Δημήτρης Μπελαντής
Η Ευρώπη έζησε τους Δίδυμους Πύργους της, σε μια έκταση πολύ σημαντικότερη από τα χτυπήματα της Αλ Κάιντα στην Μαδρίτη και το Λονδίνο το 2004. Η 14η Νοεμβρίου 2015 ήταν μια ιστορική ημέρα. Ιδίως, το Παρίσι, η μητρόπολη των αξιών της δυτικής Ευρώπης και της Δύσης συνολικότερα, η πόλη των Φώτων, της μάθησης, του φιλελευθερισμού, της διανοητικής και ερωτικής ελευθερίας, της διανοητικής ανοχής και της διανοητικής πρόκλησης, η πόλη της Libération και του Charlie Hebdo, ήταν η πόλη που δέχτηκε το πλήγμα. Όλη η πόλη αυτή έχει υπάρξει ένα κεντρικό Σημαίνον για τον Διαφωτισμό και για την όποια φιλελεύθερη συνέχισή του στην ύστερη νεοτερικότητα και την μετανεοτερικότητα. Είναι η ίδια πόλη που γέννησε την «Εγκυκλοπαίδεια» και τον κλασικό Διαφωτισμό, την Γαλλική Επανάσταση, την Κομμούνα και τον Μάη. Αλλά και την συμπύκνωση της μετανεοτερικής έλευσης, την συζήτηση για τον δομισμό και τον μεταδομισμό, την θέση του Λυοτάρ για την «μεταμοντέρνα συνθήκη και για το τέλος των «Μεγάλων Αφηγήσεων», τις κριτικές του Φουκώ στα σχέδια της νεοτερικότητας, σχέδια ημιτελή και ανεπαρκή, συχνά ολοκληρωτικά, τις απορίες του Ντεριντά και τόσα άλλα. Είναι και η ίδια πόλη που αντιμετώπισε με τον στρατιωτικό νόμο την εξέγερση της αραβικής ή αραβογενούς νεολαίας των προαστίων το 2005, κάτι που δεν μπορεί να θεωρηθεί πολιτικά, πολιτισμικά και κοινωνικά άσχετο ή τυχαίο.
Θα πει, κανείς, τι σχέση έχουν όλα αυτά με την σύγχρονη Τζιχάντ, το ISIS και την μανία του αίματος και της εξόντωσης; Kαι όμως, έχουν τεράστια σχέση. Είναι εντυπωσιακό το πόσο βαθύτερα μετανεοτερικό είναι το κίνημα του ISIS και πόσο σχετίζεται με την θραύση των ολοτήτων, με τις καταστάσεις-θραύσματα και με την πλήρη «κατασκευή» διάσπαρτων εικόνων, καταστάσεων, βιωμάτων και παθών με έντονα εικονική διάσταση: το πόσο το ISIS είναι καθαρό προϊόν της υπερίσχυσης της μετανεοτερικής συνθήκης σε διεθνή κλίμακα. Κατά μια έννοια, το ISIS δεν υπάρχει στον υλικό κόσμο, είναι ένα matrix. Δεν το εννοώ εδώ συνωμοσιολογικά, με την έννοια που λένε διάφορες «Αριστερές», ότι δηλαδή το τροφοδότησαν ή το έφτιαξαν οι ιμπεριαλιστικές υπηρεσίες, η Τουρκία κλπ. Ούτε αρνούμαι την τροφοδότηση και την ενίσχυση του ISIS από αυτές τις δυνάμεις. Όμως αυτά δεν ερμηνεύουν ικανοποιητικά την κοινωνική ύπαρξη του ISIS, η οποία είναι η άρνηση κάθε ουσίας και ο περιορισμός της σε μια ανιστορική, άχρονη και συναισθηματικά επίπεδη, αν όχι ανύπαρκτη εικόνα.
Η βασική ταυτότητα του ISIS είναι η κατασκευή μιας «διεθνούς τηλεοπτικής εικόνας», ενός μεγαθεάματος τρόμου (σε αυτό η Αλ Κάιντα υπήρξε ο ατελής πρωτοπόρος), που είναι το απόλυτο αρνητικό και η απόλυτη απόρριψη των δυτικών αξιών, πολύ περισσότερο των δυτικών συναισθημάτων και των δυτικών στάσεων, αντιλήψεων και βιωμάτων, ο καθρέφτης της απόλυτης άρνησής τους. Όσο ο ύστερος δυτικός κόσμος –υποκριτικά– διατρανώνει την πίστη του στην αξία της ανθρώπινης ζωής, την ελευθερία, την ανοχή, την πολυπολιτισμικότητα, την διαφορά, τόσο όσο και περισσότερο το ISIS κατασκευάζει εικονικά αλλά και με την πρακτική του μαζικού αναίτιου θανάτου την παράσταση της «βαρβαρότητας», της πιο αιματηρής δυνατόν απανθρωπιάς, των αποκεφαλισμών (πραγματικών ή εικονικών) και εκτελέσεων, των βιασμών κλπ. Ό,τι θα μπορούσαν να προσάψουν οι δυτικοί στο αντίθετό τους, στο «αρνητικό» τους, το ISIS σπεύδει να το ανακατασκευάσει: ακόμη και ο σαδισμός του ISIS είναι ένας προκλητικός τεχνητός σαδισμός με σχεδόν πορνογραφικό περιεχόμενο. Ισχύει και αντίστροφα: ό,τι παρουσιάζουν ως σύμβολο, αγλάισμα και έκφρασή τους, αυτό θα γίνεται και σαφέστερα στρατιωτικός στόχος.
Η πολιτική αυτή είναι ουσιαστικά μια τεράστια συμβολική πρόκληση, που αλληλοτροφοδοτείται και με τις αντιισλαμικές προκλήσεις μιας τάσης της δυτικής διανόησης. Το ISIS προσπαθεί να πείσει στο επίπεδο της εικόνας, με τρόπο που θυμίζει ταινίες σπλάτερ β’ διαλογής αλλά και με πρακτικές μαζικής δολοφονικής μανίας, ότι ο δυτικός πολιτισμός, σε κάθε του φιλελεύθερη, δημοκρατική και ανθρωπιστική διάσταση, είναι ένα «ψέμα», ότι μπορεί να καταστραφεί, αν δεν έχει ήδη καταστραφεί, και ότι στην θέση του «κανένας άλλος κόσμος δεν είναι εφικτός». Πράγματι, η αναφορά στο υπό ίδρυση Κράτος του Ισλάμ εκ μέρους του ISIS είναι απολύτως ψευδής και προσχηματική.
Το ISIS δεν πιστεύει σε κανένα κράτος του Ισλάμ και σε κανένα οργανωμένο κράτος γενικά: είναι μια μηχανή σκέτης αποσταθεροποίησης κρατών και κοινωνιών στο όνομα του χάους και πιστεύει βαθιά στο χάος και την αποδιοργάνωση του πολιτισμού σε κάθε νοητή του εκδοχή. Η βία μόνη της δεν μπορεί να οικοδομήσει κρατικές οντότητες – ούτε καν η φασιστική βία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς μια συγκολλητική ιδεολογία και συνοχή, και ο καταστροφικός «ισλαμισμός» του ISIS δεν είναι καθόλου μια τέτοια συγκολλητική ιδεολογία. Το ISIS είναι ό,τι πλησιέστερο από άποψη μηδενιστική προς τον ναζισμό και ιδίως τον ναζισμό του τέλους του πολέμου, αλλά δεν συνοδεύεται από τα συγκολλητικά κοινοτιστικά και εθνικιστικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά που διείπαν τα φασιστικά κινήματα, τα χαρακτηριστικά που μετέτρεψαν αυτά τα κινήματα σε βιώσιμες ηγεμονικές κρατικές οντότητες για κάποιο διάστημα και αντιρρόπησαν κάπως τον μηδενισμό του φασισμού.
Συνεπώς, το ISIS, θυμίζοντας μορφώματα όπως οι αιματηρές αιρέσεις ή η Καμπότζη του Πολ Ποτ, προς το χειρότερο, προσπαθεί να πείσει ότι το Τέλος της Ιστορίας έχει επέλθει αλλά με μια έννοια πολύ διαφορετική από εκείνη του Φρ. Φουκουγιάμα: το Τέλος της Ιστορίας δεν είναι η εγελιανή ολοκλήρωση των σκοπών της, η ολοκλήρωση μιας ανεκτής οικουμενικής κρατικής και πολιτιστικής οργάνωσης, αλλά η πλήρης ματαίωση της Ιστορίας και των σκοπών της, η πλήρης ματαίωση της οργανωμένης κοινωνίας. Η πλήρης ματαίωση του ανθρωπισμού, της ελευθερίας, της ανοχής, της δημοκρατίας οφείλει να παγιωθεί ως «εικόνα», προτού παγιωθεί ως καθημερινότητα. Η διαρκής σφαγή και εξόντωση χωρίς τέλος, η οποία δεν μπορεί να αναχθεί , από όσο γνωρίζω, σε καμία εκδοχή του Ισλάμ, χρησιμοποιεί το Ισλάμ και τον Θεό ως πρόσχημα, ενώ στην πραγματικότητα είναι με μια αντιδραστική έννοια «αθεϊστική», με την έννοια της πλήρους απώλειας νοήματος και, άρα, και της απώλειας νοήματος της συνέχισης της ανθρώπινης ζωής. Αυτό που πρώιμα υποστήριξε ο Α. Γκλυκσμάν στο βιβλίο του για την Αλ Κάιντα «Ο Ντοστογιέφσκι στο Μανχάταν» το 2001, μοιάζει να κολλάει στο ISIS και την μηδενιστική του φύση, αν και ο Γκλυκσμάν στέκεται μόνο στην φιλοσοφική θεμελίωση ενός διανοητικού φαινομένου χωρίς υλική θεμελίωση.
Όπως, επίσης, μια συσχέτιση με τον Νετσάγιεφ θα αδικούσε ακόμη και αυτόν τον Νετσάγιεφ. Το ISIS είναι πολλά βήματα μηδενιστικότερο από την Αλ Κάιντα και τον ουαχαμπιτισμό, που την διακατείχε. Δεν στοχεύει σε καμία θεοκρατία αλλά μόνο στην καταστροφή των μη θεοκρατιών και, ενδεχομένως, και των θεοκρατιών. Υπό αυτήν την έννοια, το ISIS, αφού κατακτά για να καταστρέψει την πρότερα οργανωμένη κοινωνία αλλά και την ιστορική χρονικότητα (η καταστροφή της Παλμύρας ως εμβληματικής ιστορικότητας της Μέσης Ανατολής δεν είναι τυχαία), οδηγεί σε μια απολύτως μετανεοτερική κατάσταση μόνιμα «παροντική και ενεστώσα», δηλαδή μόνιμα καταστροφική της Ιστορίας/Παρελθόντος Επίσης, είναι ένα οικουμενικό «κράτος» χωρίς καμία εδαφικότητα και, άρα, δεν μπορεί να καταστραφεί πολεμικά. Είναι μάλλον μεγάλη αυταπάτη η θέση ότι μέσω του ιμπεριαλιστικού πολέμου μπορεί να καταστραφεί το ISIS ως εικονικό κίνημα ή ως εδαφική συγκρότηση. Μπορεί, βεβαίως, να αποδυναμωθεί επιχειρησιακά και στρατιωτικά, αλλά, αν ισχύει η υπόθεσή μου, θα μπορεί να αναγεννηθεί ξανά μέσα στα κέντρα του δυτικού κόσμου, γιατί στρατολογεί ανθρώπους είτε από την ίδια την Δύση είτε ανθρώπους που έχουν βιώσει την καταστολή, τον αποκλεισμό ή/και την ίδια την απώλεια πνευματικού νοήματος στην ίδια την Δύση, την γενικευμένη αλλοτρίωση.
Πρόκειται για ένα διεθνές δίκτυο –όπως και η Αλ Κάιντα– που αντλεί την δυναμική του από την υπαρξιακή και ηθική φθορά της Δύσης ως του κυρίαρχου διεθνώς οικουμενικού πολιτιστικού δικτύου. Μαζεύει από τα δυτικά καπιταλιστικά κέντρα την αίσθηση του αποκλεισμού και της απόγνωσης (ανεργία, γκετοποίηση), την αίσθηση της ταπεινωτικής υποβολής στον δυτικό «ανθρωπιστικό/φιλάνθρωπο» ρατσισμό, την αίσθηση μιας εξεγερσιακότητας χωρίς σκοπό και στρατηγικό στόχο, την αυτοματαίωση, παρά την υπερπροβολή του, του λόγου περί «δικαιωμάτων» και «πολυπολιτισμικότητας», την νεολαία που όχι απλώς «αποκλείεται» κοινωνικά, αλλά δεν βρίσκει κανένα νόημα στις φθαρμένες και πολύ αντιφατικά ισχύουσες πια αξίες της Δύσης και του Διαφωτισμού και δεν έχει κανένα μέλλον. Μαζεύει αυτό το διαρρηγμένο βίωμα, αυτό το ξερίζωμα και αυτό το μίσος, και το μεταγράφει σε «θάνατο», χωρίς να αντιπαραθέτει πραγματικά μια ισλαμική κοινότητα ή όποια άλλη πολιτισμική ή πολιτική κοινότητα.
Εδώ, μπορούμε να θυμηθούμε ότι και ο φασισμός μάζεψε το διάχυτο κοινωνικό «ξερίζωμα», αλλά το ενέταξε στην φυλετική ρατσιστική κοινότητα, συνέρραψε το ένστικτο του θανάτου με το δικαίωμα στην ζωή των πιο «ισχυρών». Εδώ πια, η λειτουργική κοινότητα, όποιας μορφής, έχει πεθάνει ως προσδοκία προ πολλού. Αφού δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο μια ψευδοκοινότητα του θανάτου, είναι προφανές ότι αυτή η απουσία κοινότητας δεν γεννά ούτε σταθερό και εδαφικά προσδιορισμένο κράτος ούτε καθεστώτα δικαιωμάτων, τα οποία έχουν την ύπαρξη κράτους ως ενύπαρκτη υποχρεωτική προϋπόθεση, όπως ξέρουμε.
Πράγματι, πέρα από οπλαρχηγούς και μαχητές, το ISIS, από όσο γνωρίζω, όπου επικρατεί στην Μέση Ανατολή καταστρέφει και δεν δημιουργεί διοικητικές και κοινωνικές δομές. Δεν αφομοιώνει τίποτε και κανέναν, δεν απαιτεί καμία συναίνεση πέρα από την συναίνεση στον θάνατο. Αφομοιώνει θετικά-σε αντίθεση με κάθε προηγούμενο ένοπλο αντιδυτικό κίνημα- μόνο την κατηγορία της «τρομοκρατίας» και την γιγαντώνει ως επιθυμητή από αυτό αρνητική εικόνα, την στέλνει πίσω με περηφάνεια. Είναι σαν να μας λένε, «από τρομοκρατία δεν έχετε δει ακόμη τίποτε». «Είμαστε οι υπερτρομοκράτες». «Ζήτω ο θάνατος», όπως θα έλεγε παλιότερα ο στρατηγός του Φράνκο Μίλαν Αστράυ.
Βεβαίως, πέρα από αυτήν την μηδενιστική μηχανή θανάτου, κυκλοφορούν και άλλες ανταγωνιστικές στην πιάτσα κρατικές μηχανές θανάτου. Η εθνικιστική-νόμιμη μηχανή θανάτου, η οποία θα ενεργοποιούνταν πλήρως από μια πολύ δεξιά κυβέρνηση, όπως αυτή ενδεχομένως της Λεπέν στην Γαλλία ή από χώρες όπως η Ουγγαρία. Αλλά και η «ομαλή φιλελεύθερη»-νόμιμη μηχανή θανάτου του Ολάντ/Σαρκοζί και της κεντροαριστεράς/κεντροδεξιάς , η οποία επί χρόνια έχει εξοντώσει χιλιάδες ανθρώπους στην Μ. Ανατολή και Αφρική (Λιβύη, Μάλι, Κεντρική Αφρική κ.α.) με τις στρατιωτικές επεμβάσεις της, σε χώρες όπου η ανθρώπινη ζωή για τους Δυτικούς μετρά πολύ λιγότερο από ό,τι η ζωή στις μητροπόλεις ή που παρακολουθεί τους πρόσφυγες να πνίγονται στην Μεσόγειο.
Η βιοεξουσία των μη μηδενιστών και του ριζοσπαστικού κέντρου είναι και αυτή συχνά μια έμπρακτα- μηδενιστική-εξουσία- στο όνομα του δημοκρατικού έθνους, της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων, του ευρωπαϊσμού, του ανθρωπισμού κλπ. Η τρίτη εκδοχή αντιμετώπισης του μηδενισμού από την Δύσης αυτή της δημοκρατικής- σοσιαλιστικής-πατριωτικής αντίστασης στον μηδενισμό, της προστασίας της δημοκρατικής ή ακόμη παραπάνω της σοσιαλιστικής «πόλεως» έναντι του μηδενισμού , δεν έχει δείξει ακόμη ικανοποιητικά το δικό της πρόσωπο. Ένας βασικός λόγος είναι η εξαιρετική δυσκολία της σύγχρονης Αριστεράς να περάσει από τον «φιλελευθερισμό των δικαιωμάτων» σε μια νέα σύνθεση της εθνικής δημοκρατικής κοινότητας. Κατά κάποιο τρόπο, η καταστροφή της εθνικής κρατικής κοινωνίας, την οποία υπαινίσσονται ή διακηρύσσουν πολλών ειδών ελευθεριακά ή αντιεθνικιστικά ρεύματα δεν βρίσκει μια ιδεατή ριζοσπαστική εκπλήρωση («κοσμόπολις») αλλά μια απόλυτα μηδενιστική.
Μια πραγματικότητα που αναδεικνύει η άνοδος του ISIS τα τελευταία δύο χρόνια, και την οποία έχουμε αμελήσει να προσεγγίσουμε εννοιολογικά αλλά και υπαρξιακά, είναι η πραγματικότητα της «πτώσης της Δύσης», της «παρακμής της Δύσης», όπως θα έλεγε και θα διέβλεπε παλιότερα ο Όσβαλντ Σπένγκλερ, μέσα στα δικά του εννοιολογικά προβλήματα και αντιφάσεις και μέσα στον σαφή πρωσικό συντηρητισμό του, της πιθανής ανόδου ενός «Νέου Μεσαίωνα», ο οποίος μπορεί εν μέρει να κατανοηθεί μέσα από το λουξεμβουργιανό σχήμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», αλλά, σίγουρα, αν δεν ανασχεθεί, θα μετατοπίσει ριζικά το πεδίο όπου κατανοούμε την αντίθεση Δεξιά-Αριστερά ή την ταξική πάλη εδώ και δύο αιώνες, θα την καταστήσει «τυφλό σημείο» (πράγμα που μάλλον υπέθετε στην εποχή της και η Λούξεμπουργκ).
Αυτό από το οποίο δραπετεύουν με την ψυχή στο στόμα οι πρόσφυγες και οι μετανάστες της Συρίας, του Κουρδιστάν και του Ιράκ δεν είναι μόνο η αιματηρή κοινωνική αποσταθεροποίηση που προκάλεσαν οι δυτικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις κατά Ιράκ και Συρίας και το τρίκοπο μαχαίρι «βομβαρδισμοί των ποικίλων ιμπεριαλιστών/σφαγή του ISIS/καταστολή του Άσαντ», αυτή είναι μια μόνο πλευρά. Είναι το αντίκρυσμα του «αρνητικού καθρέφτη της Δύσης», της πλήρους αποτυχίας μιας αυτοθέσμισης στην περιοχή είτε βάσει της αστικής δημοκρατίας μέσω ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων ή εξεγέρσεων είτε βάσει του αυταρχικού αραβικού εθνικισμού (καθεστώτων ανόμοιων μεταξύ τους αλλά με κοινή δυτική αντήχηση, γενεαλογία και πηγές) και της γιγάντωσης τοπικά-μετά την αποτυχία και του ίδιου του ισλαμικού φονταμενταλισμού- ενός διεθνούς μηδενιστικού κινήματος, το οποίο γεννιέται και τρέφεται από την πολιτική, ηθική και πολιτιστική αυτοκαταστροφή της Δύσης.
Μια αυτοκαταστροφή, η οποία συνδυάζει στα πλαίσια μιας «αυτοκρατορίας της παρακμής» την πλήρη αποδυνάμωση και εγκατάλειψη της κοινωνικής και της δημοκρατικής διάστασης των κοινωνιών και την τάση κατάρρευσης προστατευτικών κάπως καθολικοτήτων, όπως η ταξική συλλογικότητα ή/και το δημοκρατικό έθνος-κράτος του 20ου αιώνα. Είναι τραγικό να λέγεται, αλλά η κύρια μηδενιστική διάσταση δεν πηγάζει σήμερα κυρίως (προς το παρόν) από μια γιγάντωση του κλασσικού υπερεθνικισμού φασιστικού τύπου αλλά από μια διεθνή ώθηση μέσω του τεχνοκρατικού φιλελευθερισμού στην αποτυχία τόσο του κλασσικού έθνους-κράτους όσο και των συσσωματώσεων που επεχείρησαν να το υπερβούν (π.χ. ΕΕ και άλλες οικονομικές ολοκληρώσεις του κεφαλαίου). Από μια γιγάντωση ενός οικουμενικού ολοκληρωτισμού, πλαστικού/τεχνοκρατικού στην καθεστωτική καπιταλιστική του εκδοχή και αιματοβαμμένα ατσάλινου στην εκδοχή του μηδενισμού του ISIS.
Το βασικό πρόβλημα των κοινωνιών, που υπάγονται στην πολιτισμική «Αυτοκρατορία της Δύσης» (όπου σιγά-σιγά εντάσσονται με τον ιδιαίτερο τρόπο τους και τα μη δυτικά ιμπεριαλιστικά κέντρα», τύπου Ρωσίας ή Κίνας, μπαίνοντας και αυτά στο πεδίο του προβλήματος) δεν εξαντλείται στην «κατασκευή φραχτών» για τους ξένους, όσο και αν αυτή η κατασκευή δεν είναι ηθικά και πολιτικά παραδεκτή για ανθρώπους που είναι θύματα των ίδιων των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, είναι μια πρακτική πολιτικά ανήθικη, αφού δεν σέβεται τις συνέπειες των πρακτικών της. Το βασικό πρόβλημα είναι η εσωτερική καθεστωτική αποδόμηση του τείχους και του «συνόρου» (με την ρωμαϊκή έννοια του limes) της Δύσης απέναντι στην βαρβαρότητα, βασικά μια βαρβαρότητα εσωτερική στην Δύση και όχι εισαγόμενη από τα μη δυτικά πολιτιστικά και κοινωνικά μορφώματα (όπως οι εκδοχές του Ισλάμ).
Το τείχος αυτό που καταρρέει είναι ένα προστατευτικό τείχος, ένα τείχος συμπερίληψης και όχι ένα τείχος αποκλεισμού: είναι οι υπό διάλυση κοινωνικοί δεσμοί στην Δύση. Η συστηματική καταστροφή του κοινωνικού κράτους επί δεκαετίες από την πολύμορφη νεοφιλελεύθερη αστική εξουσία , η συστηματική μεταμόρφωση της αστικής δημοκρατίας σε έναν νοσηρό κοινοβουλευτισμό, ελεγχόμενο από το μονοπωλιακό κεφάλαιο και τους διεθνείς χρηματιστικούς ομίλους, η μαζική ανεργία, η σκληρή απώθηση των μαζών από την πολιτική συμμετοχή και η απώλεια νοήματος στην πολιτική και κοινωνική αντιπροσώπευση (στην οποία η διεθνής Αριστερά μετέχει, όντας μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης), η άνοδος ενός μη δημοκρατικού και τελείως άψυχου και ναρκισσιστικού ατομικισμού χωρίς καμία συλλογική συνδήλωση ή προσδοκία, είναι φαινόμενα, τα οποία είτε θα πρέπει να οδηγήσουν στο ορατό μέλλον –με την συνειδητή παρέμβαση των όποιων ριζοσπαστικών δυνάμεων προκύψουν– σε μια πολύμορφη κοινωνική εξέγερση, στην άρνησή της άρνησης του Διαφωτισμού και σε μια προσπάθεια ανάκτησης των κοινωνικών και κρατικών δομών από τις υποτελείς τάξεις είτε θα σημάνουν το τέλος της ταξικής πάλης, όπως την ξέραμε, την ματαίωση του σοσιαλισμού και της αστικής δημοκρατίας ως εναλλακτικών δυνατοτήτων και το άνοιγμα μιας απροσδιόριστης χρονικά Νέας Μεσαιωνικής Περιόδου, χωρίς ορατή διέξοδο και χωρίς πια την προσδοκία μιας ενεργητικής αυτοθέσμισης εντός του πολιτισμού.
Προφανώς, το τέλος της προσδοκίας της αυτοθέσμισης θα σημάνει και το τέλος του δυτικού πολιτισμού, όπως τον ξέρουμε. Το τι θα επακολουθήσει είναι αδύνατο να προβλεφθεί και αχαρτογράφητο. Όπως φαίνεται, λοιπόν, η αποδόμηση του προστατευτικού για τον πολιτισμό συνόρου είναι εσωτερική στον δυτικό πολιτισμό, όπως εσωτερικοί είναι και οι «νέοι βάρβαροι». Δεν είναι οι απόγονοι των Ερούλων, των Γεπιδών και των Βησιγότθων, των Ούννων και των Αλανών, είναι αυτοί που είτε ως πολίτες είτε ως ανιθαγενείς κάτοικοι της Δύσης είτε ως αποδέκτες των δυτικών πολιτικών βγαίνουν αξιακά από το πλέγμα του δυτικού πολιτισμού, χάρη στην ματαίωση και την απόγνωση, χάρη στην «πλαστότητα» πια τουλάχιστον της εκφοράς αυτών των αξιών, και κινούνται προς έναν σκοταδιστικό μηδενισμό. Φεύγουν από το «φως» και πάνε συνειδητά στο σκοτάδι, φεύγουν από την παρηκμασμένη «πόλιν» και πάνε ηθελημένα στην κόλαση.
Η ζωή τους αποκτά νόημα αποκλειστικά τώρα πια ως «θάνατος». Η αντιμετώπιση αυτών των ανθρώπων δεν μπορεί να είναι κυρίως στρατιωτική/μιλιταριστική, καθώς η απόγνωση και ο ναρκισσιστικός ατομικισμός που παράγει αυτήν την στάση είναι ανθρωπολογικές και πολιτιστικές ποιότητες και όχι στρατιωτικά ή αστυνομικά μεγέθη. Καμία στρατιωτική δύναμη δεν μπορεί να σταματήσει ούτε τον ήρωα ούτε τον μηδενιστή: και οι δύο είναι απίστευτα αποτελεσματικοί, καθώς έχουν ξεγράψει την ζωή τους οριστικά, έχουν διαβεί τον υπαρξιακό Ρουβίκωνα.
Όσο η Ευρώπη θα θωρακίζεται μέσα στα σύνορά της και θα ζει την πλαστή εκπλήρωση και τελικά την κατάρρευση ή και πρακτική διάψευση των αξιών της, όσο ο φιλελεύθερος ολοκληρωτισμός θα χάνει την αξιοπιστία του, τόσο τα ISIS με αυτήν ή με άλλη μορφή θα αναγεννώνται και θα αναπαράγονται. Η αυτοκρατορία έχει από καιρό καταστρέψει τα τείχη της, δηλαδή τους κοινωνικούς και ψυχικούς δεσμούς που την προστάτευσαν. Έχει καταστήσει τους «βάρβαρους», που κατασκηνώνουν πια και ποτίζουν τα άλογά τους εντός των τειχών της, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Άλλωστε, και οι «βάρβαροι» στην Ρώμη, σε σημαντικό βαθμό, προτού γίνουν εξολοθρευτές άγγελοι του ρωμαϊκού πολιτισμού, διήγαν ως σύμμαχοι και μισθοδοτούμενοι εντός του limes, μελετώντας καθημερινά τα κενά και τις ελλείψεις του.
Το βασικό πρόβλημα, αν θεωρηθεί ότι η προοπτική ενός Νέου Μεσαίωνα μοιάζει να γίνεται υπαρκτή ως ιστορική δυνατότητα, είναι το γεγονός ότι στην φάση που εισέρχεται ένας πολιτισμός σε θεσμική και κοινωνική διάλυση στον Μεσαίωνα ούτε έχει επίγνωση του τέλους του ως ιστορικής τάσης ούτε και μπορεί να ορίσει την ταυτότητα αυτής της επικείμενης φάσης ως πραγματικά «μεσαιωνικής». Ο Μεσαίωνας είναι μια έννοια που συγκροτείται συνήθως εννοιολογικά a posteriori, όταν τελειώνει αυτή η φάση. Στην πραγματικότητα, ο Μεσαίων της Ευρώπης (γιατί ιστορικά υπάρχουν και πολλοί άλλοι) συγκροτήθηκε όχι απλώς ως βίωμα αλλά ως έννοια στην εποχή του Διαφωτισμού: σαν ο Μεσαίωνας να υπήρξε μια αρνητική κατάσταση, μια φάση που υπήρξε απλώς για να αντικατασταθεί ακριβώς από τον Διαφωτισμό ως άρνηση της άρνησης, όπως θα έλεγε κάποιος σοβαρός εγελιανός.
Ένας από τους λόγους αυτής της κατάστασης, της μη αναγνώρισης του πιθανού Μεσαίωνα, είναι η μη επίγνωση του βάθους της παρακμής που έχει επέλθει, όταν έχει επέλθει. Ο άλλος και βασικότερος είναι η αδυναμία να προσδιορίσεις το αν και πότε θα επανέλθει ως ορίζοντας ένα διαφωτιστικό ιδεώδες κάποιας μορφής, αφού αυτό που υπήρξε έχει ήδη διαγραφεί στον ιστορικό ορίζοντα της εποχής και οι συνθήκες του νέου δεν έχουν ούτε αχνά προδιαγραφεί. Συχνά το παλιό τελειώνει και το νέο αργεί να γεννηθεί: τα μεσοδιαστήματα είναι οι εποχές των τεράτων Αυτή η αδυναμία κρίσης για τον Νέο Μεσαίωνα σχετίζεται άμεσα και με τα παρόντα και διογκούμενα φαινόμενα «παρακμής της Δύσης» αλλά και την αβέβαιη, ακόμη, τροπή τους.
Είναι γύρω μας αυτά τα φαινόμενα, δεν χρειάζεται να πάμε μακρυά για να τα ανακαλύψουμε ή να ψάξουμε κάποια εκτενή βιβλιογραφία, αρκεί να βαδίσουμε στους δρόμους της πόλης. Η ίδια η κοινωνική καταστροφή της χώρας τα τελευταία χρόνια (όπως και άλλων χωρών), η αποδόμηση της δημοκρατίας, η «δουλοποίηση» της μισθωτής εργασίας, η πολύμορφη ανάδυση του ατομικισμού, ατομικού ή συλλογικού, χωρίς καμία πραγματική συλλογική δέσμευση και υπευθυνότητα, η άνοδος του περιθωρίου και της καταναγκαστικής παραβατικότητας, η αποσύνθεση των εθνικών γλωσσών, αλλά και εκείνα ακόμη τα αγωνιώδη δήθεν αναρχικά συνθήματα στους τοίχους που καλούν σε μια εξέγερση όχι κατά της άρχουσας τάξης αλλά συνολικά «κατά του πολιτισμού» και πάνε μαζί με την καταστροφή των πόλεων είναι επαρκή δείγματα όχι μόνο της βαθιάς και δομικής κρίσης του σύγχρονου καπιταλισμού, αλλά συνολικότερα του δυτικού πολιτιστικού παραδείγματος ως παγκόσμιου ηγεμονικού παραδείγματος εδώ και δύο αιώνες. Είναι το έδαφος όπου, αν δεν αντιστραφεί η γενική κοινωνική κατεύθυνση, θα τραφούν τα ISIS του μέλλοντος, μετατρέποντας την δυστοπική επιστημονική φαντασία σε μια καθημερινή αβίωτη πραγματικότητα, όπου το ένστικτο του θανάτου θα έχει πλήρως επικρατήσει.
Ξαναγυρνάω εκεί όπου άρχισα: η μαζική επίθεση σε μια πόλη που ορίζεται συμβολικά ως «πόλη του έρωτα» δεν μπορεί παρά να αναδεικνύει την μαζική άνοδο του ενστίκτου του θανάτου ως ιστορική τάση. Όμως, εδώ, οι «τρομοκράτες» μπορεί , πάνω στην φούρια τους να κατασκευάσουν την φρικιαστική αντιεικόνα, να λαθεύουν στον ορισμό του στόχου. Όπως η αντιεικόνα και η βούληση καταστροφής είναι εξαιρετικά ακραία και υπερβαίνει ηθελημένα κατά πολύ την θετική προβολή του αντιπάλου (την «πόλη του έρωτα»), έτσι και οι σκοταδιστές της μετανεοτερικής εποχής μπορεί να κρατάνε μέσα τους μνησίκακα μια εικόνα της θετικής προβολής του στόχου τους, η οποία πρέπει να καταστραφεί χάριν του παρελθόντος της, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι έχει ήδη από καιρό πεθάνει (χτυπάς το Παρίσι για μια ιδιότητα που πιθανόν δεν έχει πιά).
Με αυτήν την έννοια, τόσο οι «τρομοκράτες» όσο και οι «σταυροφόροι» δεν ξέρουν σχεδόν ποτέ ποιόν ή τι ακριβώς πυροβολούν. Ακολουθώντας τα αμερικάνικα αστυνομικά, πρώτα σκοτώνουν και μετά κοιτάνε το πρόσωπο του νεκρού. Το αίμα δεν σταματάει να κυλά, αλλά και δεν παύει να προκαλεί οψιγενείς εκπλήξεις. Όπως το θύμα του ISIS μπορεί να είναι ένας «ξένος» στην δυτική μητρόπολη, ακόμη και ένας πιστός του Κορανίου, έτσι και ο νεκρός μαχητής του ISIS μπορεί να είναι, αν αφαιρέσουμε την βάρβαρη πανοπλία του, ο συμπαθής νεαρός της διπλανής πόρτας…
R-N
Η Ευρώπη έζησε τους Δίδυμους Πύργους της, σε μια έκταση πολύ σημαντικότερη από τα χτυπήματα της Αλ Κάιντα στην Μαδρίτη και το Λονδίνο το 2004. Η 14η Νοεμβρίου 2015 ήταν μια ιστορική ημέρα. Ιδίως, το Παρίσι, η μητρόπολη των αξιών της δυτικής Ευρώπης και της Δύσης συνολικότερα, η πόλη των Φώτων, της μάθησης, του φιλελευθερισμού, της διανοητικής και ερωτικής ελευθερίας, της διανοητικής ανοχής και της διανοητικής πρόκλησης, η πόλη της Libération και του Charlie Hebdo, ήταν η πόλη που δέχτηκε το πλήγμα. Όλη η πόλη αυτή έχει υπάρξει ένα κεντρικό Σημαίνον για τον Διαφωτισμό και για την όποια φιλελεύθερη συνέχισή του στην ύστερη νεοτερικότητα και την μετανεοτερικότητα. Είναι η ίδια πόλη που γέννησε την «Εγκυκλοπαίδεια» και τον κλασικό Διαφωτισμό, την Γαλλική Επανάσταση, την Κομμούνα και τον Μάη. Αλλά και την συμπύκνωση της μετανεοτερικής έλευσης, την συζήτηση για τον δομισμό και τον μεταδομισμό, την θέση του Λυοτάρ για την «μεταμοντέρνα συνθήκη και για το τέλος των «Μεγάλων Αφηγήσεων», τις κριτικές του Φουκώ στα σχέδια της νεοτερικότητας, σχέδια ημιτελή και ανεπαρκή, συχνά ολοκληρωτικά, τις απορίες του Ντεριντά και τόσα άλλα. Είναι και η ίδια πόλη που αντιμετώπισε με τον στρατιωτικό νόμο την εξέγερση της αραβικής ή αραβογενούς νεολαίας των προαστίων το 2005, κάτι που δεν μπορεί να θεωρηθεί πολιτικά, πολιτισμικά και κοινωνικά άσχετο ή τυχαίο.
Θα πει, κανείς, τι σχέση έχουν όλα αυτά με την σύγχρονη Τζιχάντ, το ISIS και την μανία του αίματος και της εξόντωσης; Kαι όμως, έχουν τεράστια σχέση. Είναι εντυπωσιακό το πόσο βαθύτερα μετανεοτερικό είναι το κίνημα του ISIS και πόσο σχετίζεται με την θραύση των ολοτήτων, με τις καταστάσεις-θραύσματα και με την πλήρη «κατασκευή» διάσπαρτων εικόνων, καταστάσεων, βιωμάτων και παθών με έντονα εικονική διάσταση: το πόσο το ISIS είναι καθαρό προϊόν της υπερίσχυσης της μετανεοτερικής συνθήκης σε διεθνή κλίμακα. Κατά μια έννοια, το ISIS δεν υπάρχει στον υλικό κόσμο, είναι ένα matrix. Δεν το εννοώ εδώ συνωμοσιολογικά, με την έννοια που λένε διάφορες «Αριστερές», ότι δηλαδή το τροφοδότησαν ή το έφτιαξαν οι ιμπεριαλιστικές υπηρεσίες, η Τουρκία κλπ. Ούτε αρνούμαι την τροφοδότηση και την ενίσχυση του ISIS από αυτές τις δυνάμεις. Όμως αυτά δεν ερμηνεύουν ικανοποιητικά την κοινωνική ύπαρξη του ISIS, η οποία είναι η άρνηση κάθε ουσίας και ο περιορισμός της σε μια ανιστορική, άχρονη και συναισθηματικά επίπεδη, αν όχι ανύπαρκτη εικόνα.
Η βασική ταυτότητα του ISIS είναι η κατασκευή μιας «διεθνούς τηλεοπτικής εικόνας», ενός μεγαθεάματος τρόμου (σε αυτό η Αλ Κάιντα υπήρξε ο ατελής πρωτοπόρος), που είναι το απόλυτο αρνητικό και η απόλυτη απόρριψη των δυτικών αξιών, πολύ περισσότερο των δυτικών συναισθημάτων και των δυτικών στάσεων, αντιλήψεων και βιωμάτων, ο καθρέφτης της απόλυτης άρνησής τους. Όσο ο ύστερος δυτικός κόσμος –υποκριτικά– διατρανώνει την πίστη του στην αξία της ανθρώπινης ζωής, την ελευθερία, την ανοχή, την πολυπολιτισμικότητα, την διαφορά, τόσο όσο και περισσότερο το ISIS κατασκευάζει εικονικά αλλά και με την πρακτική του μαζικού αναίτιου θανάτου την παράσταση της «βαρβαρότητας», της πιο αιματηρής δυνατόν απανθρωπιάς, των αποκεφαλισμών (πραγματικών ή εικονικών) και εκτελέσεων, των βιασμών κλπ. Ό,τι θα μπορούσαν να προσάψουν οι δυτικοί στο αντίθετό τους, στο «αρνητικό» τους, το ISIS σπεύδει να το ανακατασκευάσει: ακόμη και ο σαδισμός του ISIS είναι ένας προκλητικός τεχνητός σαδισμός με σχεδόν πορνογραφικό περιεχόμενο. Ισχύει και αντίστροφα: ό,τι παρουσιάζουν ως σύμβολο, αγλάισμα και έκφρασή τους, αυτό θα γίνεται και σαφέστερα στρατιωτικός στόχος.
Η πολιτική αυτή είναι ουσιαστικά μια τεράστια συμβολική πρόκληση, που αλληλοτροφοδοτείται και με τις αντιισλαμικές προκλήσεις μιας τάσης της δυτικής διανόησης. Το ISIS προσπαθεί να πείσει στο επίπεδο της εικόνας, με τρόπο που θυμίζει ταινίες σπλάτερ β’ διαλογής αλλά και με πρακτικές μαζικής δολοφονικής μανίας, ότι ο δυτικός πολιτισμός, σε κάθε του φιλελεύθερη, δημοκρατική και ανθρωπιστική διάσταση, είναι ένα «ψέμα», ότι μπορεί να καταστραφεί, αν δεν έχει ήδη καταστραφεί, και ότι στην θέση του «κανένας άλλος κόσμος δεν είναι εφικτός». Πράγματι, η αναφορά στο υπό ίδρυση Κράτος του Ισλάμ εκ μέρους του ISIS είναι απολύτως ψευδής και προσχηματική.
Το ISIS δεν πιστεύει σε κανένα κράτος του Ισλάμ και σε κανένα οργανωμένο κράτος γενικά: είναι μια μηχανή σκέτης αποσταθεροποίησης κρατών και κοινωνιών στο όνομα του χάους και πιστεύει βαθιά στο χάος και την αποδιοργάνωση του πολιτισμού σε κάθε νοητή του εκδοχή. Η βία μόνη της δεν μπορεί να οικοδομήσει κρατικές οντότητες – ούτε καν η φασιστική βία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς μια συγκολλητική ιδεολογία και συνοχή, και ο καταστροφικός «ισλαμισμός» του ISIS δεν είναι καθόλου μια τέτοια συγκολλητική ιδεολογία. Το ISIS είναι ό,τι πλησιέστερο από άποψη μηδενιστική προς τον ναζισμό και ιδίως τον ναζισμό του τέλους του πολέμου, αλλά δεν συνοδεύεται από τα συγκολλητικά κοινοτιστικά και εθνικιστικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά που διείπαν τα φασιστικά κινήματα, τα χαρακτηριστικά που μετέτρεψαν αυτά τα κινήματα σε βιώσιμες ηγεμονικές κρατικές οντότητες για κάποιο διάστημα και αντιρρόπησαν κάπως τον μηδενισμό του φασισμού.
Συνεπώς, το ISIS, θυμίζοντας μορφώματα όπως οι αιματηρές αιρέσεις ή η Καμπότζη του Πολ Ποτ, προς το χειρότερο, προσπαθεί να πείσει ότι το Τέλος της Ιστορίας έχει επέλθει αλλά με μια έννοια πολύ διαφορετική από εκείνη του Φρ. Φουκουγιάμα: το Τέλος της Ιστορίας δεν είναι η εγελιανή ολοκλήρωση των σκοπών της, η ολοκλήρωση μιας ανεκτής οικουμενικής κρατικής και πολιτιστικής οργάνωσης, αλλά η πλήρης ματαίωση της Ιστορίας και των σκοπών της, η πλήρης ματαίωση της οργανωμένης κοινωνίας. Η πλήρης ματαίωση του ανθρωπισμού, της ελευθερίας, της ανοχής, της δημοκρατίας οφείλει να παγιωθεί ως «εικόνα», προτού παγιωθεί ως καθημερινότητα. Η διαρκής σφαγή και εξόντωση χωρίς τέλος, η οποία δεν μπορεί να αναχθεί , από όσο γνωρίζω, σε καμία εκδοχή του Ισλάμ, χρησιμοποιεί το Ισλάμ και τον Θεό ως πρόσχημα, ενώ στην πραγματικότητα είναι με μια αντιδραστική έννοια «αθεϊστική», με την έννοια της πλήρους απώλειας νοήματος και, άρα, και της απώλειας νοήματος της συνέχισης της ανθρώπινης ζωής. Αυτό που πρώιμα υποστήριξε ο Α. Γκλυκσμάν στο βιβλίο του για την Αλ Κάιντα «Ο Ντοστογιέφσκι στο Μανχάταν» το 2001, μοιάζει να κολλάει στο ISIS και την μηδενιστική του φύση, αν και ο Γκλυκσμάν στέκεται μόνο στην φιλοσοφική θεμελίωση ενός διανοητικού φαινομένου χωρίς υλική θεμελίωση.
Όπως, επίσης, μια συσχέτιση με τον Νετσάγιεφ θα αδικούσε ακόμη και αυτόν τον Νετσάγιεφ. Το ISIS είναι πολλά βήματα μηδενιστικότερο από την Αλ Κάιντα και τον ουαχαμπιτισμό, που την διακατείχε. Δεν στοχεύει σε καμία θεοκρατία αλλά μόνο στην καταστροφή των μη θεοκρατιών και, ενδεχομένως, και των θεοκρατιών. Υπό αυτήν την έννοια, το ISIS, αφού κατακτά για να καταστρέψει την πρότερα οργανωμένη κοινωνία αλλά και την ιστορική χρονικότητα (η καταστροφή της Παλμύρας ως εμβληματικής ιστορικότητας της Μέσης Ανατολής δεν είναι τυχαία), οδηγεί σε μια απολύτως μετανεοτερική κατάσταση μόνιμα «παροντική και ενεστώσα», δηλαδή μόνιμα καταστροφική της Ιστορίας/Παρελθόντος Επίσης, είναι ένα οικουμενικό «κράτος» χωρίς καμία εδαφικότητα και, άρα, δεν μπορεί να καταστραφεί πολεμικά. Είναι μάλλον μεγάλη αυταπάτη η θέση ότι μέσω του ιμπεριαλιστικού πολέμου μπορεί να καταστραφεί το ISIS ως εικονικό κίνημα ή ως εδαφική συγκρότηση. Μπορεί, βεβαίως, να αποδυναμωθεί επιχειρησιακά και στρατιωτικά, αλλά, αν ισχύει η υπόθεσή μου, θα μπορεί να αναγεννηθεί ξανά μέσα στα κέντρα του δυτικού κόσμου, γιατί στρατολογεί ανθρώπους είτε από την ίδια την Δύση είτε ανθρώπους που έχουν βιώσει την καταστολή, τον αποκλεισμό ή/και την ίδια την απώλεια πνευματικού νοήματος στην ίδια την Δύση, την γενικευμένη αλλοτρίωση.
Πρόκειται για ένα διεθνές δίκτυο –όπως και η Αλ Κάιντα– που αντλεί την δυναμική του από την υπαρξιακή και ηθική φθορά της Δύσης ως του κυρίαρχου διεθνώς οικουμενικού πολιτιστικού δικτύου. Μαζεύει από τα δυτικά καπιταλιστικά κέντρα την αίσθηση του αποκλεισμού και της απόγνωσης (ανεργία, γκετοποίηση), την αίσθηση της ταπεινωτικής υποβολής στον δυτικό «ανθρωπιστικό/φιλάνθρωπο» ρατσισμό, την αίσθηση μιας εξεγερσιακότητας χωρίς σκοπό και στρατηγικό στόχο, την αυτοματαίωση, παρά την υπερπροβολή του, του λόγου περί «δικαιωμάτων» και «πολυπολιτισμικότητας», την νεολαία που όχι απλώς «αποκλείεται» κοινωνικά, αλλά δεν βρίσκει κανένα νόημα στις φθαρμένες και πολύ αντιφατικά ισχύουσες πια αξίες της Δύσης και του Διαφωτισμού και δεν έχει κανένα μέλλον. Μαζεύει αυτό το διαρρηγμένο βίωμα, αυτό το ξερίζωμα και αυτό το μίσος, και το μεταγράφει σε «θάνατο», χωρίς να αντιπαραθέτει πραγματικά μια ισλαμική κοινότητα ή όποια άλλη πολιτισμική ή πολιτική κοινότητα.
Εδώ, μπορούμε να θυμηθούμε ότι και ο φασισμός μάζεψε το διάχυτο κοινωνικό «ξερίζωμα», αλλά το ενέταξε στην φυλετική ρατσιστική κοινότητα, συνέρραψε το ένστικτο του θανάτου με το δικαίωμα στην ζωή των πιο «ισχυρών». Εδώ πια, η λειτουργική κοινότητα, όποιας μορφής, έχει πεθάνει ως προσδοκία προ πολλού. Αφού δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο μια ψευδοκοινότητα του θανάτου, είναι προφανές ότι αυτή η απουσία κοινότητας δεν γεννά ούτε σταθερό και εδαφικά προσδιορισμένο κράτος ούτε καθεστώτα δικαιωμάτων, τα οποία έχουν την ύπαρξη κράτους ως ενύπαρκτη υποχρεωτική προϋπόθεση, όπως ξέρουμε.
Πράγματι, πέρα από οπλαρχηγούς και μαχητές, το ISIS, από όσο γνωρίζω, όπου επικρατεί στην Μέση Ανατολή καταστρέφει και δεν δημιουργεί διοικητικές και κοινωνικές δομές. Δεν αφομοιώνει τίποτε και κανέναν, δεν απαιτεί καμία συναίνεση πέρα από την συναίνεση στον θάνατο. Αφομοιώνει θετικά-σε αντίθεση με κάθε προηγούμενο ένοπλο αντιδυτικό κίνημα- μόνο την κατηγορία της «τρομοκρατίας» και την γιγαντώνει ως επιθυμητή από αυτό αρνητική εικόνα, την στέλνει πίσω με περηφάνεια. Είναι σαν να μας λένε, «από τρομοκρατία δεν έχετε δει ακόμη τίποτε». «Είμαστε οι υπερτρομοκράτες». «Ζήτω ο θάνατος», όπως θα έλεγε παλιότερα ο στρατηγός του Φράνκο Μίλαν Αστράυ.
Βεβαίως, πέρα από αυτήν την μηδενιστική μηχανή θανάτου, κυκλοφορούν και άλλες ανταγωνιστικές στην πιάτσα κρατικές μηχανές θανάτου. Η εθνικιστική-νόμιμη μηχανή θανάτου, η οποία θα ενεργοποιούνταν πλήρως από μια πολύ δεξιά κυβέρνηση, όπως αυτή ενδεχομένως της Λεπέν στην Γαλλία ή από χώρες όπως η Ουγγαρία. Αλλά και η «ομαλή φιλελεύθερη»-νόμιμη μηχανή θανάτου του Ολάντ/Σαρκοζί και της κεντροαριστεράς/κεντροδεξιάς , η οποία επί χρόνια έχει εξοντώσει χιλιάδες ανθρώπους στην Μ. Ανατολή και Αφρική (Λιβύη, Μάλι, Κεντρική Αφρική κ.α.) με τις στρατιωτικές επεμβάσεις της, σε χώρες όπου η ανθρώπινη ζωή για τους Δυτικούς μετρά πολύ λιγότερο από ό,τι η ζωή στις μητροπόλεις ή που παρακολουθεί τους πρόσφυγες να πνίγονται στην Μεσόγειο.
Η βιοεξουσία των μη μηδενιστών και του ριζοσπαστικού κέντρου είναι και αυτή συχνά μια έμπρακτα- μηδενιστική-εξουσία- στο όνομα του δημοκρατικού έθνους, της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων, του ευρωπαϊσμού, του ανθρωπισμού κλπ. Η τρίτη εκδοχή αντιμετώπισης του μηδενισμού από την Δύσης αυτή της δημοκρατικής- σοσιαλιστικής-πατριωτικής αντίστασης στον μηδενισμό, της προστασίας της δημοκρατικής ή ακόμη παραπάνω της σοσιαλιστικής «πόλεως» έναντι του μηδενισμού , δεν έχει δείξει ακόμη ικανοποιητικά το δικό της πρόσωπο. Ένας βασικός λόγος είναι η εξαιρετική δυσκολία της σύγχρονης Αριστεράς να περάσει από τον «φιλελευθερισμό των δικαιωμάτων» σε μια νέα σύνθεση της εθνικής δημοκρατικής κοινότητας. Κατά κάποιο τρόπο, η καταστροφή της εθνικής κρατικής κοινωνίας, την οποία υπαινίσσονται ή διακηρύσσουν πολλών ειδών ελευθεριακά ή αντιεθνικιστικά ρεύματα δεν βρίσκει μια ιδεατή ριζοσπαστική εκπλήρωση («κοσμόπολις») αλλά μια απόλυτα μηδενιστική.
Η πτώση του αυτοκρατορικού limes και οι «νέοι βάρβαροι» στον 21ο αιώνα
Μια πραγματικότητα που αναδεικνύει η άνοδος του ISIS τα τελευταία δύο χρόνια, και την οποία έχουμε αμελήσει να προσεγγίσουμε εννοιολογικά αλλά και υπαρξιακά, είναι η πραγματικότητα της «πτώσης της Δύσης», της «παρακμής της Δύσης», όπως θα έλεγε και θα διέβλεπε παλιότερα ο Όσβαλντ Σπένγκλερ, μέσα στα δικά του εννοιολογικά προβλήματα και αντιφάσεις και μέσα στον σαφή πρωσικό συντηρητισμό του, της πιθανής ανόδου ενός «Νέου Μεσαίωνα», ο οποίος μπορεί εν μέρει να κατανοηθεί μέσα από το λουξεμβουργιανό σχήμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», αλλά, σίγουρα, αν δεν ανασχεθεί, θα μετατοπίσει ριζικά το πεδίο όπου κατανοούμε την αντίθεση Δεξιά-Αριστερά ή την ταξική πάλη εδώ και δύο αιώνες, θα την καταστήσει «τυφλό σημείο» (πράγμα που μάλλον υπέθετε στην εποχή της και η Λούξεμπουργκ).
Αυτό από το οποίο δραπετεύουν με την ψυχή στο στόμα οι πρόσφυγες και οι μετανάστες της Συρίας, του Κουρδιστάν και του Ιράκ δεν είναι μόνο η αιματηρή κοινωνική αποσταθεροποίηση που προκάλεσαν οι δυτικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις κατά Ιράκ και Συρίας και το τρίκοπο μαχαίρι «βομβαρδισμοί των ποικίλων ιμπεριαλιστών/σφαγή του ISIS/καταστολή του Άσαντ», αυτή είναι μια μόνο πλευρά. Είναι το αντίκρυσμα του «αρνητικού καθρέφτη της Δύσης», της πλήρους αποτυχίας μιας αυτοθέσμισης στην περιοχή είτε βάσει της αστικής δημοκρατίας μέσω ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων ή εξεγέρσεων είτε βάσει του αυταρχικού αραβικού εθνικισμού (καθεστώτων ανόμοιων μεταξύ τους αλλά με κοινή δυτική αντήχηση, γενεαλογία και πηγές) και της γιγάντωσης τοπικά-μετά την αποτυχία και του ίδιου του ισλαμικού φονταμενταλισμού- ενός διεθνούς μηδενιστικού κινήματος, το οποίο γεννιέται και τρέφεται από την πολιτική, ηθική και πολιτιστική αυτοκαταστροφή της Δύσης.
Μια αυτοκαταστροφή, η οποία συνδυάζει στα πλαίσια μιας «αυτοκρατορίας της παρακμής» την πλήρη αποδυνάμωση και εγκατάλειψη της κοινωνικής και της δημοκρατικής διάστασης των κοινωνιών και την τάση κατάρρευσης προστατευτικών κάπως καθολικοτήτων, όπως η ταξική συλλογικότητα ή/και το δημοκρατικό έθνος-κράτος του 20ου αιώνα. Είναι τραγικό να λέγεται, αλλά η κύρια μηδενιστική διάσταση δεν πηγάζει σήμερα κυρίως (προς το παρόν) από μια γιγάντωση του κλασσικού υπερεθνικισμού φασιστικού τύπου αλλά από μια διεθνή ώθηση μέσω του τεχνοκρατικού φιλελευθερισμού στην αποτυχία τόσο του κλασσικού έθνους-κράτους όσο και των συσσωματώσεων που επεχείρησαν να το υπερβούν (π.χ. ΕΕ και άλλες οικονομικές ολοκληρώσεις του κεφαλαίου). Από μια γιγάντωση ενός οικουμενικού ολοκληρωτισμού, πλαστικού/τεχνοκρατικού στην καθεστωτική καπιταλιστική του εκδοχή και αιματοβαμμένα ατσάλινου στην εκδοχή του μηδενισμού του ISIS.
Το βασικό πρόβλημα των κοινωνιών, που υπάγονται στην πολιτισμική «Αυτοκρατορία της Δύσης» (όπου σιγά-σιγά εντάσσονται με τον ιδιαίτερο τρόπο τους και τα μη δυτικά ιμπεριαλιστικά κέντρα», τύπου Ρωσίας ή Κίνας, μπαίνοντας και αυτά στο πεδίο του προβλήματος) δεν εξαντλείται στην «κατασκευή φραχτών» για τους ξένους, όσο και αν αυτή η κατασκευή δεν είναι ηθικά και πολιτικά παραδεκτή για ανθρώπους που είναι θύματα των ίδιων των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, είναι μια πρακτική πολιτικά ανήθικη, αφού δεν σέβεται τις συνέπειες των πρακτικών της. Το βασικό πρόβλημα είναι η εσωτερική καθεστωτική αποδόμηση του τείχους και του «συνόρου» (με την ρωμαϊκή έννοια του limes) της Δύσης απέναντι στην βαρβαρότητα, βασικά μια βαρβαρότητα εσωτερική στην Δύση και όχι εισαγόμενη από τα μη δυτικά πολιτιστικά και κοινωνικά μορφώματα (όπως οι εκδοχές του Ισλάμ).
Το τείχος αυτό που καταρρέει είναι ένα προστατευτικό τείχος, ένα τείχος συμπερίληψης και όχι ένα τείχος αποκλεισμού: είναι οι υπό διάλυση κοινωνικοί δεσμοί στην Δύση. Η συστηματική καταστροφή του κοινωνικού κράτους επί δεκαετίες από την πολύμορφη νεοφιλελεύθερη αστική εξουσία , η συστηματική μεταμόρφωση της αστικής δημοκρατίας σε έναν νοσηρό κοινοβουλευτισμό, ελεγχόμενο από το μονοπωλιακό κεφάλαιο και τους διεθνείς χρηματιστικούς ομίλους, η μαζική ανεργία, η σκληρή απώθηση των μαζών από την πολιτική συμμετοχή και η απώλεια νοήματος στην πολιτική και κοινωνική αντιπροσώπευση (στην οποία η διεθνής Αριστερά μετέχει, όντας μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης), η άνοδος ενός μη δημοκρατικού και τελείως άψυχου και ναρκισσιστικού ατομικισμού χωρίς καμία συλλογική συνδήλωση ή προσδοκία, είναι φαινόμενα, τα οποία είτε θα πρέπει να οδηγήσουν στο ορατό μέλλον –με την συνειδητή παρέμβαση των όποιων ριζοσπαστικών δυνάμεων προκύψουν– σε μια πολύμορφη κοινωνική εξέγερση, στην άρνησή της άρνησης του Διαφωτισμού και σε μια προσπάθεια ανάκτησης των κοινωνικών και κρατικών δομών από τις υποτελείς τάξεις είτε θα σημάνουν το τέλος της ταξικής πάλης, όπως την ξέραμε, την ματαίωση του σοσιαλισμού και της αστικής δημοκρατίας ως εναλλακτικών δυνατοτήτων και το άνοιγμα μιας απροσδιόριστης χρονικά Νέας Μεσαιωνικής Περιόδου, χωρίς ορατή διέξοδο και χωρίς πια την προσδοκία μιας ενεργητικής αυτοθέσμισης εντός του πολιτισμού.
Προφανώς, το τέλος της προσδοκίας της αυτοθέσμισης θα σημάνει και το τέλος του δυτικού πολιτισμού, όπως τον ξέρουμε. Το τι θα επακολουθήσει είναι αδύνατο να προβλεφθεί και αχαρτογράφητο. Όπως φαίνεται, λοιπόν, η αποδόμηση του προστατευτικού για τον πολιτισμό συνόρου είναι εσωτερική στον δυτικό πολιτισμό, όπως εσωτερικοί είναι και οι «νέοι βάρβαροι». Δεν είναι οι απόγονοι των Ερούλων, των Γεπιδών και των Βησιγότθων, των Ούννων και των Αλανών, είναι αυτοί που είτε ως πολίτες είτε ως ανιθαγενείς κάτοικοι της Δύσης είτε ως αποδέκτες των δυτικών πολιτικών βγαίνουν αξιακά από το πλέγμα του δυτικού πολιτισμού, χάρη στην ματαίωση και την απόγνωση, χάρη στην «πλαστότητα» πια τουλάχιστον της εκφοράς αυτών των αξιών, και κινούνται προς έναν σκοταδιστικό μηδενισμό. Φεύγουν από το «φως» και πάνε συνειδητά στο σκοτάδι, φεύγουν από την παρηκμασμένη «πόλιν» και πάνε ηθελημένα στην κόλαση.
Η ζωή τους αποκτά νόημα αποκλειστικά τώρα πια ως «θάνατος». Η αντιμετώπιση αυτών των ανθρώπων δεν μπορεί να είναι κυρίως στρατιωτική/μιλιταριστική, καθώς η απόγνωση και ο ναρκισσιστικός ατομικισμός που παράγει αυτήν την στάση είναι ανθρωπολογικές και πολιτιστικές ποιότητες και όχι στρατιωτικά ή αστυνομικά μεγέθη. Καμία στρατιωτική δύναμη δεν μπορεί να σταματήσει ούτε τον ήρωα ούτε τον μηδενιστή: και οι δύο είναι απίστευτα αποτελεσματικοί, καθώς έχουν ξεγράψει την ζωή τους οριστικά, έχουν διαβεί τον υπαρξιακό Ρουβίκωνα.
Όσο η Ευρώπη θα θωρακίζεται μέσα στα σύνορά της και θα ζει την πλαστή εκπλήρωση και τελικά την κατάρρευση ή και πρακτική διάψευση των αξιών της, όσο ο φιλελεύθερος ολοκληρωτισμός θα χάνει την αξιοπιστία του, τόσο τα ISIS με αυτήν ή με άλλη μορφή θα αναγεννώνται και θα αναπαράγονται. Η αυτοκρατορία έχει από καιρό καταστρέψει τα τείχη της, δηλαδή τους κοινωνικούς και ψυχικούς δεσμούς που την προστάτευσαν. Έχει καταστήσει τους «βάρβαρους», που κατασκηνώνουν πια και ποτίζουν τα άλογά τους εντός των τειχών της, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Άλλωστε, και οι «βάρβαροι» στην Ρώμη, σε σημαντικό βαθμό, προτού γίνουν εξολοθρευτές άγγελοι του ρωμαϊκού πολιτισμού, διήγαν ως σύμμαχοι και μισθοδοτούμενοι εντός του limes, μελετώντας καθημερινά τα κενά και τις ελλείψεις του.
Το βασικό πρόβλημα, αν θεωρηθεί ότι η προοπτική ενός Νέου Μεσαίωνα μοιάζει να γίνεται υπαρκτή ως ιστορική δυνατότητα, είναι το γεγονός ότι στην φάση που εισέρχεται ένας πολιτισμός σε θεσμική και κοινωνική διάλυση στον Μεσαίωνα ούτε έχει επίγνωση του τέλους του ως ιστορικής τάσης ούτε και μπορεί να ορίσει την ταυτότητα αυτής της επικείμενης φάσης ως πραγματικά «μεσαιωνικής». Ο Μεσαίωνας είναι μια έννοια που συγκροτείται συνήθως εννοιολογικά a posteriori, όταν τελειώνει αυτή η φάση. Στην πραγματικότητα, ο Μεσαίων της Ευρώπης (γιατί ιστορικά υπάρχουν και πολλοί άλλοι) συγκροτήθηκε όχι απλώς ως βίωμα αλλά ως έννοια στην εποχή του Διαφωτισμού: σαν ο Μεσαίωνας να υπήρξε μια αρνητική κατάσταση, μια φάση που υπήρξε απλώς για να αντικατασταθεί ακριβώς από τον Διαφωτισμό ως άρνηση της άρνησης, όπως θα έλεγε κάποιος σοβαρός εγελιανός.
Ένας από τους λόγους αυτής της κατάστασης, της μη αναγνώρισης του πιθανού Μεσαίωνα, είναι η μη επίγνωση του βάθους της παρακμής που έχει επέλθει, όταν έχει επέλθει. Ο άλλος και βασικότερος είναι η αδυναμία να προσδιορίσεις το αν και πότε θα επανέλθει ως ορίζοντας ένα διαφωτιστικό ιδεώδες κάποιας μορφής, αφού αυτό που υπήρξε έχει ήδη διαγραφεί στον ιστορικό ορίζοντα της εποχής και οι συνθήκες του νέου δεν έχουν ούτε αχνά προδιαγραφεί. Συχνά το παλιό τελειώνει και το νέο αργεί να γεννηθεί: τα μεσοδιαστήματα είναι οι εποχές των τεράτων Αυτή η αδυναμία κρίσης για τον Νέο Μεσαίωνα σχετίζεται άμεσα και με τα παρόντα και διογκούμενα φαινόμενα «παρακμής της Δύσης» αλλά και την αβέβαιη, ακόμη, τροπή τους.
Είναι γύρω μας αυτά τα φαινόμενα, δεν χρειάζεται να πάμε μακρυά για να τα ανακαλύψουμε ή να ψάξουμε κάποια εκτενή βιβλιογραφία, αρκεί να βαδίσουμε στους δρόμους της πόλης. Η ίδια η κοινωνική καταστροφή της χώρας τα τελευταία χρόνια (όπως και άλλων χωρών), η αποδόμηση της δημοκρατίας, η «δουλοποίηση» της μισθωτής εργασίας, η πολύμορφη ανάδυση του ατομικισμού, ατομικού ή συλλογικού, χωρίς καμία πραγματική συλλογική δέσμευση και υπευθυνότητα, η άνοδος του περιθωρίου και της καταναγκαστικής παραβατικότητας, η αποσύνθεση των εθνικών γλωσσών, αλλά και εκείνα ακόμη τα αγωνιώδη δήθεν αναρχικά συνθήματα στους τοίχους που καλούν σε μια εξέγερση όχι κατά της άρχουσας τάξης αλλά συνολικά «κατά του πολιτισμού» και πάνε μαζί με την καταστροφή των πόλεων είναι επαρκή δείγματα όχι μόνο της βαθιάς και δομικής κρίσης του σύγχρονου καπιταλισμού, αλλά συνολικότερα του δυτικού πολιτιστικού παραδείγματος ως παγκόσμιου ηγεμονικού παραδείγματος εδώ και δύο αιώνες. Είναι το έδαφος όπου, αν δεν αντιστραφεί η γενική κοινωνική κατεύθυνση, θα τραφούν τα ISIS του μέλλοντος, μετατρέποντας την δυστοπική επιστημονική φαντασία σε μια καθημερινή αβίωτη πραγματικότητα, όπου το ένστικτο του θανάτου θα έχει πλήρως επικρατήσει.
Ξαναγυρνάω εκεί όπου άρχισα: η μαζική επίθεση σε μια πόλη που ορίζεται συμβολικά ως «πόλη του έρωτα» δεν μπορεί παρά να αναδεικνύει την μαζική άνοδο του ενστίκτου του θανάτου ως ιστορική τάση. Όμως, εδώ, οι «τρομοκράτες» μπορεί , πάνω στην φούρια τους να κατασκευάσουν την φρικιαστική αντιεικόνα, να λαθεύουν στον ορισμό του στόχου. Όπως η αντιεικόνα και η βούληση καταστροφής είναι εξαιρετικά ακραία και υπερβαίνει ηθελημένα κατά πολύ την θετική προβολή του αντιπάλου (την «πόλη του έρωτα»), έτσι και οι σκοταδιστές της μετανεοτερικής εποχής μπορεί να κρατάνε μέσα τους μνησίκακα μια εικόνα της θετικής προβολής του στόχου τους, η οποία πρέπει να καταστραφεί χάριν του παρελθόντος της, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι έχει ήδη από καιρό πεθάνει (χτυπάς το Παρίσι για μια ιδιότητα που πιθανόν δεν έχει πιά).
Με αυτήν την έννοια, τόσο οι «τρομοκράτες» όσο και οι «σταυροφόροι» δεν ξέρουν σχεδόν ποτέ ποιόν ή τι ακριβώς πυροβολούν. Ακολουθώντας τα αμερικάνικα αστυνομικά, πρώτα σκοτώνουν και μετά κοιτάνε το πρόσωπο του νεκρού. Το αίμα δεν σταματάει να κυλά, αλλά και δεν παύει να προκαλεί οψιγενείς εκπλήξεις. Όπως το θύμα του ISIS μπορεί να είναι ένας «ξένος» στην δυτική μητρόπολη, ακόμη και ένας πιστός του Κορανίου, έτσι και ο νεκρός μαχητής του ISIS μπορεί να είναι, αν αφαιρέσουμε την βάρβαρη πανοπλία του, ο συμπαθής νεαρός της διπλανής πόρτας…
R-N
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου