Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

«Καλημέρα, παιδιά! Ξέρετε τι γιορτάζουμε σήμερα;»

Της Ιωάννας Κουρή


«Τι γιορτάζουμε στην επέτειο της 25ης Μαρτίου του 1821»;

Πρόκειται για την αγαπημένη ερώτηση όλων των τηλεοπτικών σταθμών κάθε χρόνο το τριήμερο 23 – 25 Μαρτίου. Και -ω του θαύματος!- το συμπέρασμα που διατυμπανίζουν κάθε χρονιά οι δημοσιογράφοι που στήνουν «ενέδρα» σε ανύποπτο νέο κόσμο που, με την τσίμπλα στο μάτι, έχει βγει για τον πρωινό καφέ, είναι -ποιο άλλο- ότι «η νεολαία είναι ανίδεη και ανιστόρητη». Λες και αυτοί οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι διαθέτουν, στοιχειώδη έστω, παιδεία, ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσουν τον οποιονδήποτε σχετικά με τις γνώσεις του. Το αντιπαρερχόμαστε όμως αυτό…

«Μα καλά, τι τους μαθαίνουν στα σχολεία πια;», απορούν και εξίστανται οι φανατικοί τηλεορασάκηδες γονείς και παππούδες, δηλώνοντας αυτάρεσκα το πόσο ανώτερη στο πνεύμα ήταν η δική τους γενιά. Έτσι, έχοντας μετά από περίσκεψη καταλήξει ότι «τα κομπιούτερ φταίνε για όλα» επιστρέφουν στην καθημερινότητά τους, για να ανασύρουν το θέμα στην επόμενη εθνική επέτειο. Μέχρι τότε, θα εξακολουθούν να σπρώχνουν επιμελώς τα παιδιά τους ακόμη βαθύτερα στην αδράνεια και την παθητικότητα, μην τυχόν και  «βρουν τον μπελά τους»…

Αφού λοιπόν καταχεριαστούν -ως είθισται- από τα ΜΜΕ και τη… σοφή γερουσία, οι «νεολαίοι» μπορούν κι αυτοί να συνεχίσουν τη ζωή τους…

Όμως, τι θα μπορούσε να πει ένας άνθρωπος της νέας γενιάς για τις προσλαμβάνουσες που είχε από τους εορτασμούς των εθνικών επετείων στη διάρκεια της ζωής του; Τι είναι αυτό που του έχει εντυπωθεί από τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του λαού του;

Η απάντηση είναι τόσο απλή και οδυνηρή: ανία, πλήξη, άγχος και κατάθλιψη. Δώδεκα χρόνια εκπαίδευσης, γεμάτα από άκαμπτα, μουσειακά πορτραίτα διαφόρων ηρώων, που κανείς ποτέ δεν έκανε τον κόπο να εξηγήσει στα παιδιά την ουσία των κατορθωμάτων τους, ζοφερά μοιρολόγια που τραγουδά μια μουδιασμένη χορωδία του Δημοτικού, πρακτικά παπαγαλίζοντας τους στίχους και φυσικά εκείνα τα ποιήματα για τα γενναία Ελληνόπουλα, τις σκληροτράχηλες μάνες και τα «φλάμπουρα της λευτεριάς». Ναι, εκείνα τα γνωστά, που κάνουν το άτυχο παιδάκι να φυσάει και να ξεφυσάει, να ιδρώνει και να ξεϊδρώνει, να φωνάζει από το μικρόφωνο αράδες που δεν πολυκαταλαβαίνει, ενώ το στομάχι του έχει δεθεί κόμπος μέχρι να ολοκληρώσει τη βαρυσήμαντη απαγγελία.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, είναι απολύτως λογικό για τα παιδιά, σε μια ακούσια προσπάθεια να «ξορκίσουν» την πλήξη της σχολικής ζωής και τα πένθιμα συναισθήματα που δημιουργούν τέτοιοι -δίκην μνημόσυνου- εορτασμοί, να διαγράφουν όλες τις ακατάληπτες και ασύνδετες πληροφορίες από τα μυαλά τους και να εστιάζουν σε απτά, πρακτικής φύσης ζητήματα: Την 28η Οκτωβρίου, την 17η Νοέμβρη και την 25η Μαρτίου δεν έχουν σχολείο.

Κι έτσι, λίγα χρόνια αργότερα, όταν οι μαθητές γίνονται ακαδημαϊκοί πολίτες και μπαίνουν στο χώρο του πανεπιστημίου, δεν δυσκολεύονται να συνδυάσουν την ιστορία του ελληνικού λαού και των αγώνων του, θολή, μουντή και συγκεχυμένη όπως (δεν) την έχουν διδαχθεί στα σχολεία τους, με τον συντηρητισμό και τον εθνικισμό, τον οποίο ενστικτωδώς αποστρέφονται. Εάν μάλιστα σκεφτεί κανείς και την προσηλυτιστική στάση όλων των πολιτικών νεολαιών που θα μπορούσαν να σταθούν ως αντίπαλο δέος στις ολοκληρωτικές λογικές, δεν φαίνεται τελικά παράλογο το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ανθρώπων αποφασίζει να μείνει μακριά από οτιδήποτε σχετίζεται με την πολιτική ζωή.

Φτάνουμε λοιπόν στο επίμαχο ερώτημα: ποιο είναι το πραγματικό μήνυμα της εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου; Και γιατί οι νέοι το αγνοούν;

Η απάντηση βρίσκεται στη μελέτη της ιστορίας, της ελληνικής, αλλά και της παγκόσμιας.
(Και αφού η συντριπτική πλειοψηφία των γονέων και των δασκάλων δεν φροντίζει να διδάξει τα παιδιά να μελετούν -όχι μόνο ιστορία, αλλά εν γένει ό,τι ένα παιδί θα μπορούσε να μελετήσει- και δεδομένου ότι τα σχολικά εγχειρίδια μόνο ως ανακυκλώσιμο υλικό χρησιμεύουν, δεν μπορεί κανείς να περιμένει από ένα παιδί να δεχτεί έξαφνα τη φώτιση και να ριχτεί με τα μούτρα στην ιστορική έρευνα!)
Ρίχνοντας λοιπόν μια ματιά στην ιστορία του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι επρόκειτο για μία περίοδο εδαφικών ανακατατάξεων, που συνεπάγονταν τον θάνατο ορισμένων κρατών και τη γέννηση κάποιων νέων. Το σημαντικότερο ίσως γερασμένο υπερ-κράτος που έφτανε στη δύση του εκείνα τα χρόνια ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία περιλάμβανε ένα ετερόκλητο πλήθος εθνοτήτων. Μία από αυτές τις εθνότητες ήταν και οι Έλληνες. Καθώς λοιπόν είχαν δημιουργηθεί οι κατάλληλες συνθήκες για την αυτονόμηση των επί μέρους πληθυσμών μιας αυτοκρατορίας που πέθαινε, έτσι ευοδώθηκε και για τους Έλληνες η πραγμάτωση της ανάγκης τους να υπάρξουν ως ανεξάρτητο κράτος.

Και είναι -ακριβώς- το θάρρος, το αίσθημα αυτοθυσίας και η αυταπάρνηση που έδειξαν οι έλληνες επαναστάτες του 1821, που εμπνέουν το δέος και τον θαυμασμό. Απαλλαγμένοι από τον μεταφυσικό μανδύα με τον οποίο τους τυλίγουν οι διάφοροι… σκληροπυρηνικοί (δήθεν) πατριώτες, αυτοί οι αγωνιστές, με όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια που αντιμετώπισαν, αγωνίστηκαν εν τέλει για έναν και μόνο σκοπό: για να υπερασπιστούν το αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε λαού στην αυτονομία και την αυτοδιάθεση. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη αξία κάθε γενιά να διδάσκεται για τη δράση και τον αγώνα τους και να τιμά την προσφορά τους. Όχι μόνο αυτών, αλλά και όλων των άλλων αγωνιστών, κάθε χρώματος και εθνικότητας, σε κάθε γωνιά του κόσμου, που έδωσαν μάχη για ανώτερα ιδανικά.

Και ιδού ο λόγος για τον οποίο τα παιδιά και οι νέοι δεν αντιλαμβάνονται στο πραγματικό του μέγεθος το περιεχόμενο των εθνικών επετείων… Διότι, για να είναι σε θέση να αφομοιώσουν ένα ιδανικό, θα πρέπει να μπορούν, με κάποιον τρόπο, να έρθουν σε επαφή μ’ αυτό. Πώς όμως; Όταν όλοι όσοι τους περιστοιχίζουν απαξιώνουν τις ιδέες και τα ιδανικά, ως «ρομαντισμούς» και «αμπελοφιλοσοφίες». Όταν τους σπρώχνουν να εγκαταλείψουν τα όνειρά τους για να βολευτούν σε μια θεσούλα και μόνη τους έγνοια είναι να επιβεβαιώνουν την ύπαρξή τους μέσω της ζωής των παιδιών τους.

Και κοντά σ’ αυτούς, υπάρχουν και οι δάσκαλοί τους, που πολλοί απ' αυτούς είναι απαθείς και αδιάφοροι, ενώ τα βιβλία δεν βγάζουν νόημα και τα βοθροκάναλα ουρλιάζουν νυχθημερόν μέσα στο κεφάλι τους για το πώς πρέπει να είναι και τι πρέπει να σκέφτονται.

Και, ως δικλείδα ασφαλείας, στην περίπτωση που κάποιο παιδί δεν πτοηθεί απ' όλα αυτά, εμφανίζεται και ο κομπλεξικός σαραπεντάρης -σχεδόν αναλφάβητος- γείτονας που ζει ακόμη με τη μάνα του και του φταίνε όλοι και τα πάντα εκτός από τον εαυτό του. Σημαιοστολίζει λοιπόν ο κύριος αυτός το μπαλκόνι του, για να δείξει πόσο πατριώτης είναι, ρίχνει και πέντε κατάρες στους αλλοδαπούς, τους Εβραίους και τους μασόνους, για να αφεθεί μετά με την ησυχία του να σαπίσει μπροστά από την τηλεόραση και να κάνει πειθήνια ό,τι τον προστάζουν.

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, πώς είναι τελικά δυνατόν ένας νέος άνθρωπος να συνδεθεί με τις ρίζες και το παρελθόν του και να βρει τον εαυτό του, με ό,τι άλλο αυτό συνεπάγεται; Ίσως τελικά ο δρόμος για την πνευματική χειραφέτηση και την αυτογνωσία περνά μέσα από την αμφισβήτηση: ανθρώπων, ιδεών, νοοτροπιών ή και συστημάτων. Αρκεί η αμφισβήτηση αυτή να είναι παραγωγική ͘ γιατί εάν δεν σκοπεύεις να οικοδομήσεις κάτι νέο στο σημείο που γκρεμίζεις το παλιό, μόνο φαύλους κύκλους θα έχεις διαγράψει, χωρίς τελικά να ξεφεύγεις απ' αυτό που αποστρέφεσαι.

Πηγή: dromosanoixtos.gr



Δρόμος Ανοιχτός: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου