Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

ΧΑΜΕΝΟΙ ΜΕΣ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ



Σε είδα στην τελευταία απεργία. Κρατούσες το πανό του συνδικάτου σου και κοίταγες πέρα μακριά. Δεν ήσουνα συνδικαλιστής. Μες στα κυκλώματα χωμένος δηλαδή. Ούτε οργανωμένος στο κόμμα. Δεν έπαιρνες καθοδήγηση από πουθενά. Ότι σου κατέβαινε στο κεφάλι σου έκανες. Ιδεολόγος κι επαναστάτης.

Ούτε μπορούσες να φανταστείς τι σημασία είχε στο που θα συγκεντρωθούμε. Στην Κλαυθμώνος; Στην Ομόνοια; Στο Σύνταγμα; Μπροστά στα Public; Μπροστά στο Ταχυδρομείο; Στη Φιλελλήνων; Εσύ αφελώς νόμιζες πως παντού είναι Ελλάδα. Πως όλα τα κομβικά σημεία είναι Αθήνα. Και πως – τι διάολο άλλωστε; - όλοι γιατί πεινάμε, φωνάζουμε.


Δεν ήταν έτσι. Άργησες αλλά το κατάλαβες. Γιατί έβλεπες τα σημαιάκια ξαφνικά, να αλλάζουν χρώμα και υφή, μα σημαιάκια να παραμένουν. Έβλεπες πως «εμείς» και οι «άλλοι» είχαμε να χωρίσουμε δρόμους, οπαδούς, ξύλο και συνθήματα. Γιατί; Έλα μου ντε! Γιατί;

Σα να μην ήμασταν στο ίδιο καζάνι σιγοβράζοντας. Σα να πεινάγαμε διαφορετικά «εμείς» κι αλλιώτικα οι «άλλοι». Σαν ο εχθρός να ήταν ο διπλανός κι όχι το σύστημα. Μήπως έτσι ήταν ρε μάγκα; Ή μήπως πλανήθηκες πλάνην οικτρά;

(Διαβάζω κι εγώ ρε μάστορα κι ας μη μου φαίνεται.)

Εξάλλου η αλήθεια όπως και να την πεις αλήθεια παραμένει. Και λάμπει και ματώνει και πονά. Γιατί ξεχάσαμε το αληθινό πρόβλημα και κάναμε πρόβλημα τους άλλους. Που ζούνε δίπλα μας. Που το ίδιο ζορίζονται. Και που το ίδιο πιστεύουν. Πως το πρόβλημα είμαστε εμείς!

Ιδιωτικοί εναντίον δημοσίων. Ντόπιοι εναντίον μεταναστών. Άνεργοι εναντίον εργαζομένων. Και που είσαι ακόμα. Θα τραβήξει μακριά αυτή η βαλίτσα. Θα την παίξουμε τη μακριά γαϊδούρα με ορμή και πάθος. Θα ξεδοντιαστούμε μόνοι μας. Και ωραία και καλά θα συμμετάσχουμε στον θίασο της γελοιότητας που μας διοικεί. Που εμείς τον εκλέξαμε!

Μη ξεχνιόμαστε μαλάκες!

Και θα κρατάμε, όσοι αντέχουν ακόμα να παίζουν τον Καραγκιόζη χωρίς συμφέρον, το κοντάρι του πανό λες και κρατάμε κουπί από ναυάγιο. Με το βλέμμα στον ουρανό που δεν μας συμπονά!

Ξυπνάτε μωρέεε!!! Ελάτε να πάρουμε το κοντάρι αυτό και να το κάνουμε στυλιάρι. Να περιαρπάξουμε πρώτα απ’ όλους τα «πρόβατα» μες στο μαντρί και ύστερα τους λύκους. Κι άμα τελειώσουμε με δαύτους, να πιαστούμε όλοι μαζί και να χορέψουμε έναν χορό καταμεσής στην πλατεία Συντάγματος. Κι άμα δε φοβηθούν τα θεριά και δεν μαζευτούν στις φωλιές τους εμένα φτύστε με.

Αλλά μόνοι μας! Χωρίς μεσάζοντες και προξενήτρες! Χωρίς σημαίες και χρωματιστά ραπανάκια σωτηρίας. Μήπως και βρεθεί ένας μάγκας ή μια μαγκίτισσα να μπει μπροστά και να θελήσει να σύρει τούτον το χορό. Κι έτσι να μας λυτρώσει.

Γιατί άμα έπρεπε μέσα στην ιστορία, να επινοήσουμε έναν Θεό για να τα ’χουμε καλά με τον εαυτό μας, φαντάσου τι πρέπει να σκαρώσουμε στο Τώρα για να σηκώσουμε κεφάλι.

Αλλά να σας πω κάτι μάγκες; Μήπως δεν πρέπει να σκαρώσουμε τίποτα αλλά να ξεστραβωθούμε επιτέλους; Κι όποιος αντέχει και μπορεί θα φανεί. Εξάλλου οι μπροστάρηδες στις καταιγίδες φαίνονται και στα στραπάτσα. Αλλιώς στα μελώματα όλοι καλοί δείχνουν. Μα είναι;

Από το 15ο τεύχος του ηλεκτρονικού περιοδικου Λόγων Παίγνια στην σελίδα Ενας Μπάμπης