίωμα ούτε στα χωράφια τους, ούτε στα σπίτια τους ούτε και στη ζωή τους. Έτσι η πολιτική με την καθολική της έννοια, αυτή που σηματοδοτεί την ταυτότητα του ατόμου και καθορίζει τη σύνδεσή του με τον κόσμο γύρω του, με το χτες και το αύριό της.
Διώχθηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε για την πολιτική του δραστηριότητα και για τα κείμενά του. Αρνήθηκε προσφορές και αξιώματα πιστός στην ηθική και στην ιδεολογία του. Συνέχισε ανυποχώρητα παρά το κυνηγητό και τις διώξεις να γράφει για τη δικαιοσύνη, την αλήθεια, την ανθρωπιά και την εξέγερση, εκδίδοντας ποιητικές συλλογές, αρθρογραφώντας σε περιοδικά και εφημερίδες. Δεν χαμήλωσε τα λάβαρα του αγώνα, δεν παραδόθηκε ούτε για μια στιγμή διδάσκοντας πάντα με το έργο του και τη ζωή του στάση ζωής και ήθους.
Ο Μαχμούντ Νταρουίς τραγούδησε την ειρήνη επειδή έζησε μέσα στον πόλεμο, ύμνησε την ελευθερία επειδή έζησε μέσα στην υποτέλεια, έκανε σημαία του την ομορφιά της ζωής και τη χαρά του έρωτα επειδή γνώρισε το αποτρόπαιο του θανάτου και την οιμωγή του πένθους. Μα πάνω απ΄ όλα, κύριο σημαίνον για την ποίησή του, αυτό που εμπεριείχε και ενσωμάτωνε όλα τα υπόλοιπα, ήταν η περηφάνεια του για τη μητρική του γη. Την πατρίδα του την Παλαιστίνη. Αυτή ενσάρκωνε το όνειρο, την ελπίδα και κυρίως τη ζώσα πράξη της Αντίστασης. Της Αντίστασης, που μετασχηματίζει το θάνατο σε ζωή και τη ζωή σε τραγούδι και γιορτή.
“Πρέπει να δώσω αξία στη ζωή μου. Την ώρα του θανάτου μου πρέπει να αξίζω τα δάκρυα της μάνας μου”. Μ΄ αυτό το στίχο ο ποιητής καταθέτει έναν υψηλό κώδικα ζωής, στον οποίο η τιμή και η δικαίωση της ανθρώπινης ύπαρξης περνά μέσα από την αντίσταση και τον αγώνα για τα μεγάλα και τα σημαντικά.
Η μάνα που δώρισε τη ζωή έχει και τον πήχη για να μετρήσει την αξία της. Σ’ αυτή θέλει να λογοδοτήσει ο ποιητής, σ αυτή θέλει και να ξαναγυρίσει κλείνοντας τον κύκλο της ζωής του. Η Μάνα σύμβολο. Ενσάρκωση της δύναμης της ζωής αλλά ενσάρκωση και της πατρίδας, της πάντα μαχόμενης και πάντα αντιστεκόμενης Πατρίδας. Της ηρωικής Παλαιστίνης.
Αυτός είναι ο ποιητής. Ο Μαχμούντ Νταρουίς. Η ψυχή της Παλαιστίνης, ο ποιητής των αγωνιζόμενων όπου γης, των αδικαίωτων “ελεύθερων πολιορκημένων”, που ετοιμάζονται διαρκώς για την έξοδό τους. Γεννήθηκε σ ένα μικρό χωριό της Γαλιλαίας το 1941 κι εκεί έζησε τα πρώτα του χρόνια μέχρι που, όπως γράφει ο ίδιος «Οι πυροβολισμοί μέσα στην καλοκαιρινή νύχτα του 1948 στο ήσυχο χωριό Αλ Μπιρουά δεν ξεχώριζαν μεγάλους και μικρούς. Ήμουν δεν ήμουν έξι χρονών. Έτρεξα προς τους λόφους με τις μελανές ελιές, περπατώντας και έρποντας. Μετά από μια νύχτα αίματος, τρόμου και δίψας, βρεθήκαμε σε μια χώρα που λεγόταν Λίβανος».
Όταν θα γυρίσει πίσω τίποτα δε θα είναι όπως πριν. Εκεί που ήταν το χωριό του υπήρχε τώρα ένα εβραϊκό κιμπούτς κι αυτός, οι γονείς του, τ αδέλφια του και οι φίλοι του, όλοι τους πια, θα ‘ναι «προσωρινά απόντες», Ισραηλινοί πολίτες που δεν έχουν δικαίωμα ούτε στα χωράφια τους, ούτε στα σπίτια τους ούτε και στη ζωή τους. Έτσι η πολιτική με την καθολική της έννοια, αυτή που σηματοδοτεί την ταυτότητα του ατόμου και καθορίζει τη σύνδεσή του με τον κόσμο γύρω του, με το χτες και το αύριό της.
Διώχθηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε για την πολιτική του δραστηριότητα και για τα κείμενά του. Αρνήθηκε προσφορές και αξιώματα πιστός στην ηθική και στην ιδεολογία του. Συνέχισε ανυποχώρητα παρά το κυνηγητό και τις διώξεις να γράφει για τη δικαιοσύνη, την αλήθεια, την ανθρωπιά και την εξέγερση, εκδίδοντας ποιητικές συλλογές, αρθρογραφώντας σε περιοδικά και εφημερίδες. Δεν χαμήλωσε τα λάβαρα του αγώνα, δεν παραδόθηκε ούτε για μια στιγμή διδάσκοντας πάντα με το έργο του και τη ζωή του στάση ζωής και ήθους.
Ο Μαχμούντ Νταρουίς τραγούδησε την ειρήνη επειδή έζησε μέσα στον πόλεμο, ύμνησε την ελευθερία επειδή έζησε μέσα στην υποτέλεια, έκανε σημαία του την ομορφιά της ζωής και τη χαρά του έρωτα επειδή γνώρισε το αποτρόπαιο του θανάτου και την οιμωγή του πένθους. Μα πάνω απ΄ όλα, κύριο σημαίνον για την ποίησή του, αυτό που εμπεριείχε και ενσωμάτωνε όλα τα υπόλοιπα, ήταν η περηφάνεια του για τη μητρική του γη. Την πατρίδα του την Παλαιστίνη. Αυτή ενσάρκωνε το όνειρο, την ελπίδα και κυρίως τη ζώσα πράξη της Αντίστασης. Της Αντίστασης, που μετασχηματίζει το θάνατο σε ζωή και τη ζωή σε τραγούδι και γιορτή.
Μάνα
Μου λείπει το ψωμί της μάνας μου
Ο καφές της μάνας μου
Το άγγιγμά της
Φουσκώνουν μέσα μου οι παιδικές μου αναμνήσεις
Μέρα τη μέρα
Πρέπει να δώσω αξία στη ζωή μου
Την ώρα του θανάτου μου
Πρέπει να αξίζω τα δάκρυα της μάνας μου
Και αν έρθω πίσω κάποια μέρα
Βάλε με σα μαντήλι στα βλέφαρά σου
Τα κόκαλά μου σκέπασε με χλόη
Που την αγίασαν τα βήματά σου
Δέσε μας μαζί
Με μια μπούκλα απ’ τα μαλλιά σου
Με μια κλωστή που κρέμεται από το φόρεμά σου
Μπορεί να γίνω αθάνατος
Μπορεί να γίνω Θεός
Εάν αγγίξω τα βάθη της καρδιάς σου
Αν καταφέρω και γυρίσω
Κάνε με ξύλα να ανάψεις τη φωτιά σου
Σκοινί για να απλώνεις τα ρούχα σου στην ταράτσα του σπιτιού σου
Δίχως την ευχή σου
Είμαι πολύ αδύναμος για να σταθώ
Μεγάλωσα πολύ
Δώσε μου πίσω τους χάρτες των αστεριών που είχα παιδί
Για να βρω με τα χελιδόνια
Το δρόμο πίσω
Στην άδεια σου αγκαλιά
Mahmoud Darwish
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου