Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019

Η εποχή των τεράτων και των τερατολάγνων

Προκόπης Μπίχτας



«Σήμερα με την έννοια εθνικός δεν σκεπάζουμε τα συμφέροντα μιας ολιγαρχίας, μιας μικρής μερίδας του λαού, που εκμεταλλευότανε την έννοια αυτή για να προσδώσει γενικό χαρακτήρα σ’ εκείνο που ανταποκρινότανε μόνο στα προνόμια και τα συμφέροντά της. Σήμερα η έννοια εθνικός σημαίνει παλλαϊκός. Σήμερα, που συνειδητοποιούνται όλα τα στρώματα του λαού, έθνος και λαός τείνουν και πρέπει να συμπέσουν. Δεν μπορεί να είναι εθνικό ό,τι δεν είναι παλλαϊκό. Και εθνικό απελευθερωτικό μέτωπο, σημαίνει παλλαϊκό απελευθερωτικό μέτωπο. Και εθνικός αγώνας για τη λευτεριά, σημαίνει παλλαϊκός αγώνας για τη λευτεριά, και για σήμερα και για αύριο και για πάντα…»

Δημήτρης Γληνός


Είναι κοινή διαπίστωση ότι η αριστερά απέτυχε να δώσει λύσεις στα προβλήματα των λαών στην Ελλάδα και παγκόσμια. Όσο οξύνονται τα προβλήματα των εργαζομένων μαζών, η αποτυχία της γίνεται μεγαλύτερη και οφθαλμοφανέστερη.

Η ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης και οι πρακτικές της Νέας Τάξης, ύστερα από πολλά χρόνια προπαγάνδας, οικονομικής κατάστασης, πολιτικών πρακτικών και ανυπαρξίας αντίθετου λόγου έχει αλλοτριώσει τις συνειδήσεις των δεξιών, των κεντρώων και των αριστερών και έχει διαστρεβλώσει κάθε έννοια που, κάποτε, θεωρούνταν ορισμένη.

Σήμερα, στις αντικειμενικές συνθήκες της παγκόσμιας κυριαρχίας του χρηματιστικού κεφαλαίου, δηλαδή στις αντικειμενικές συνθήκες της αποσύνθεσης του καπιταλισμού, η αριστερά και, κυρίως, οι αυτοαποκαλούμενες “πρωτοπορείες της εργατικής τάξης”, δεν βοηθούν του εργαζόμενους του χεριού και του πνεύματος να αποκτήσουν την ταξική συνείδηση που αναλογεί στην θέση τους στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής -όπως αυτή έχει ορισθεί στα τρία της σημεία– και δεν προωθούν την ταξική πάλη, σε κανένα από τα σημεία που αποτελούν την ολότητά της. Δεν συσπειρώνουν τον ελληνικό και τους άλλους λαούς στην κατεύθυνση της κατάργησης του συστήματος της μισθωτής εργασίας. Αντίθετα, ονομάζουν “εθνικιστικό”, “φασιστικό” και “ρατσιστικό” ο,τιδήποτε έχει σχέση με τις δημοκρατικές διεκδικήσεις του ελληνικού λαού, την λαϊκή κυριαρχία και τον διεθνισμό κι έχουν βαφτίσει «διεθνιστικό» και «δημοκρατικό» κάθε επιταγή του ισοπεδωτικού κοσμοπολιτισμού και της απάνθρωπης παγκοσμιοποίησης. Αντίστοιχα, οι δεξιοί και κεντρώοι υπηρέτες του κατεστημένου ονομάζουν «λαϊκισμό» ο,τιδήποτε έχει σχέση με ανάλογες διεκδικήσεις.

Έτσι η αριστερά, με την απόλυτη ιδεολογική θολούρα της, με την υιοθέτηση των θέσεων της παγκοσμιοποίησης και με την πολιτική της οκνηρία έχει αποκοπεί από τα πραγματικά προβλήματα της εποχής, έχει αποξενωθεί από τις ανάγκες και την πραγματικότητα που βιώνει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού κι έχει ανοίξει τον δρόμο για την επικράτηση κάθε αντιδραστικής πολιτικής και οικονομικής δύναμης. Ακόμα κι ένας αποτυχημένος Μπαρούφας απειλεί να την ξεπεράσει σε επιρροή.

Με τον τρόπο αυτόν, ενισχύει έμμεσα αλλά καθοριστικά και με το πείσμα του φανατικού τις φασιστικές και ρατσιστικές θέσεις. Με τις ελιτίστικες αντιλήψεις της και τις καθημερινές της πρακτικές βαθαίνει τον λάκκο κάθε ριζοσπαστικού κινήματος. Οποιαδήποτε κριτική ή πολεμική της ενάντια στο κεφάλαιο, τον φασισμό και τον ρατσισμό έχει γίνει στείρα κραυγή χωρίς περιεχόμενο και κύρος.

Δεν υπάρχει καλύτερο στήριγμα μιας αντιδραστικής κατάστασης από αυτόν που, θεωρητικά, την αντιμάχεται αλλά, πρακτικά, την στηρίζει.

Στο όνομα ενός δήθεν διεθνισμού και ενός δήθεν αντιεθνικισμού θεωρεί σαν «φίλους λαούς» κρατικές πολιτικές γειτονικών χωρών, που μόνιμα και διαρκώς προβάλλουν εδαφικές και άλλες διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Από την εποχή της μεταπολίτευσης ακόμα, δικαιολογεί αυτή την θέση της με το επιχείρημα ότι η Ελλάδα «είναι μια καπιταλιστική χώρα και δεν θα αγωνιστούμε για το κεφάλαιο», λες και οι άλλες χώρες έχουν περάσει στην αταξική κοινωνία. «Δεν» καταλαβαίνει ότι αυτή η στάση οδηγεί, αργά η γρήγορα σε αλλαγή συνόρων, δηλ. σε πόλεμο, χιλιάδες νεκρούς, ανάπηρους και πρόσφυγες, ειδικά σήμερα που όλα φλέγονται γύρω μας. «Δεν» καταλαβαίνει ότι μια αλλαγή συνόρων θα φέρει οποιαδήποτε ριζοσπαστική προσπάθεια πίσω για πολλές δεκαετίες κι ότι η κατάσταση των εργαζομένων και όλων των αδύναμων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας θα χειροτερεύσει, οικονομικά και πολιτικά σε ασύλληπτο βαθμό. Η φράση του Τσίπρα «δεν βλέπω σύνορα στη θάλασσα» που, φανερά ή κρυφά, την ενστερνίζεται η αριστερά, καλύπτει και δικαιολογεί τέτοιου είδους απόψεις.

Τις συνέπειες αυτών των αριστερών πολιτικών τις ζούμε με την αυξανόμενη φτώχεια και εξαθλίωση του ελληνικού λαού, την παρουσία της FRONTEX και του στόλου του ΝΑΤΟ, την συμφωνία των Πρεσπών, τις κινήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Θράκη, που καταλύουν κάθε υπόλειμμα λαϊκής κυριαρχίας. Η παλιότερη δήλωση του Γερμανού Στάιενμάγιερ «η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα να αναχαιτίζει τα τουρκικά αεροπλάνα» καθιστά περιττή κάθε περαιτέρω αναφορά στο ζήτημα. Φυσικά η κυβέρνηση, ολόκληρη η αντιπολίτευση αλλά και όλη «δεν» ακούν και «δεν» βλέπουν τίποτα.

Η αριστερά, μαζί με τους εταίρους και συνεταίρους της έχει «ξεχάσει» ότι τα σημερινά σύνορα της Ελλάδας τα χάραξε ο ελληνικός λαός με το αίμα του και όχι τα μεταξωτά κουστούμια και οι λευκοί γιακάδες.

Μ’ αυτές τις αντιλήψεις η αριστερά συνηγορεί και ενθαρρύνει τον εθνικισμό των γειτόνων και τις επεκτατικές τους βλέψεις. Η αριστερά «δεν» αναρωτήθηκε ποτέ, αν ο ελληνικός χώρος συρρικνωθεί, σε ποιόν χώρο και με ποια εργατική τάξη θα γίνει η επανάσταση; Σε ποιόν χώρο και με ποιόν τρόπο η εργατική τάξη θα γίνει «κυρίαρχη τάξη του έθνους» πράγμα που αποτελεί βασική προϋπόθεση για το πέρασμα στον σοσιαλισμό, σύμφωνα με την ρήση των κλασσικών του Μαρξισμού; Ποιός λαός και ποιό έθνος της εργατικής τάξης θα αγωνιστεί για την αυτοδιάθεσή του από τον εφιάλτη του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου;

Η αριστερά δεν εξετάζει το θέμα των μεταναστών σε διαλεκτική βάση. Βλέπει το ζήτημα σαν κάτι «έξω» και «αδιάφορο» προς τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και το αντιμετωπίζει με έναν ηθικό, μεταφυσικό τρόπο. «Δεν» βλέπει ότι στον καπιταλισμό υπήρχε πάντα το φαινόμενο της μετανάστευσης, σε βαθμό που ολόκληρα κράτη όπως οι ΗΠΑ και η Αυστραλία δημιουργήθηκαν εξ’ ολοκλήρου από μετανάστες. Κυρίως «έχει ξεχάσει» ότι οι οικονομικοί μετανάστες είναι κομμάτι της παγκόσμιας εργατικής τάξης και πρέπει, μαζί με τους Έλληνες εργαζόμενους, να στραφούν ενάντια στον κοινό εχθρό: τo κεφάλαιο. Η αριστερά δεν έχει παρουσιάσει ποτέ μια ανάλυση τέτοιου είδους και, πολύ περισσότερο ένα ανάλογο σχέδιο. Αντίθετα, όταν δεν σύρεται πίσω από τις ΜΚΟ των ΗΠΑ, της Γερμανίας και του Σόρος, παραδίδει τους μετανάστες στην φιλανθρωπία των ΜΜΕ και του κράτους.

Οι διανοούμενοι της Αριστεράς, μέσα σε συνθήκες πλήρους ηγεμονίας των ιδεών της άρχουσας τάξης είτε λόγω αδυναμίας τους να διερμηνεύσουν την πραγματικότητα των τελευταίων πολλών δεκαετιών είτε από την ανάγκη της φυσικής τους επιβίωσης και της ένταξής τους σε διάφορα payrolls, έχουν ταχθεί με το μέρος της αστικής τάξης και, μάλιστα με το πιο ισχυρό και αντιδραστικό τμήμα της, το τμήμα της παγκοσμιοποίησης.

Η αριστερά «έχει ξεχάσει» ότι, σύμφωνα με την διαλεκτική ανάλυση, το έθνος είναι μια μορφή συλλογικής ταυτότητας που έχει προκύψει μέσα από μια ιστορική πορεία αγώνων και αίματος και περικλείει τις προσδοκίες ενός λαού για το μέλλον. Έχει ξεχάσει ότι η ταξική πάλη παίρνει σάρκα και οστά στα πλαίσια του έθνους, στην αρχή. Παραβλέπει ότι παράγοντες όπως η οικονομία, το νόμισμα, η ιστορία και οι παραδόσεις, το πολιτισμικό επίπεδο, η εδαφική έκταση, ο αριθμός του πληθυσμού και η σύνθεσή του, το πολίτευμα, ο δημόσιος πλούτος και πολλά άλλα στοιχεία που συγκροτούν την γεωπολιτική ισχύ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, σε κάποια άλλη κατάσταση, προς όφελος των εργαζομένων. Όταν η αριστερά μιλάει για έθνος λαμβάνει υπ’ όψη της μόνο την αστική άποψη για το «όμαιμον», το γένος και τη φυλή. Η πολεμική που κάνει σ’ αυτή την άποψη δεν είναι από την πλευρά των εργαζομένων του χεριού και του πνεύματος, αλλά από την πλευρά του αντιδραστικού κοσμοπολιτισμού. Τα τελευταία χρόνια, και σε αυτό το σημείο, έχει συρθεί πίσω από τις θέσεις του αμερικάνικου μεταμοντερνισμού και θετικισμού, δηλ. της ισοπεδωτικής παγκοσμιοποίησης.

Είναι ευνόητο ότι μέσα από τις αναλύσεις και επιταγές του κοσμοπολιτισμού επιδιώκεται η υποταγή των πιο αδύναμων χωρών στις βουλές των ισχυροτέρων. Το μερίδιο της δυστυχίας πέφτει πάλι στους λαούς. Είναι ευνόητο, αλλά για τους διανοούμενους και το πολιτικό προσωπικό της Αριστεράς είναι δυσνόητο.

Όταν η αριστερά μιλάει για αντιρατσιστικές πολιτικές εννοεί την υποκριτική, χριστιανικού τύπου, «αγάπη», «συμπόνια» και «αλληλεγγύη» για τους αλλοδαπούς μετανάστες και πρόσφυγες, χωρίς να αγωνίζεται ενάντια στις αιτίες του κακού. «Αγάπη», «συμπόνια» και «αλληλεγγύη» που εξαντλούνται σε κάποιο συσσίτιο ντροπής, ή στην ανεύρεση κάποιας αμφίβολης και ποντικοκατεχόμενης στέγης, και σε κραυγές υποκριτικής αγανάκτησης για τους δουλεμπόρους και τα πνιγμένα παιδιά. Αυτά τα κάνει κι ο παπάς από τον άμβωνα της εκκλησίας.

Ταυτόχρονα, δείχνει πλήρη αδιαφορία και απραξία που ξεπερνάει τα όρια της περιφρόνησης για τους Έλληνες ανέργους και αστέγους. Η αριστερά έχει διαχωρίσει, στην ΠΡΑΞΗ τους δυστυχισμένους που ζουν στη χώρα μας σε «καλούς» αλλοδαπούς και «ανάξιους» Έλληνες. Οι δεύτεροι ή είναι ανύπαρκτοι για τις Αριστερές πολιτικές ή είναι άξιοι της μοίρας τους. Αυτή η στάση αποτελεί αντίστροφο ρατσισμό, αλλά πάντα ρατσισμό. Είναι ένα ξεκάθαρο απαρτχάιντ που έχει δημιουργήσει η αριστερά και οι συνεταίροι της, όχι στην βάση του χρώματος του δέρματος, αλλά στην βάση της εθνικότητας. Αυτή η στάση έχει ποτίσει μέχρι το κόκαλο ακόμα και τα ξεχωριστά άτομα και εκδηλώνεται με καθημερινές πρακτικές κάθε είδους. Και σ’ αυτό το σημείο η Ακροδεξιά χορεύει, έξαλλη από χαρά.

Αυτές οι πολιτικές μοιάζουν σχιζοφρενικές, αλλά δεν είναι. Είναι απόρροια της πλήρους υποταγής της Αριστεράς στις επιταγές και τις πολιτικές των κέντρων της παγκοσμιοποίησης. Η αριστερά έχει ενστερνιστεί αυτές τις πολιτικές ίδια κι απαράλλαχτα με το Κέντρο, την Δεξιά και την Ακροδεξιά. Μ’ αυτούς τους τρόπους πριμοδοτεί έμμεσα, αλλά με σαφήνεια και ενισχύει την δράση και ανάπτυξη της ακροδεξιάς, η οποία χρησιμοποιεί τις Αριστερές πολιτικές προς όφελός της.

Σήμερα, ύστερα από εννέα χρόνια αποικίας χρέους, κυβερνήσεων και την ύπαρξη της σημερινής, 100% μνημονιακής βουλής, τα δικαιώματα του ελληνικού λαού και η εθνική του κυριαρχία έχουν τραυματιστεί βαριά και έχουν τυλιχθεί μέσα σε ένα οικονομικό και νομικό ατσάλινο πλέγμα. Τώρα πια, οι κόμποι είναι τόσοι πολλοί και αξεδιάλυτοι, που μόνο μια εξέγερση μπορεί να τους κόψει. Μόνο αν ενώσουν τις φωνές τους και την δράση τους όλοι οι πληττόμενοι από τα μνημόνια, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις και ιδεολογικές αγκυλώσεις, μόνο αν βρίσκονται ενωμένοι στους δρόμους με κάθε αφορμή, με κάθε ευκαιρία, θα υπάρξει ελπίδα. Αν όχι… Η Ιστορία δεν αστειεύεται. Είναι αμείλικτη και μισεί θανάσιμα τους λαούς που δεν αγωνίζονται.

Πηγή: edromos.gr



Προκόπης Μπίχτας: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου