Σάββατο 27 Ιουνίου 2020

Έφτασε η ώρα των όπλων;

Κώστας Γρίβας


Μια από τις πιο παραγνωρισμένες παθογένειες του ελληνικού συστήματος εξουσίας είναι ο επαρχιωτισμός του. Το ότι δηλαδή λειτουργεί μέσα στο στενό πλαίσιο της γεωπολιτικής «γειτονιάς» της Ελλάδας αδιαφορώντας για το τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο. Όμως, το διεθνές σύστημα είναι ένα και ενιαίο και ότι συμβαίνει σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου ασκεί επιδράσεις στο σύνολο.

Έτσι, ο κοσμογονικός ανταγωνισμός, που βρίσκεται εδώ και μερικά χρόνια εν εξελίξει αναφορικά με τον έλεγχο των εγγύς ευρασιατικών υδάτων έχει περάσει εντελώς απαρατήρητος από τη χώρα μας. Όμως, ο ανταγωνισμός αυτός θέτει νέα δεδομένα και στο Δίκαιο της Θάλασσας που με τη σειρά τους έχουν τεράστιες δυνητικές επιδράσεις στο ελληνοτουρκικό σύστημα.

Το κινέζικο «γαλάζιο εθνικό έδαφος» και η τουρκική «γαλάζια πατρίδα»


Η αρχή αυτού του ανταγωνισμού ξεκίνησε από τις αξιώσεις της Κίνας στη Νότιο Σινική Θάλασσα. Για να το πούμε με όσο το δυνατόν λιγότερα λόγια, η Κίνα αντιλαμβάνεται ολόκληρη τη Νότιο Σινική Θάλασσα ως χώρο εθνικής κυριαρχίας, ως προέκταση του εδάφους της προς τη θάλασσα. Χαρακτηριστικά, σε μια από τις πιο πρόσφατες από τις πολυπληθείς μελέτες που εκδίδονται στις ΗΠΑ αναφορικά με τον ανταγωνισμό Ηνωμένων Πολιτειών – Κίνας, υπό τον τίτλο CHINA’S VISION OF VICTORY, του Jonathan D. T. Ward, το δεύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στο «Γαλάζιο Εθνικό Έδαφος» (Blue National Soil) της Κίνας, δηλαδή τη Νότιο Σινική Θάλασσα.

Ο συσχετισμός με τη «Γαλάζια Πατρίδα» της Τουρκίας είναι εμφανής. Και ας μην βιαστεί κανείς να πει ότι αυτή είναι μια κινεζική ιδιαιτερότητα. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τη Ρωσία στον Αρκτικό. Συγκεκριμένα, η διαφαινόμενη τήξη των αρκτικών πάγων στερεί από τη Ρωσία το «Μεγάλο Παγωμένο Τείχος» που εξασφάλιζε την από Βορρά προστασία της. Έτσι, για τους Ρώσους η απόλυτη κυριαρχία στον Αρκτικό είναι μονόδρομος. Με άλλα λόγια, είναι απλά αδιανόητο για τη Ρωσία να βρίσκονται αμερικανικά αντιτορπιλικά στα 13 ναυτικά μίλια έξω από τις σιβηριανές ακτές.

Έτσι λοιπόν και ο Αρκτικός αντιμετωπίζεται από τη Ρωσία ως «Γαλάζια Πατρίδα». Δηλαδή, ως χώρος πλήρους εθνικής κυριαρχίας, πολύ περισσότερο από ότι προβλέπει το γράμμα του ισχύοντος Δικαίου της Θάλασσας για τα χωρικά ύδατα και δραματικά περισσότερο από ότι προβλέπει για την ΑΟΖ. Παρόμοιες απόψεις φαίνεται να έχει και η Βραζιλία και η Ινδία αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες διαχρονικά αντιμετωπίζουν μια τεράστια θαλάσσια έκταση, εύρους τουλάχιστον χιλίων χλμ ένθεν και ένθεν των ακτών τους στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό, ως χώρο όπου μπορούν να πράξουν ότι απαιτείται για να εξασφαλίζουν την ασφάλεια της χώρας, αδιαφορώντας για τους περιορισμούς του διεθνούς δικαίου.

Με άλλα λόγια, έχει ξεκινήσει ήδη μια παγκόσμια διαδικασία που τείνει να μετατρέψει την ΑΟΖ, ιδιαίτερα δε στις κλειστές θάλασσες, σε χώρο σχεδόν πλήρους εθνικής κυριαρχίας, περίπου ισότιμο με τη στεριά.

Αυτή η νέα διεθνοπολιτική πραγματικότητα ήταν αναπόφευκτο να επηρεάσει και το ελληνοτουρκικό σύστημα. Η ορολογία της «Γαλάζιας Πατρίδας» που χρησιμοποιεί η Τουρκία είναι επιδεικτικά ξεκάθαρη για το πώς αντιλαμβάνεται η Άγκυρα το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Το δίκαιο της θάλασσας απαγορεύει στην Ελλάδα να «συμβιβαστεί» με την Τουρκία


Ένα βασικό «επιχείρημα» της Άγκυρας για να στηρίξει επικοινωνιακά την αξίωσή της να κυριαρχήσει σε μεγάλο κομμάτι του Αιγαίου είναι ότι έχει πολύ μεγάλη ακτογραμμή και συνακόλουθα «δεν είναι δυνατόν να είναι εγκλωβισμένη» μέσα στα ελληνικά νησιά. Η άποψη αυτή, η οποία δυστυχώς βρίσκει και πολλά πρόθυμα ώτα εν Ελλάδι, ακόμη και σήμερα, αντιμετωπίζει τη νησιωτική Ελλάδα ως υποδεέστερη της τουρκικής ηπειρωτικής ακτής. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται στο Δίκαιο της Θάλασσας και είναι μια εντελώς αυθαίρετη ανάγνωση. Ωστόσο, μέχρι πρότινος έβρισκε κάποιο πάτημα στη σχετικώς ασαφή διατύπωση της παραγράφου 3 του άρθρου 121 της Συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) του 1982 αναφορικά με το τι θεωρείτο «βράχος» και τι «νησί». Έτσι, πολλές χώρες τοποθετούσαν φρουρές ή επιστημονικούς σταθμούς σε βραχονησίδες ώστε να καλύπτουν το κριτήριο των «μόνιμων κατοίκων» ή έκαναν μικροσκοπικές καλλιέργειες ή τοποθετούσαν μερικά ζώα ώστε να καλύπτεται το κριτήριο της «οικονομικής δραστηριότητας».

Όμως, με την απόφαση του Μόνιμου διεθνούς Δικαστηρίου Διαιτησίας (Permanent Court of Arbitration / PCA)** της 12ης Ιουλίου 2016, μετά από προσφυγή των Φιλιππίνων κατά της Κίνας, τα πράγματα άλλαξαν. Με την απόφασή του αυτή το Δικαστήριο ορίζει με πολύ περισσότερη σαφήνεια το τι θεωρείται νησί από νομικής άποψης (juridical island) και το διαχωρίζει από το βράχο. Βασικό κριτήριο πλέον είναι η ιστορική συνέχεια ύπαρξης ανθρώπινων κοινοτήτων στο νησί. Και το κριτήριο αυτό το καλύπτουν ξεκάθαρα τα ελληνικά νησιά, συμπεριλαμβανομένου του Καστελόριζου.

Η απόφαση αυτή, δηλαδή, ναι μεν καθιστά πιο δύσκολο να αναγνωριστεί ένα νησί ως τέτοιο από νομικής άποψης, από τη στιγμή όμως που το επιτυγχάνει τότε τα δικαιώματά του παγιώνονται και δεν διαφέρουν από αυτά της ηπειρωτικής χώρας. Η απόφαση αυτή, με άλλα λόγια, από νομικής άποψης, μετατρέπει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη, είτε αρέσει στην Τουρκία είτε όχι.

Αυτό, φυσικά, το γνωρίζει η Άγκυρα και για αυτό ακολουθεί την κινεζική συνταγή της ακραίας επιθετικότητας επιδιώκοντας δια του μαξιμαλισμού των απαιτήσεών της να επιτύχει μια «συμβιβαστική» λύση, δηλαδή να κάνει την Ελλάδα να αποδεχθεί τον ακρωτηριασμό της.

Γιατί περί ακρωτηριασμού μιλάμε όταν μιλάμε για συμβιβασμό. Και αυτό γιατί, πολύ απλά, μετά την απόφαση της 12ης Ιουλίου 2016, τα δικαιώματα των νησιών «πακτώνονται» τόσο πολύ που δεν έχεις πλέον την «πολυτέλεια» να τα θεωρήσεις μειωμένα έναντι της ηπειρωτικής ακτής του επιθετικού γείτονα.

Αν το κάνεις, τότε, εμμέσως πλην σαφώς, επιτρέπεις την αμφισβήτηση της κυριαρχίας σου επί της νήσου αυτής καθαυτής. Δηλαδή επί του εδάφους.

Εν κατακλείδι, λοιπόν, η Ελλάδα οφείλει να επανατοποθετήσει τον εαυτό της στο διεθνές σύστημα και να εναρμονίσει τη γεωπολιτική της λειτουργία και υπόσταση με τις σύγχρονες εξελίξεις.

Αναλυτικότερα, η διεθνής τάση για άτυπη μετατροπή της ΑΟΖ σε χώρο εθνικής κυριαρχίας αυτομάτως τοποθετεί την Τουρκία και την Ελλάδα σε μια γεωπολιτική δυσαρμονία, πρωτοφανή στην ιστορία των δύο χωρών. Με βάση τη δυναμική του «γαλάζιου εθνικού εδάφους» που διαμορφώνεται διεθνώς, αν η Τουρκία επιτύχει να μην έχουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα τα ελληνικά νησιά ή επιβάλει στην Ελλάδα να μην ασκεί αυτά τα κυριαρχικά της δικαιώματα, τότε προκύπτει σοβαρό πρόβλημα εθνικής κυριαρχίας.

Συγκεκριμένα, σε παρόμοια περίπτωση, τα ελληνικά νησιά (συμπεριλαμβανομένων της Κρήτης και της Εύβοιας) στην καλύτερη περίπτωση μετατρέπονται σε χώρο ασαφούς κυριαρχίας, «ιμιοποιούνται» κατά κάποιον τρόπο και όλο το Αιγαίο μεταβάλλεται σε μια «υπεργκρίζα» ζώνη και στη χειρότερη ενσωματώνονται μέσα σε τουρκικό θαλάσσιο «έδαφος». Εν τη πράξει, από τη στιγμή που δεν θα έχουν κυριαρχικά δικαιώματα, θα θεωρούνται προεκτάσεις του «περιβάλλοντος κράτους», δηλαδή της Τουρκίας, με ότι αυτό σημαίνει και για την εθνική κυριαρχία επί του εδάφους αυτών.

Με άλλα λόγια, η νέα διεθνής πραγματικότητα στις κλειστές θάλασσες του πλανήτη τείνει να ενοποιήσει τη στεριά με τη θάλασσα σε μια ενιαία και αδιαίρετη ενότητα με αποτέλεσμα αν χαθεί ή αν «γκριζαριστεί» το θαλάσσιο κομμάτι αυτής της ενότητας να χάνεται ή έστω να «γκριζάρεται» και το χερσαίο.

Εν παραλλήλω, το Δίκαιο της Θάλασσας στερεί πλέον τα τελευταία επιχειρήματα όσων θεωρούσαν ότι η ηπειρωτική ακτή έχει κάποιας μορφής υπεροχή έναντι των νησιών.

Συνακόλουθα, η πολιτική της μη άσκησης των θαλάσσιων κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, χάριν υποτίθεται μετριοπάθειας, όπως είναι η μη ανακήρυξη ΑΟΖ και η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, καθίσταται πλέον εγκληματικά επικίνδυνη. Από τη στιγμή που οι εγγύς θάλασσες τείνουν να μετατραπούν σε προέκταση της στεριάς, αν δεν τις αντιμετωπίζεις ως τέτοιες, τότε ατύπως περνάς το μήνυμα ότι ούτε οι στεριές είναι δικές σου. Και αν δεν είναι δικές σου είναι κάποιου άλλου.

Άρα, έχουμε φτάσει στο σημείο που δεν μπορούμε πλέον να υποχωρήσουμε. Δεν υπάρχουν περιθώρια «συμβιβασμών», ούτε «ψύχραιμης» αντίδρασης, που να περιορίζεται σε διπλωματικές ενέργειες και διαμαρτυρίες. Γιατί το διακύβευμα δεν είναι απλώς κάποια κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας ή για το ποιος «θα βγάλει τα πετρέλαια». Η Ελλάδα αυτή την στιγμή παλεύει για τη ζωή της. Αν δεν αντιδράσει ενόπλως στην όποια απόπειρα της Τουρκίας να αμφισβητήσει την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα της τότε θα κινδυνεύσει να απολέσει εν συνόλω την κρατική της υπόσταση στο διεθνές σύστημα.

Ούτε ο όρος φινλανδοποίηση ούτε ο χαρακτηρισμός προτεκτοράτο εκφράζουν επαρκώς την πτώση και την απαξίωση που θα προκύψει σε αυτήν την περίπτωση. Το γιατί και το πώς φθάσαμε σε αυτήν την κατάσταση είναι μια άλλη υπόθεση και κάποια στιγμή θα πρέπει να αναζητηθούν οι ευθύνες που βαρύνουν το σύστημα εξουσίας εδώ και δεκαετίες. Όμως, το γεγονός παραμένει ότι αυτήν τη στιγμή βρισκόμαστε στο παρά ένα. Η τελευταία κόκκινη γραμμή είναι έτοιμη να παραβιαστεί. Και αν το αποδεχθούμε, άμεσα ή έμμεσα, είτε δια της αδράνειας είτε δια της «ψύχραιμης αντίδρασης», τότε η χώρα μας θα χάσει το δικαίωμα να υπάρχει ως κανονική χώρα. Τόσο απλά.

(*) Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

(**) Το PCA εδρεύει στο Παλάτι της Ειρήνης (Peace Palace) στη Χάγη της Ολλανδίας όπου εδρεύει και το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης (International Court of Justice / ICJ).

Πηγή: newshub.gr



Κώστας Γρίβας: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου