Εκλογές στις 21 Μάη ανακοίνωσε ο Κυρ. Μητσοτάκης μιλώντας χτες το πρωί στο Υπουργικό Συμβούλιο. Αν χρειαστεί δεύτερη αναμέτρηση, είπε πως θα πραγματοποιηθεί το αργότερο μέχρι τις αρχές Ιούλη. Νομοθετικό έργο στη Βουλή θα υπάρχει, όπως όλα δείχνουν, μέχρι τις 11 Απριλίου, και στη συνέχεια η Βουλή θα διαλυθεί εντός των προβλεπόμενων από το Σύνταγμα χρονικών ορίων.
Με μια απολογιστικού και προεκλογικού τύπου εισήγηση, ο πρωθυπουργός επιχείρησε να δώσει το στίγμα των κάλπικων διλημμάτων που μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ θα «παίξουν» ως διακύβευμα των εκλογών. Κυρίαρχο αυτό περί «ακυβερνησίας ή σταθερότητας», που σερβίρεται σε διάφορες εκδοχές κι από τα υπόλοιπα κόμματα, με στόχο να εξαπατήσουν τον λαό και να αποσπάσουν τη στήριξη ή ανοχή του στο κοινό τους πρόγραμμα, που περιγράφεται στη σωρεία αντιλαϊκών προαπαιτούμενων του υπερμνημονίου του Ταμείου Ανάκαμψης και βέβαια το Μεσοπρόθεσμο του 2023 - 2027 με τα πρωτογενή πλεονάσματα, τη δημοσιονομική ισορροπία και τους πλειστηριασμούς. Η κοινή τους πολιτική, που τελικά είναι αυτή που συσσωρεύει ακόμη περισσότερη αστάθεια και ανασφάλεια για τον λαό.
Διαστρεβλώνοντας πλήρως την αλήθεια για το προδιαγεγραμμένο έγκλημα των Τεμπών από την πολιτική της «απελευθέρωσης», που και η ΝΔ υπηρέτησε και υπηρετεί, αναπαρήγαγε ισχυρισμούς για τάχα «ελλείψεις που έχει ακόμα το κράτος μας. Νησίδες αναχρονισμού που αντιστέκονται στη συλλογική πρόοδο, δίπλα σε ανεύθυνες συμπεριφορές που την υπονομεύουν. Η ανατροπή όλων αυτών καθίσταται έτσι μια σαφής προτεραιότητα για την επόμενη μέρα», είπε.
Ως σύνθημά τους μπρος στην 21η Μάη, έβαλε το «προχωράμε μαζί μπροστά αλλάζοντας την Ελλάδα, πιο ασυμβίβαστα και πιο τολμηρά», ενώ τονίζοντας την αξία της κυβέρνησής του για το κεφάλαιο, επέμεινε ότι «έχουμε σήμερα μία οικονομία που αναπτύσσεται με ρυθμό σχεδόν διπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωζώνης», επίσης έφερε «πολλές ξένες επενδύσεις», «μέσα σε ένα νέο ψηφιακό κράτος, το οποίο, ωστόσο, χρειάζεται νέα δομή λειτουργίας (...) με διαρκή αξιολόγηση. Και αυτό θα είναι το επόμενο εθνικό στοίχημα», όπως είπε, προετοιμάζοντας για τις επόμενες αντεργατικές επιθέσεις σε εργατικά δικαιώματα και λαϊκό εισόδημα.
Στο μεταξύ, έβαλε «συνεχές χρέος», προεκλογικά στα στελέχη του, «να αποκαλύπτουμε την παγίδα ακυβερνησίας της απλής αναλογικής, εξηγώντας ότι η πρώτη κάλπη θα κρίνει ποιος θα κυβερνήσει, ενώ η δεύτερη κάλπη θα κρίνει πώς θα κυβερνήσει». Μια τοποθέτηση που στην ουσία της αποζητά τη σταθερότητα στην προώθηση των αντιλαϊκών επιλογών και παράλληλα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης αν δεν επιτευχθεί ο στόχος της ΝΔ για αυτοδυναμία, δείχνοντας ξανά τη στρατηγική ταύτιση των αστικών κομμάτων σε κεντρικές επιλογές που θα μπορούσαν να είναι το πρόγραμμα μιας κυβέρνησης συνεργασίας.
Ανέφερε ακόμα ότι οι ψηφοφόροι «πρέπει να γνωρίζουν ποιον ψηφίζουν για πρωθυπουργό», απορρίπτοντας βασικά τη θέση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκη να μην είναι στη θέση του πρωθυπουργού οι Κυρ. Μητσοτάκης και Αλ. Τσίπρας σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, διεκδικώντας το «πάνω χέρι» στο επόμενο σχήμα αστικής διαχείρισης.
Με μια απολογιστικού και προεκλογικού τύπου εισήγηση, ο πρωθυπουργός επιχείρησε να δώσει το στίγμα των κάλπικων διλημμάτων που μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ θα «παίξουν» ως διακύβευμα των εκλογών. Κυρίαρχο αυτό περί «ακυβερνησίας ή σταθερότητας», που σερβίρεται σε διάφορες εκδοχές κι από τα υπόλοιπα κόμματα, με στόχο να εξαπατήσουν τον λαό και να αποσπάσουν τη στήριξη ή ανοχή του στο κοινό τους πρόγραμμα, που περιγράφεται στη σωρεία αντιλαϊκών προαπαιτούμενων του υπερμνημονίου του Ταμείου Ανάκαμψης και βέβαια το Μεσοπρόθεσμο του 2023 - 2027 με τα πρωτογενή πλεονάσματα, τη δημοσιονομική ισορροπία και τους πλειστηριασμούς. Η κοινή τους πολιτική, που τελικά είναι αυτή που συσσωρεύει ακόμη περισσότερη αστάθεια και ανασφάλεια για τον λαό.
Διαστρεβλώνοντας πλήρως την αλήθεια για το προδιαγεγραμμένο έγκλημα των Τεμπών από την πολιτική της «απελευθέρωσης», που και η ΝΔ υπηρέτησε και υπηρετεί, αναπαρήγαγε ισχυρισμούς για τάχα «ελλείψεις που έχει ακόμα το κράτος μας. Νησίδες αναχρονισμού που αντιστέκονται στη συλλογική πρόοδο, δίπλα σε ανεύθυνες συμπεριφορές που την υπονομεύουν. Η ανατροπή όλων αυτών καθίσταται έτσι μια σαφής προτεραιότητα για την επόμενη μέρα», είπε.
Ως σύνθημά τους μπρος στην 21η Μάη, έβαλε το «προχωράμε μαζί μπροστά αλλάζοντας την Ελλάδα, πιο ασυμβίβαστα και πιο τολμηρά», ενώ τονίζοντας την αξία της κυβέρνησής του για το κεφάλαιο, επέμεινε ότι «έχουμε σήμερα μία οικονομία που αναπτύσσεται με ρυθμό σχεδόν διπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωζώνης», επίσης έφερε «πολλές ξένες επενδύσεις», «μέσα σε ένα νέο ψηφιακό κράτος, το οποίο, ωστόσο, χρειάζεται νέα δομή λειτουργίας (...) με διαρκή αξιολόγηση. Και αυτό θα είναι το επόμενο εθνικό στοίχημα», όπως είπε, προετοιμάζοντας για τις επόμενες αντεργατικές επιθέσεις σε εργατικά δικαιώματα και λαϊκό εισόδημα.
Στο μεταξύ, έβαλε «συνεχές χρέος», προεκλογικά στα στελέχη του, «να αποκαλύπτουμε την παγίδα ακυβερνησίας της απλής αναλογικής, εξηγώντας ότι η πρώτη κάλπη θα κρίνει ποιος θα κυβερνήσει, ενώ η δεύτερη κάλπη θα κρίνει πώς θα κυβερνήσει». Μια τοποθέτηση που στην ουσία της αποζητά τη σταθερότητα στην προώθηση των αντιλαϊκών επιλογών και παράλληλα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης αν δεν επιτευχθεί ο στόχος της ΝΔ για αυτοδυναμία, δείχνοντας ξανά τη στρατηγική ταύτιση των αστικών κομμάτων σε κεντρικές επιλογές που θα μπορούσαν να είναι το πρόγραμμα μιας κυβέρνησης συνεργασίας.
Ανέφερε ακόμα ότι οι ψηφοφόροι «πρέπει να γνωρίζουν ποιον ψηφίζουν για πρωθυπουργό», απορρίπτοντας βασικά τη θέση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκη να μην είναι στη θέση του πρωθυπουργού οι Κυρ. Μητσοτάκης και Αλ. Τσίπρας σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, διεκδικώντας το «πάνω χέρι» στο επόμενο σχήμα αστικής διαχείρισης.
Η ...«προοδευτική» όψη του αντιλαϊκού νομίσματος
Με εκβιασμούς εγκαινίασε και τυπικά την προεκλογική περίοδο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρας. Από τη Λιβαδειά, όπου περιόδευσε χτες, δήλωσε ότι «στις 21 του Μάη οι πολίτες θα επιστρέψουν στην κάλπη τον λογαριασμό που δεν βγαίνει. Και την επόμενη κιόλας μέρα, χωρίς δεύτερες εκλογές και περιπέτειες, μία προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας θα αναλάβει το δύσκολο έργο της αναγέννησης της πατρίδας μας, της ανάταξης της οικονομίας, της στήριξης της κοινωνίας».
Με εκβιασμούς εγκαινίασε και τυπικά την προεκλογική περίοδο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρας. Από τη Λιβαδειά, όπου περιόδευσε χτες, δήλωσε ότι «στις 21 του Μάη οι πολίτες θα επιστρέψουν στην κάλπη τον λογαριασμό που δεν βγαίνει. Και την επόμενη κιόλας μέρα, χωρίς δεύτερες εκλογές και περιπέτειες, μία προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας θα αναλάβει το δύσκολο έργο της αναγέννησης της πατρίδας μας, της ανάταξης της οικονομίας, της στήριξης της κοινωνίας».
Σε συνέντευξή του στο πλαίσιο συνεδρίου του «Star» Κεντρικής Ελλάδας, ο Αλ. Τσίπρας επιτέθηκε στην κυβέρνηση και προσωπικά στον Κυρ. Μητσοτάκη για εύκολες υποσχέσεις (!), για να υποσχεθεί ο ίδιος στη συνέχεια ένα εθνικό σχέδιο ανάταξης της χώρας βασισμένο στο Ταμείο Ανάκαμψης, συσκοτίζοντας πως αυτό προορίζεται για τη στήριξη του εγχώριου κεφαλαίου, ενώ για τον λαό ισοδυναμεί με υπερμνημόνιο, εξ ου και σε άλλο σημείο της συνέντευξής του αναφώνησε «δυσκολίες θα περάσουμε, αυτό είναι αναμφίβολο».
Υπερασπίστηκε τις κυβερνήσεις συνεργασίας, ομολογώντας πως αυτές είναι οι πλέον ενδεδειγμένες για την επιβολή της αντιλαϊκής πολιτικής, λέγοντας ότι οι προκλήσεις μπροστά είναι πολλές και μεγάλες και κανένας μόνος του δεν μπορεί να τις αντιμετωπίσει, ούτε να υλοποιήσει τις αναγκαίες τομές.
Ο Αλ. Τσίπρας απέφυγε πάντως να απαντήσει στο ερώτημα γιατί ενώ και η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να συνεργαστούν με το ΠΑΣΟΚ, δεν μπορούν να συνεργαστούν μεταξύ τους. Επιχειρώντας μια απάντηση επικαλέστηκε διαφορές, για να υποδείξει σαν τέτοια και μάλιστα μείζονα το μέγεθος της κρατικής παρέμβασης στις αγορές, αν θα είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο.
«Αυτό που αναμένουμε απ' αυτή την εκλογική αναμέτρηση είναι να δημιουργήσει εκείνους τους συσχετισμούς που θα ξανακάνουν τη χώρα μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα, όπου ο πολίτης δεν θα αισθάνεται ανασφάλεια, όπου δεν θα πηγαίνουμε σε ένα νοσοκομείο να βλέπουμε το χάλι που βλέπουμε σήμερα (...) Χρειαζόμαστε έναν πρωθυπουργό που να μπορεί να αναλάβει την ευθύνη και μια κυβέρνηση υπευθυνότητας», ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ξεχνώντας ότι όλα εκείνα που υπονομεύουν την ασφάλεια στη ζωή του λαού φέρουν τη σφραγίδα όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν τον τόπο, συνοδεύουν το σύστημα που υπηρετούν και έχουν κάνει κανονικότητα σε όλα τα κράτη της ΕΕ την ανασφάλεια για τους λαούς τους.
Υπερασπίστηκε τις κυβερνήσεις συνεργασίας, ομολογώντας πως αυτές είναι οι πλέον ενδεδειγμένες για την επιβολή της αντιλαϊκής πολιτικής, λέγοντας ότι οι προκλήσεις μπροστά είναι πολλές και μεγάλες και κανένας μόνος του δεν μπορεί να τις αντιμετωπίσει, ούτε να υλοποιήσει τις αναγκαίες τομές.
Ο Αλ. Τσίπρας απέφυγε πάντως να απαντήσει στο ερώτημα γιατί ενώ και η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να συνεργαστούν με το ΠΑΣΟΚ, δεν μπορούν να συνεργαστούν μεταξύ τους. Επιχειρώντας μια απάντηση επικαλέστηκε διαφορές, για να υποδείξει σαν τέτοια και μάλιστα μείζονα το μέγεθος της κρατικής παρέμβασης στις αγορές, αν θα είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο.
«Αυτό που αναμένουμε απ' αυτή την εκλογική αναμέτρηση είναι να δημιουργήσει εκείνους τους συσχετισμούς που θα ξανακάνουν τη χώρα μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα, όπου ο πολίτης δεν θα αισθάνεται ανασφάλεια, όπου δεν θα πηγαίνουμε σε ένα νοσοκομείο να βλέπουμε το χάλι που βλέπουμε σήμερα (...) Χρειαζόμαστε έναν πρωθυπουργό που να μπορεί να αναλάβει την ευθύνη και μια κυβέρνηση υπευθυνότητας», ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ξεχνώντας ότι όλα εκείνα που υπονομεύουν την ασφάλεια στη ζωή του λαού φέρουν τη σφραγίδα όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν τον τόπο, συνοδεύουν το σύστημα που υπηρετούν και έχουν κάνει κανονικότητα σε όλα τα κράτη της ΕΕ την ανασφάλεια για τους λαούς τους.
Πασπαρτού για την εξουσία του κεφαλαίου
Τον ρόλο «πασπαρτού» για την όποια επόμενη αντιλαϊκή κυβέρνηση διεκδίκησε και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκης, επικαλούμενος και εκείνος τον κίνδυνο «αστάθειας», την οποία επικαλούνται και οι Μητσοτάκης - Τσίπρας, προκρίνοντας βέβαια τη δική του πρόταση ως εγγύηση «σταθερότητας» για το αστικό πολιτικό σκηνικό, με σύμπηξη κυβερνητικών σχημάτων ευρύτερης αποδοχής, στην προσπάθεια όλων τους να περάσουν με μεγαλύτερη αντοχή τους επόμενους γύρους αντεργατικής επίθεσης σε εργατικά δικαιώματα και λαϊκό εισόδημα.
Μιλώντας στον «ΣΚΑΪ» υπερασπίστηκε τη θέση του για κυβέρνηση συνεργασίας δίχως πρωθυπουργό τους Μητσοτάκη ή Τσίπρα, λέγοντας ότι στάθηκαν «κακοί κυβερνήτες και επικίνδυνοι για το δημόσιο συμφέρον», αντιτείνοντας την ανάγκη να κατοχυρώσει «ισχυρό, διψήφιο ποσοστό» το ΠΑΣΟΚ, ώστε να διαπραγματευτεί ακριβώς με αυτούς τους ...κακούς και επικίνδυνους «προγραμματικές συγκλίσεις» που θα τις εφαρμόσουν «πρόσωπα κύρους», «πρόσωπα κοινής αποδοχής» (στη θέση του πρωθυπουργού και των υπουργών). «Συγκλίσεις» που βέβαια υπάρχουν ήδη από σήμερα και δεν είναι άλλες από όσα βρίσκονται στο μνημόνιο διαρκείας του Ταμείου Ανάκαμψης και στους εκατοντάδες αντιλαϊκούς νόμους, από τους οποίους το ΠΑΣΟΚ ψήφισε πάνω από το 70% τα τελευταία χρόνια.
Ενώ επικαλέστηκε και το αμίμητο, ότι... ο ίδιος δεν έχει κυβερνήσει, άρα μπορεί να παρουσιάσει στον λαό ένα «νέο ευρωπαϊκό υπόδειγμα», αποσιωπώντας τα χρόνια του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και τα «πεπραγμένα» του ως αντιπολίτευση σε βάρος του λαού.
Τον ρόλο «πασπαρτού» για την όποια επόμενη αντιλαϊκή κυβέρνηση διεκδίκησε και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκης, επικαλούμενος και εκείνος τον κίνδυνο «αστάθειας», την οποία επικαλούνται και οι Μητσοτάκης - Τσίπρας, προκρίνοντας βέβαια τη δική του πρόταση ως εγγύηση «σταθερότητας» για το αστικό πολιτικό σκηνικό, με σύμπηξη κυβερνητικών σχημάτων ευρύτερης αποδοχής, στην προσπάθεια όλων τους να περάσουν με μεγαλύτερη αντοχή τους επόμενους γύρους αντεργατικής επίθεσης σε εργατικά δικαιώματα και λαϊκό εισόδημα.
Μιλώντας στον «ΣΚΑΪ» υπερασπίστηκε τη θέση του για κυβέρνηση συνεργασίας δίχως πρωθυπουργό τους Μητσοτάκη ή Τσίπρα, λέγοντας ότι στάθηκαν «κακοί κυβερνήτες και επικίνδυνοι για το δημόσιο συμφέρον», αντιτείνοντας την ανάγκη να κατοχυρώσει «ισχυρό, διψήφιο ποσοστό» το ΠΑΣΟΚ, ώστε να διαπραγματευτεί ακριβώς με αυτούς τους ...κακούς και επικίνδυνους «προγραμματικές συγκλίσεις» που θα τις εφαρμόσουν «πρόσωπα κύρους», «πρόσωπα κοινής αποδοχής» (στη θέση του πρωθυπουργού και των υπουργών). «Συγκλίσεις» που βέβαια υπάρχουν ήδη από σήμερα και δεν είναι άλλες από όσα βρίσκονται στο μνημόνιο διαρκείας του Ταμείου Ανάκαμψης και στους εκατοντάδες αντιλαϊκούς νόμους, από τους οποίους το ΠΑΣΟΚ ψήφισε πάνω από το 70% τα τελευταία χρόνια.
Ενώ επικαλέστηκε και το αμίμητο, ότι... ο ίδιος δεν έχει κυβερνήσει, άρα μπορεί να παρουσιάσει στον λαό ένα «νέο ευρωπαϊκό υπόδειγμα», αποσιωπώντας τα χρόνια του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και τα «πεπραγμένα» του ως αντιπολίτευση σε βάρος του λαού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου