Σάββατο 1 Ιουνίου 2024

Τα λαϊκά τραγούδια του δρόμου και της συνάντησης

Βασίλης ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ

Η Ρόζα Εσκενάζυ χορεύει κι ο Δημήτρης Χριστοδούλου της χτυπάει παλαμάκια
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΜΠΕΤΑΣ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

Ο Γιώργος Ζαμπέτας, ένα από τα εφτά παιδιά κουρέα από τον Κολωνό. Μέσα στο κουρείο του πατέρα του ονειρεύεται, καθώς σ' έναν τοίχο του μαγαζιού κρέμεται ένα μπουζούκι.

Το κοιτάζει, το ξανακοιτάζει, το χαϊδεύει, το παίρνει στα χέρια του και δεν θα το αποχωριστεί ποτέ: Πρώτη και παντοτινή αγάπη του. Αυτό έκτοτε θα δώσει μουσική σ' όλα τα όνειρά του, μέσα σε φτώχεια, βαριά φτώχεια, που οδηγεί τα περισσότερα ανήλικα σε δουλειές του ποδαριού, σε βιοτεχνίες και σ' εργοστάσια.

Ετσι, στα οχτώ χρόνια του, ακούγοντας τ' αηδόνια με τη γλυκόλαλη λαλιά τους, τα οποία δεν τον αφήνουν να κοιμηθεί, μαθαίνει ότι η μουσική 

προϋποθέτει ένα αυτί προσεκτικό στους ήχους. Και το διαθέτει, από ένστικτο.

Αυτό το ένστικτο, το αλάθευτο, θα τον ακολουθήσει και στην ενήλικη ζωή του, αναδεικνύοντας έναν πρώτης τάξης συνθέτη και δεξιοτέχνη του μπουζουκιού.

Δυο παιδιά της φτωχολογιάς ονειρεύονται

Σε μια κοντινή συνοικία, στο Μεταξουργείο, ένα άλλο παιδί, ο Δημήτρης Χριστοδούλου, έναν χρόνο μεγαλύτερός του, παίζει στις λάσπες του δρόμου, κάτω από τα ανοιξιάτικα φύλλα της μουριάς. Με τη σκιά τους, άλλα όνειρα γυρεύουν να καρπωθούν τη φαντασία και να κοινωνικοποιηθούν μέσα από την καθημερινότητα της φτωχολογιάς.

Η φτωχολογιά, αυτό το μεγάλο ταξικό συνειδησιακό εργαστήρι, γεννά δίπλα δίπλα τον εργάτη και τον ποιητή. Παίζουν στην αρχή, δεν θ' αργήσουν να συμβαδίσουν στους ίδιους δρόμους, να μοιραστούν τα ελάχιστα και να τα πολλαπλασιάσουν στα περισσότερα της συμπόρευσης. Ο Δημήτρης Χριστοδούλου γίνεται η φωνή των εργατών, που με υπερηφάνεια πορεύεται με ορίζοντα πρωτοπορίας.

«Ολες οι συνοικίες έχουν τη σημασία τους, όλες έχουν τον αγώνα τους, όλες έχουν γεννήσει τον κόσμο τους, όλες έχουν δώσει στον πολιτισμό μας, στην κοινωνία μας, στις αρχές μας, έχουν δώσει ανθρώπους, χαρακτήρα, ατμόσφαιρα, έχουν δώσει την προσωπικότητά τους.

Το Μεταξουργείο, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, το χαρακτήριζε η ανθρωπιά, ένα στοιχείο που επέδρασε παρά πολύ στην ποίησή μου, στην πεζογραφία μου, στην ποίησή μου για τραγούδια, στην θεατρική μου δημιουργία. Σ' αυτό χρωστάω τα πρώτα μου ακούσματα, τις πρώτες βουλήσεις, που θα έλεγε κι ο Καβάφης, της ποιήσεώς μου»,
ακούγεται η εξομολόγησή του στο αφιέρωμα της ΕΡΤ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Διαμαντόπουλου (προβολή 23 Οκτώβρη 1982). Ενας πλήρης βίος, αφιερωμένος στον λαό, που δεν έχει πάψει ούτε μια μέρα να υποφέρει.

Αυτόν τον ακέραιο χαρακτήρα συναντά ο Γιώργος Ζαμπέτας, όταν ο Μίκης Θεοδωράκης πλέον τον έχει εκτινάξει στον ουρανό της επιτυχίας, που σθεναρά υποστηρίζεται από το ακροατήριο των εργατών, που φεύγουν από το σπίτι τους αξημέρωτα κι επιστρέφουν με το αμυδρό του απογεύματος φως.


Το «Χάθηκες», η πρώτη επιτυχία τους με τον Πάνο Τζανετή

Από τον Μίκη στον Γιώργο, με την πρώτη μεγάλη επιτυχία τους «Χάθηκες (Δεν έχω δρόμο να διαβώ)», με τη βελούδινη φωνή του 24χρονου Χαλκιδαίου τραγουδιστή Πάνου Τζανετή (1940 - 2009), το 1964, από την εταιρεία «Polydor». Στο ίδιο αφιέρωμα, ο λόγος στον μελωδό Γιώργο Ζαμπέτα με το ιδιότυπο ύφος του:

«Δημήτρης Χριστοδούλου, ωραίος, ένα πανύψηλο παιδί, ακόμα παιδί. Γνωριμία, 1962 (...) Αυτός, την εποχή εκείνη, ο Δημητράκης είχε γράψει του Θεοδωράκη ορισμένα τραγούδια, όπως ''Βράχο - βράχο τον καημό μου'', ''Είναι μεγάλος ο καημός''.

Εγώ είχα πολύ τσιμπήσει με τον στίχο του. Να πεις: Δεν είχαμε άλλους στίχους; Είχαμε, αλλά ήταν διαφορετικής φύσεως, ενώ ο Δημήτρης ήταν μέσα στις ψυχές.

Του λέω: ''Κοίτα να δεις, αν έχεις καμιά φορά, κανέναν στίχο περίσσεμα για πέταμα, μην τον πετάξεις, δώσε μού τον σε μένανε''. ''Εντάξει, ρε φίλε, θα σου ξηγηθώ. Περίμενε λίγο χρόνο''.

«Αυτός ο στίχος με έσιαξε και έφτιαξα τη μουσική»

Εγώ τον ενοχλούσα συνέχεια. Οπου μου δίνει ένα στίχο ξερό. Τον παίρνω τον στίχο και σάλευε, τον έβλεπα και τρελαινόμουνα. Ξέρεις ποιος ήτανε; Είναι το ''Χάθηκες. Δεν έχω δρόμο να διαβώ / σοκάκι να περάσω''. Αυτός ο στίχος μ' έσιαξε και έφτιαξα τη μουσική πάνω στον στίχο του Δημήτρη, η οποία ακόμη παίζεται και θα παίζεται (...)

Από κει και πέρα, όταν είδε ο Δημήτρης ότι μπορώ εγώ ν' ανταποκριθώ στην πένα του, μου 'φερε και κάτι άλλα τραγουδάκια που 'κανα με την Βίκυ Μοσχολιού.

Μεσολάβησε, όμως, το χρονικό και είχαμε πολιτικές ατασθαλίες (...) Ο Δημητράκης έφυγε. Εγώ έμεινα χωρίς τον Δημητράκη που τον γουστάριζα (...). Πού είναι ο Δημητράκης; Παίρνω μήνυμα. Ο Δημητράκης στο Παρίσι. Πού μένεις; Σεν-Μισέλ. Καβαλάω το αεροπλάνο και πάω με τα πόδια στο Σεν-Μισέλ. Του λέω: Μ' άφησες ξερό. ''Τι θέλεις;'', με ρωτάει. Στίχους, του λέω».

Στα γυρίσματα της «Σωφερίνας» γράφτηκε το «Χάθηκες»

Η Κατερίνα Ζαμπέτα θυμάται πώς έγραψε ο πατέρας της το τραγούδι «Χάθηκες», το οποίο μετά από έξι δεκαετίες δεν έχασε την ένταση του λυρισμού του:


«Μια φορά, του είχε δώσει ο Χριστοδούλου κάτι στίχους. Ηταν στα γυρίσματα της "Σωφερίνας" νομίζω κι επειδή είχαν αργήσει οι ηθοποιοί, καθόταν και περίμενε δουλεύοντας το τραγούδι. Κάποια στιγμή λέει στον Σακελλάριο ο οποίος τον αγαπούσε πολύ, "Ρε Αλέκαρε, γίγαντα, άκου λίγο αυτό που έχω φτιάξει". Του άρεσε πολύ το μοτίβο, "Μπράβο, ρε Ζαμπέτα", του λέει. Κι έτσι στα γρήγορα, την ώρα που περίμενε, έφτιαξε το τραγούδι που δεν ήταν άλλο από το "Δεν έχει δρόμο να διαβώ"...».


Σφραγίστηκαν με την κοντράλτο φωνή της Βίκυς Μοσχολιού

Αυτή η συνεργασία Ζαμπέτα - Χριστοδούλου, που δένεται με περίπου 40 αριστουργήματα, αρχίζει το 1964 και κρατάει μέχρι το 1972. Του μελωδού συνθέτη εύρημα η Βίκυ Μοσχολιού, η οποία στο ξεκίνημά της, μ' αυτές τις δημιουργίες, γίνεται η ανεπανάληπτη τραγουδίστρια, με την κοντράλτο φωνή της, πάντα ζώσα, σαν να μην έχει περάσει ούτε μία μέρα. Συγκλονιστικά τραγούδια, συγκλονιστική ερμηνεία: «Ξημερώματα», «Ο δρόμος ο πλατύς», «Ο χωρισμός», «Πάρε το δρόμο τον παλιό», «Ποιος τα θυμάται», «Πόρτα κλειστή τα χείλη σου», «Τον άγγελο που σου 'στειλα» (1964 - 1972).


ΥΓ:
Κείμενα, σχεδιασμός, εικονογράφηση δένουν αρμονικά στην έκδοση - αφιέρωμα «Δημήτρης Γληνός. Το ΚΚΕ τιμά τον κομμουνιστή διανοούμενο. Τμήμα Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ». Συνεισφέρουν ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, ο Γραμματέας του ΚΣ της ΚΝΕ, Θοδωρής Κωτσαντής, ο Δημήτρης Κοιλάκος, μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής, και ο Βασίλης Μόσχος, μέλος του Τμήματος Ιστορίας. Στο παράρτημα, την προσωπογραφία του τιμώμενου υπογράφει η Ρόζα Ιμβριώτη (1898 - 1977), ενώ θησαυρίζονται τέσσερα άρθρα του - από το ταξίδι του με τον Κώστα Βάρναλη, το 1934, στην ΕΣΣΔ - και συντάσσεται εργογραφία του («Σύγχρονη Εποχή»).

Γράφει ο
Βασίλης ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου


Πηγή: rizospastis



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου